Μαρία Κεχαγιόγλου - Μαρία Ναυπλιώτου Στα όρια

27.03.2007
Μπορεί να διακρίνει κανείς περισσότερα από ένα κοινά στις δύο Μαρίες. Την πίστη τους στην τέχνη της υποκριτικής. Την αυστηρή επιλογή των ρόλων που υποδύονται. Και φυσικά το γεγονός ότι τόλμησαν να σηκώσουν το «γυναικείο» βάρος στην Ψυχή Στο Στόμα του Γιάννη Οικονομίδη...

Συνεντεύξεις στον Μανώλη Κρανάκη/Φωτογραφίες: Daniel Αnast

Πώς ακριβώς σας περιέγραψε ο σκηνοθέτης το ρόλο σας για την ΨΥΧΗ ΣΤΟ ΣΤΟΜΑ; Είχατε ήδη δει το ΣΠΙΡΤΟΚΟΥΤΟ;
Μαρία Κεχαγιόγλου: Το πρώτο πράγμα που μου είπε ο Γιάννης Οικονομίδης ήταν «Θέλω να κάνω μία ταινία. Δεν υπάρχει σενάριο, αυτή είναι η ιδέα, θα είναι μία μεγάλη περιπέτεια και θέλω να είσαι μαζί μου». Αυτή είναι μία κουβέντα που τη λες και μπορεί να μην σημαίνει και τίποτα. Με τον χρόνο ανθίζουν οι σχέσεις, αν είναι να ανθίσουν. Μπορεί αυτό να το ακούσει κάποιος και να τρομάξει. Ομως ήταν μία σοβαρή προσέγγιση. Μου έδωσε να δω το Σπιρτόκουτο. Με ενδιέφερε πάρα πολύ. Δεν βλέπω συχνά ελληνικές ταινίες με τόλμη, σκηνοθετική ματιά, πάθος. Οταν το βλέπω αυτό, μου αρκεί. Εβλεπα ότι ήταν επιτακτική ανάγκη αυτού που την έκανε. Και το πράγμα χτίστηκε μέσα από ενάμισι χρόνο μέχρι που έγιναν τα γυρίσματα...
Μαρία Ναυπλιώτου: Η γνωριμία μας με τον Γιάννη ήταν παράξενη. Είχα ανέβει στο φεστιβάλ Θεσσαλονίκης και, στο λόμπι ενός ξενοδοχείου, ο Γιάννης μου είπε με τον γνωστό πληθωρικό τρόπο του ότι με είχε δει στο θέατρο, ότι του άρεσα πολύ και ότι έχει κλείσει το καστ, αλλά θα ήθελε πολύ να συνεργαστούμε. Μου άρεσε που ήταν τόσο πολύ καθαρός. Του είπα ότι και εγώ θέλω. Με πήρε τηλέφωνο. Είδα και το Σπιρτόκουτο, το οποίο μου άρεσε πάρα πολύ και μου είπε ότι γράφει ένα ρόλο για μένα - τρεις σκηνές. Του είπα ναι, χωρίς να το σκεφτώ παραπάνω.

Υπήρξε κάποια στιγμή που δειλιάσατε; Κάποια στιγμή που πιστέψατε ότι υπερβήκατε τα όρια σας;
Μ.Κ.: Ηταν δύσκολα τα πράγματα. Το πρόβλημα ήταν να πάρω την απόφαση να εκτεθώ προσωπικά με έναν τέτοιο ρόλο. Εβρισκα συνεχώς δικαιολογίες, αλλά στην ουσία αρνιόμουν να βγάλω από μέσα μου τα κομμάτια που ήταν κοινά με αυτά του ρόλου. Ολη η προετοιμασία της ταινίας ήταν πολύ επώδυνη. Στο γύρισμα απελευθερώθηκα. Φόρεσα τα ρούχα αυτής της γυναίκας, έγινε το μακιγιάζ και στα γυρίσματα μπορώ να πω ότι ένιωθα μέχρι και ηδονή παίζοντας.
Μ.Ν: Εντάξει, είπαμε πολλά σε αυτή την ταινία. Το βλέπεις εξάλλου. Του έχω απόλυτη εμπιστοσύνη του Οικονομίδη. Αυτό που κάνει δεν το κάνει για να εντυπωσιάσει. Το κάνει επειδή το πιστεύει. Από αυτή την πλευρά βλέπει τα πράγματα. Είναι κάτι πολύ καθαρό και ειλικρινές. Και είναι τόσο πιστός σε αυτό που θέλει να κάνει. Οχι, δεν είχα καμία αμφιβολία. Απλά κάποια στιγμή είπα «Παιδιά εγώ τόσες βρισιές ξέρω, πρέπει να μου μάθετε κι άλλες». Τον πίστεψα από την αρχή μέχρι το τέλος.

