Οι Σιωπηλές Φωνές του Δημήτρη Μπίτου [συνέντευξη]

08.02.2012
Οι «Σιωπηλές Φωνές» είναι ίσως η πιο ανατρεπτική παράσταση της φετινής χρονιάς, καθώς παρουσιάζεται στις 6.00 το πρωί στο Παλαιό Βυρσοδεψίο στο Βοτανικό.

Οι «Σιωπηλές Φωνές» είναι ίσως η πιο ανατρεπτική παράσταση της φετινής χρονιάς, καθώς παρουσιάζεται στις 6.00 το πρωί στο Παλαιό Βυρσοδεψίο στο Βοτανικό.
Στην ενδιαφέρουσα αυτή παράσταση ο σκηνοθέτης Δημήτρης Μπίτος επιχειρεί να αναμετρηθεί μ’ ένα κείμενο-ντοκουμέντο, όπου δεν έχει τίποτα επινοηθεί: άνδρες και γυναίκες, πέρα από σκοπιμότητες και εξωραϊσμούς καταθέτουν ο καθένας τη δική του μαρτυρία, συνθέτοντας μία μοναδική εικόνα του 20ού αιώνα.

Μιλήσαμε με τον Δημήτρη Μπίτο για το τι συνιστά την παράσταση αυτή, για την επιλογή του να ανεβάσει ένα έργο στο φως της… αυγής, αλλά και για τις επιλογές της ομάδας ΑΣΙΠΚΑ γενικότερα.


Τι βλέπουμε στις ‘Σιωπηλές Φωνές΄;

Οι Σιωπηλές Φωνές είναι μια παράσταση που βασίζεται στο ομώνυμο βιβλίο της Μαρούλας Κλιάφα, που περιλαμβάνει 69 αυτούσιες μαρτυρίες του περασμένου αιώνα, καλύπτοντας ένα ιστορικό φάσμα που ξεκινάει από τις αρχές του 20ου αιώνα και την περίοδο της Κολιγιάς στην Ελλάδα, συνεχίζει με τους Βαλκανικούς Πολέμους, τους δύο Παγκόσμιους,, Κατοχή, Εμφύλιο, Δεκεβριανά, Βάρκιζα, καλύπτει όλα τα μεταναστευτικά ρεύματα και την περίοδο του Ψυχρού πολέμου.
Στην παράσταση περιλαμβάνονται μερικές μόνο από αυτές τις μαρτυρίες. Πρόκειται για υλικό ντοκουμέντο, όπου δεν έχει τίποτα επινοηθεί.
Ο τρόπος αφήγησης αυτών των ιστοριών στοχεύει στο να αποδοθεί κυρίως αυτό που δεν ακούγεται, ο σιωπηλός κόσμος που κουβαλά μαζί της κάθε ιστορία. (Ούτως ή άλλως πρόκειται για ιστορία αποσιωπημένη)

Πόσο εύκολα μπορούν να χωρέσουν ιστορικές μαρτυρίες του 20ου αιώνα στην Ελλάδα σε μια παράσταση και να αποδοθούν θεατρικά ;

Πολύ δύσκολα, κι αυτό έχει να κάνει με τον τρόπο αφήγησης τέτοιων ιστοριών και τον κίνδυνο που έχει αυτό το υλικό να οδηγήσει σε μια γραφική ή φοκλόρ ΄αναπαράσταση΄ . Ούτως ή άλλως για μας η πρόκληση είναι να επινοήσουμε νέους τρόπους αφήγησης και μια νέα πραγματικότητα που να μας περιέχει επι σκηνής. Άλλωστε αυτές οι μαρτυρίες μ’ ένα τρόπο κυκλοφορούν μέσα μας, όλοι μας έχουμε βιώματα – αναφορές, ακούσματα, και διατρέχουν τη ζωή μας και το περιβάλλον μας.
Στοίχημα πάντα είναι η παραγωγή και όχι η ανα-παραγωγή μιας ιστορίας, γι αυτό και δουλεύουμε περισσότερο με τους εαυτούς μας, παρά με τον υποτιθέμενο ‘’ρόλο’’. Ειδικά σ΄αυτή την περίπτωση αυτό έχει εξαιρετικό ενδιαφέρον και κάτι διαφορετικό θα ήταν εντελώς ανούσιο.

