«Εφυγε» ο Μήτσος Αλεξανδρόπουλος

20.05.2008
«Από την ιδέα ως το έργο είναι ο πιο μεγάλος δρόμος, δεν τελειώνει όλος. Κάπου όμως τελειώνουν οι άνθρωποι, οι ανθρώπινες δυνάμεις, και οι δρόμοι μένουν για να τους περπατήσουν έπειτα άλλοι...».
«Από την ιδέα ως το έργο είναι ο πιο μεγάλος δρόμος, δεν τελειώνει όλος. Κάπου όμως τελειώνουν οι άνθρωποι, οι ανθρώπινες δυνάμεις, και οι δρόμοι μένουν για να τους περπατήσουν έπειτα άλλοι...».

Οι δυνάμεις εγκατέλειψαν για πάντα τον Μήτσο Αλεξανδρόπουλο, όμως εκείνος άνοιξε μεγάλους δρόμους στη μεταπολεμική λογοτεχνία και στο πάντρεμα δύο λογοτεχνικών παραδόσεων, της ελληνικής και της ρωσικής.

Ο πεζογράφος, δοκιμιογράφος και μεταφραστής Μήτσος Αλεξανδρόπουλος έσβησε, σε ηλικία 84 ετών, έχοντας στο πλευρό του την επί μισό αιώνα σύντροφό του ελληνίστρια Σόνια Ιλίνσκαγια και την κόρη τους Ολγα.

Η κηδεία του, πολιτική και χωρίς επικήδειους, σύμφωνα με επιθυμία του, θα γίνει σήμερα, στις 3 μ.μ., στο Α Νεκροταφείο.

Με το έργο και το σπάνιο ήθος του, ο αθόρυβος, σχεδόν αθέατος, Αλεξανδρόπουλος έδωσε την αληθινή υπόσταση του πνευματικού ανθρώπου.

Η ελληνική Πολιτεία τον αναγνώρισε με το Μεγάλο Κρατικό Βραβείο Λογοτεχνίας το 2001. Πρόσφατα, η ρωσική πλευρά, με διάταγμα του Πούτιν, του απένειμε το Μετάλλιο Πούσκιν για τη μεγάλη συμβολή του στη διάδοση και μελέτη του ρωσικού πολιτισμού.

Βούτηξε σε δύο θάλασσες πολιτισμού και στο έργο του αναμείχθηκαν, αλληλοτροφοδοτούμενες και αλληλοφωτιζόμενες και οι δύο παραδόσεις, της πατρίδας του και η άλλη που του έγινε οικεία, από το 1956 που βρέθηκε εξόριστος στη Μόσχα, όπου φοίτησε στο Λογοτεχνικό Ινστιτούτο και έμεινε μέχρι τον επαναπατρισμό του το 1975.

Γεννημένος στην Αμαλιάδα το 1924, τα νεανικά του χρόνια σφραγίστηκαν με τη συμμετοχή του στην Αντίσταση, διαμορφώνοντας στάση ζωής και έργου.

Το 1953 καταδικάστηκε ερήμην τρις εις θάνατον. Εκείνος αντιμετώπισε την ατομική του περιπέτεια μέσα στην Ιστορία. Συνέδεσε με μυθιστορηματικό τρόπο, την αυτοβιογραφία με το χρονικό και τη μαρτυρία, δημιουργώντας μια τοιχογραφία της ταραγμένης εποχής του, προβάλλοντας το πάσχον άτομο μέσα στη διελκυστίνδα των πολιτικών συγκρούσεων.

Είναι τα δίτομα «Νύχτες και αυγές» και «Αυτά που μένουν», από τα πλέον εμπνευσμένα έργα της μεταπολεμικής γραμματείας. Με το πρώτο άνοιξε και το δεύτερο έκλεισε με νηφαλιότητα την πολυτάραχη περίοδο.

Στα μυθιστορήματά του συγκαταλέγεται το αριστουργηματικό «Σκηνές από το βίο του Μάξιμου Γραικού», για τον Ελληνα καλόγερο από το Αγιον Ορος που βρέθηκε εξόριστος, ως αιρετικός, στη Ρωσία του 16ου αιώνα.

Βιογραφικές μυθιστορίες

Με τον Μάξιμο ξεκίνησε το «ρωσικό κεφάλαιο» του Αλεξανδρόπουλου κι έκλεισε πρόσφατα, με τον ποιητή Οσιπ Μαντελστάμ.

Στη ρωσική λογοτεχνία ξεχώρισε «μοναδικά αποθέματα ανθρωπογνωσίας», που ανέδειξε στις συναρπαστικές «βιογραφικές μυθιστορίες», ένα είδος στο οποίο άνοιξε νέους δρόμους, καθώς εισήγαγε την τεχνική του συνδυασμού του βιογραφικού, ιστορικού και κριτικού στοιχείου, με ένα πληθωρικό αφηγηματικό λόγο. Γκόρκι, Τσέχοφ, Ντοστογιέφσκι, Γκέρτσεν, Μαγιακόφσκι και Τολστόι φωτίστηκαν από την πένα του.

Το ρωσικό θέμα στη δουλειά του πήρε πολλές μορφές: μετάφραση, μελέτες («Πέντε Ρώσοι κλασικοί», τρίτομη «Ρωσική λογοτεχνία» κ.ά.), ταξιδιωτικά.

Το έργο του, πολυδαίδαλο και πολυσχιδές, από το διήγημα ως το ταξιδιωτικό, αριθμεί περίπου 40 έργα.

Δήμητρα Ρουμπούλα