Ηταν πείραμα για σας;
Μ.Κ.:
Οσο μεγαλώνω, νιώθω ολοένα και πιο πολύ την ανάγκη να βρίσκομαι με ανθρώπους που έχουμε κοινά ζητούμενα. Και ευτυχώς αυτό συμβαίνει. Στη συγκεκριμένη ταινία κάποιοι άνθρωποι καταφέραμε και ενωθήκαμε και υποστηρίξαμε αυτό που πιστεύουμε. Αυτό είναι πολύτιμο για μένα. Είναι κάτι που θέλω να μου συμβαίνει. Κάτι που το ψάχνω.
Μ.Ν: Ο Γιάννης ήθελε να κάνω κάτι που κανείς άλλος σκηνοθέτης δεν θα μου το ζητούσε. Λένε ότι έχω κάτι πιο σοβαρό, αλλά λαχταρούσα πολύ να κάνω κάτι τέτοιο, γιατί πίστεψα ότι μπορώ να το κάνω. Και μόνο που μου έδωσε αυτήν την ευκαιρία, ήταν ο κύριος λόγος για να τον εμπιστευτώ.

Τι σημαίνει για σας «τολμηρό»; Υπάρχει κάποιο όριο στο οποίο θα τραβούσατε τη γραμμή;
Μ.Κ.:
Τολμηρό μπορεί να είναι και μία πολύ απλή πράξη. Δεν σημαίνει ότι πρέπει να κάνεις κάτι ακραίο για να είσαι τολμηρός. Τολμηρό μπορεί να είναι το μη αναμενόμενο. Το αντίθετο του κλισέ. Κάτι που σε ξαφνιάζει... Μ.Ν: Στη δουλειά που κάνουμε έτσι κι αλλιώς υπερβαίνεις κάποια όρια για να υποδυθείς κάποιον άλλο. Ηδη αυτό είναι μία υπέρβαση, κάτι τολμηρό. Σε κάθε περίπτωση, χρειάζομαι τη συνθήκη της εμπιστοσύνης και του απόλυτα αναγκαίου, έτσι όπως το ορίζω εγώ και ο συνεργάτης μου.

Πόσο εύκολο ήταν να «βγείτε» από αυτόν τον χαρακτήρα σε όλη τη διάρκεια των προβών και μετά στο γύρισμα;
Μ.Κ.:
Υπάρχουν κάποιοι ρόλοι που τους σκέφτεσαι όλη μέρα. Και ουσιαστικά χρησιμοποιείς την καθημερινότητα σου για να κάνεις πιο οικείο το ρόλο. Υπό αυτή την έννοια μπορείς να φέρεις συμπεριφορές του ρόλου και στην προσωπική σου ζωή. Ακόμη και κάνοντάς το σαν πλάκα, σαν παιχνίδι, σαν πείραμα. Αυτό συμβαίνει όταν υπάρχουν πολλές απαιτήσεις, όταν ο σκηνοθέτης ζητάει κι άλλα. Δεν του φτάνουν αυτά που του δίνει ο ηθοποιός. Στις πρόβες ζορίστηκα πολύ, αλλά από όλη αυτήν την ιστορία έμαθα και πολλά.
Μ.Ν.: Την ώρα που τελειώνει η πρόβα, την ώρα που ακούγεται το «cut», την ώρα που πέφτει η αυλαία στο θέατρο, ο ρόλος έχει τελειώσει. Αν δεν το έκανα αυτό θα είχα τρελαθεί.

