Πρωτότυπος τίτλος: The Ides of March
Σκηνοθεσία: Τζορτζ Κλούνεϊ
Πρωταγωνιστούν: Ράιαν Γκόσλινγκ, Φίλιπ Σέιμουρ Χόφμαν, Τζορτζ Κλούνεϊ
Πλοκή: Ο Κυβερνήτης Μάικ Μόρις διεκδικεί το χρίσμα των Δημοκρατικών για τις προεδρικές εκλογές των ΗΠΑ. Στο πλευρό του, ως εκπρόσωπος τύπου, στέκεται ο νεαρός Στίβεν Μάιερς, που είναι διατεθειμένος να δώσει τον καλύτερό του εαυτό. Δεν φαντάζεται όμως ότι ο δρόμος προς την εξουσία είναι γεμάτος μυστικές συμφωνίες, ανήθικους πολιτικούς χειρισμούς και υπόγεια παιχνίδια κυριαρχίας.
Γνώμη: «Αι ειδοί του Μαρτίου» προέρχονται από την αντίστοιχη λατινική έκφραση και αναφέρονται στην 15η μέρα του Μαρτίου, ημερομηνία κατά την οποία θα δολοφονούνταν ο Καίσαρας, σύμφωνα με χρησμό της εποχής- ο οποίος και επαληθεύτηκε. Έχοντας πάντα τον τίτλο στο μυαλό του, ο θεατής μπορεί να είναι σίγουρος την ταινία που πρόκειται να δει, πολύ πριν μπει στην αίθουσα.
Ο Κλούνεϊ χρησιμοποιεί ως αφετηρία του την ιστορία της καμπάνιας ενός δημοκρατικού υποψηφίου για το χρίσμα τον προεδρικών εκλογών, φιλοδοξώντας να καταγράψει τους αιώνιους μηχανισμούς των παιχνιδιών που κρύβονται πίσω από την γοητεία της εξουσίας και τη συνακόλουθη διαφθορά. Συγκεντρώνοντας ένα απαστράπτον, οσκαρικό καστ, με προεξάρχοντες τον ίδιο και τον Ράιαν Γκόσλινγκ, αλλά και τους Φίλιπ Σέιμουρ Χοφμαν και Μαρίσα Τομέι στο κοντινό φόντο, στήνει ένα φιλμ στη λογική των πολιτικών ταινιών του `70, με ευθείες αναφορές στο σινεμά του Λιούμετ.
Ο Στίβεν Μάιερς του Γκόσλινγκ είναι ο φαινομενικά ατσαλάκωτος ήρωας του δράματος, ένας νέος άνθρωπος με ιδιαίτερες ικανότητες και αντίληψη των πολιτικών συγκυριών, που θα κάνει ό,τι μπορεί για να υποστηρίξει την υποψηφιότητα του αφεντικού του, Μάικ Μόρις (Κλούνεϊ). Όλα αυτά δηλαδή μέχρι τη στιγμή που θα βρεθεί στο επίκεντρο ενός πολιτικού σκανδάλου, ανήμπορος να ξεχωρίσει συμμάχους από εχθρούς, συνειδητοποιώντας (κάπως αργά και μάλλον αφελώς) την πραγματική φύση της πολιτικής.
Ο Κλούνεϊ, όντας μία από τις πλέον πολιτικοποιημένες φωνές του Χόλιγουντ αυτή τη στιγμή, δείχνει αρκετό θάρρος στην πρόθεσή του να σκιαγραφήσει τον ιδανικό -τύπου Ομπάμα- πολιτικό (και όσους αλλοτριώνει στο πέρασμά του) ως ένα ακόμη διεφθαρμένο ανδρείκελο της εξουσίας, αλλά το όραμά του ξεμένει από καύσιμα λίγο πριν τα μισά της διαδρομής.
Είναι κατά βάση το σενάριο που τον προδίδει, με τους προβλέψιμους διαλόγους, τα δήθεν αναπάντεχα τουίστ και τα άνευρα «ευρήματα». Αντί ωστόσο η σκηνοθεσία να προσπαθήσει να ελέγξει τα παραπάνω, πέφτει στην παγίδα των χάρτινων χαρακτήρων, μετατρέποντάς τους -μέσω των ερμηνειών κυρίως- σε αναληθοφανείς καρικατούρες. Και αυτό που είναι μια συμπαθητική πολιτική ταινία δεν απογειώνεται ποτέ στο στιβαρό φιλμ που περιμέναμε από τον Κλούνεϊ.
Όταν μια σειρά σαν το «The Good Wife» καταφέρνει να πει περισσότερα για το κοινωνικο-οικονομικό σύστημα της Αμερικής από την πλέον πολιτική ταινία της χρονιάς, το Χόλιγουντ θα πρέπει να αρχίσει να σκέφτεται σοβαρά τα μαθήματα συγγραφής από την τηλεοπτική του βιομηχανία.
Φαίδρα Βόκαλη