Τι γνώμη έχετε για τις γυναίκες που υποδύεστε στην ταινία;
Μ.Κ.:
Δεν μπορώ να την κρίνω, αλλά μπορώ να μιλήσω γι' αυτήν την γυναίκα. Οπως και οι περισσότεροι στην ταινία, είναι άτομο εγκλωβισμένο σε έναν κόσμο που δεν ξέρει να διαχειριστεί ή στον ίδιο της τον εαυτό. Δεν έχει άλλο τρόπο επαφής εκτός από τις συγκρούσεις, με επιθετικότητα και με βία. Μία βία που πηγάζει από μέσα μας, καταρχάς, αλλά και από γύρω μας. Οταν γίνεσαι καθημερινά δέκτης βίας, αντανακλαστικά αντιδράς και εσύ βίαια. Αυτή η γυναίκα είναι απελπισμένη, αλλά και ποιητική. Εχει την ποίηση του ανθρώπου που ξέρει ότι είναι καμένος, αλλά πεισματικά εξακολουθεί να τεντώνει το σκοινί μέχρι το τέλος.
Μ.Ν: Είναι τρελή, πολύ τρελή. Αλλά έχει και τα δίκια της. Η καταπίεση την έχει φέρει σε αυτό το σημείο, να ξεσπάει έτσι και να βρίζει με αυτό τον τρόπο.

Εσείς αντιδράτε βίαια;
Μ.Κ.:
Εχω και αυτή την πλευρά. Νιώθω τόσο πιεσμένη ώστε νιώθω την ανάγκη να ξεσπάσω. Ολοι δεν κρύβουμε ένα τέρας μέσα μας; Μικρό ή μεγάλο. Το αποσιωπούμε; Δεν μιλάμε γι' αυτό;
Μ.Ν: Θυμώνω πολύ.

Ποια είναι η γνώμη σας για τον ελληνικό κινηματογράφο;
Μ.Κ.:
Εχω την εντύπωση ότι υπάρχει ένα καθεστώς πολύ συντηρητικό και κλειστό στο ελληνικό σινεμά. Είναι σαν να έχουν αποφασίσει κάποιοι ότι ελληνική ταινία είναι μία συνταγή και τέλος, και όποιος πάει να δοκιμάσει κάτι άλλο αλίμονο του. Δεν δίνεται ο παραμικρός χώρος για το καινούργιο. Αλλά εγώ πιστεύω ότι αυτός που έχει πείσμα και κάτι να πει θα το πει. Υπάρχουν σκηνοθέτες που θαυμάζω γιατί επιμένουν σε ένα σύστημα που όχι μόνο δεν τους βοηθάει αλλά τους πολεμάει κιόλας.
Μ.Ν.: Εγινα ηθοποιός λόγω του κινηματογράφου. Μεγάλωσα βλέποντας ταινίες σε ένα θερινό από το μπαλκόνι της κουζίνας του σπιτιού μου. Εχουμε πάρα πολύ καλούς νέους σκηνοθέτες στους οποίους δεν δίνεται η ευκαιρία. Το ζήτημα είναι να γίνονται ταινίες. Κάποιες θα είναι κακές, κάποιες θα είναι μέτριες και μία - δύο θα είναι καλές. Κάπως έτσι θα πάνε τα πράγματα μπροστά.

Πώς ακριβώς επιλέγετε έναν ρόλο; Σας εκφράζουν όλοι οι διαφορετικοί ρόλοι που έχετε παίξει μέχρι στιγμής;
Μ.Κ.: Αν βρω κάτι ενδιαφέρον στο ρόλο ή στη συνεύρεσή μου με τον σκηνοθέτη, αν με πείσει και με πάρει μαζί του, εγώ είμαι έτοιμη να ακολουθήσω. Ειδικά στο σινεμά, δεν μπορείς να φτιάξεις μόνος σου ένα ρόλο.
Μ.Ν.: Κάποιες φορές είναι το σενάριο, κάποιες είναι ο σκηνοθέτης. Δεν είναι ένα πράγμα. Μία ατμόσφαιρα από ένα σενάριο, μία σκηνή... Σε όλους τους ρόλους προσπαθώ να βρω πράγματα τα οποία μου ταιριάζουνε για να γλιστρήσω μέσα τους, να τους κατανοήσω πιο εύκολα. Πρωταρχικός μου σκοπός είναι να μην υποτιμώ τις ηρωίδες μου.

Τι θεωρείτε πιο σημαντικό: την αποδοχή των συναδέλφων, την αποδοχή του κοινού ή την αποδοχή από τον εαυτό σας;
Μ.Κ.:
Είναι η χαρά του ότι κατάφερα να λειτουργήσω. Πέρα από τις κριτικές και τις γνώμες, το ξέρεις εσύ πρώτα. Πάντα όμως σκέφτομαι και με προβληματίζει μία αρνητική κριτική.
Μ.Ν: Το πρώτο κριτήριο είναι να έχω ικανοποιηθεί εγώ. Και μετά είναι και τα δύο. Μου αρέσει όταν υπάρχει αποδοχή από το κοινό, αλλά όχι από τους κριτικούς, αλλά και το αντίθετο. Το να σου πει κάποιος καλά λόγια, είναι χαρά. Οπως και με το βραβείο στη Θεσσαλονίκη, χάρηκα πολύ. Πρώτον γιατί δεν το περίμενα και δεύτερον γιατί χάρηκα επειδή ακούστηκε μία ταινία που άξιζε καλύτερης μεταχείρισης. Ενας άνθρωπος όμως που αγαπάει τη δουλεία του δεν μπορεί να σταματήσει ούτε σε μία καλή ούτε σε μία κακή κριτική. Η κακή κριτική όταν δεν είναι εμπαθής με βάζει σε σκέψεις.

Τι μπορεί να σας προκαλέσει οργή και απελπισία όπως στις ηρωίδες σας;
Μ.Κ.: Αυτό που με θυμώνει πιο πολύ είναι η αδικία.
Μ.Ν.: Με θυμώνει παρά πολύ η βλακεία. Πλέον ζούμε σε μία κοινωνία όπου όλοι, χωρίς να γνωρίζουν τίποτα, βγαίνουν και μιλούν για οτιδήποτε. Αλλά κι ο τρόπος που φέρεται η κοινωνία στα παιδιά, οι μεγάλες και μικρότερες αδικίες της ζωής... Γενικά με θυμώνουν οι αδικίες. Και γίνομαι τρομερά επιεικής με τους ανθρώπους που έχουν καλές προθέσεις. Οταν διακρίνω τιμιότητα και ειλικρίνεια, επικροτώ.

Και τι κάνετε γι' αυτό;
Μ.Κ.: Ψάχνω να βρω ανθρώπους με τους οποίους πιστεύουμε τα ίδια πράγματα. Δεν ξέρω αν κάνω πολλά πράγματα, για να είμαι ειλικρινής. Σκέφτομαι, όμως...
Μ.Ν.: Εχω ένα κύκλο ανθρώπων μέσα στον οποίο αισθάνομαι ασφαλής, αλλά δεν κάθομαι σπίτι μου. Παίρνω θέση και παρακολουθώ για να ξέρω τι συμβαίνει...

Εχετε κάποιον σκηνοθέτη που αγαπάτε πολύ;
Μ.Κ.:
Μου αρέσει πολύ ο Τζον Κασαβέτης.
Μ.Ν.: Ο Ινγκμαρ Μπέργκμαν και ο Κριστόφ Κισλόφσκι.

Info
Η Μαρία Κεχαγιόγλου έχει πρωταγωνιστήσει, ανάμεσα σε άλλες ταινίες, στο Μπραζιλέρο του Σωτήρη Γκορίτσα και στο Κι Αν Φύγω Θα Ξανάρθω της Δώρας Μασκλαβάνου. Στην Ψυχή Στο Στόμα υποδύεται την Ειρήνη, μία γυναίκα που αποδρά από την αποπνικτική ατμόσφαιρα του σπιτιού της εξασκώντας βία στον σύζυγό της και στην ίδια την παραμελημένη γυναικεία της ταυτότητα.
Η Μαρία Ναυπλιώτου έχει πρωταγωνιστήσει στην Χορωδία Του Χαρίτωνα του Γρηγόρη Καραντινάκη και στο Πεθαίνοντας Στην Αθήνα του Νίκου Παναγιωτόπουλου. Στην Ψυχή Στο Στόμα υποδύεται την Πόπη, μία γυναίκα στα όρια της υστερίας που θα επιτεθεί στον κεντρικό ήρωα, κομμάτι και αυτή μιας κοινωνίας σε κρίση. Βραβείο δεύτερου γυναικείου ρόλου στα Κρατικά Βραβεία Ποιότητας 2006.