Ήταν πρόκληση για σας να αναμετρηθείτε σκηνοθετικά μ’ ένα κείμενο – ντοκουμέντο ;

Για μας είναι είναι πρόκληση όταν το υλικό είναι ‘ζωντανό’ και μας ενδιαφέρει πολύ αυτό που μπορεί να χαρακτηρίσει κανείς Θέατρο-ντοκυμαντέρ, θεωρώντας μάλιστα αυτή τη στιγμή τρομερά επίκαιρο όλο αυτό το υλικό που ουσιαστικά πρόκειται για μια ιστορία που μοιάζει να επαναλαμβάνεται κυκλικά, και είναι αναγκαίο να κατανοηθεί για να κατανοήσουμε και τους εαυτούς μας σήμερα, ιδιαίτερα αυτή τη χρονική στιγμή στην Ελλάδα.

Γιατί αυτή η παράσταση ανεβαίνεις τις 6.00 το πρωί ; Υπάρχει κάποιος συμβολισμός πίσω από αυτή την επιλογή ;

Εκεί μας οδήγησε η ανάγκη μας να εμπλακούμε ως συμμέτοχοι σ’ αυτή την ιστορία δημιουργικά και να εμπλέξουμε και τους θεατές καλώντας τους σε μια πιο συνειδητή και ενεργητική συμμετοχή απέναντι σε μια τέτοια παράσταση, ευελπιστώντας να εμπνευστούμε όλοι για μια πιο ενεργητική με μεγαλύτερη κατανόηση και υπευθυνότητα, συμμετοχή στην πραγματικότητα που μας περιβάλει.
Για αυτό και η ώρα της παράστασης δεν είναι τυχαία, ούτε προιόν σκέψης. Είναι απόφαση στην οποία μας οδήγησε η διαδικασία δουλειάς και η επιλογή αυτού του υλικού. Το ίδιο το υλικό μας αφύπνισε με τέτοιο τρόπο καθώς και η διαδικασία της δουλειάς μας που βασίζεται, στο ΄ξεβόλεμα΄στην επιστροφή στις αισθήσεις, στη σιωπή. Δουλεύουμε συχνά κοντά στη φύση και πολύ πρωινές ώρες έξω από την καλοκουρδισμένη μηχανή που αποτελεί συχνά η καθημερινότητα μας. Αυτό είναι ένα τεράστιο δώρο για μας που θελήσαμε να το προσφέρουμε. Κρυφή προσδοκία μας είναι πάντα να προσφέρουμε την έκπληξη και σε μας και στους θεατές που θα ανταποκριθούν σ’ αυτή την πρόσκληση.
Συμβολισμοί γεννιούνται διαρκώς και είναι συγκινητικά αυτά που καταθέτουν κάθε φορά οι ίδιοι οι θεατές που συμμετέχουν σ ε κάθε παράσταση. Γι αυτό και θεωρούμε ότι περισσότερο από άλλες είναι μια παράσταση που δεν τελειώνει.
Άλλωστε στόχος μας είναι να ταξιδέψουμε αυτή την παράσταση τόσο στην Ελλάδα όσο και στο εξωτερικό, ενσωματώνοντας κι άλλες μαρτυρίες, υλικό- ντοκουμέντο ακόμη και ηθοποιούς ή άλλους δημιουργούς που θα συναντήσουμε.

Στο παρελθόν ανεβάσατε το «Τρίπτυχο του Heiner Muller» (2008) στις τουαλέτες του BIOS, τώρα μια παράσταση στο φως της... αυγής. Σας αρέσει να προκαλείτε το κοινό και πως ανταποκρίνεται το ελληνικό κοινό σ’ αυτήν ;

Στόχος μας δεν είναι η πρόκληση, αν και είναι αναπόφευκτες όταν παίρνεις ένα διαφορετικό δρόμο, τέτοιες ερμηνείες. Ίσως πρόκειται για μια διαφορετική πρόσκληση. Προσδοκούμε συνήθως το ‘’ξεβόλεμα’’, τη μετατόπιση μας και να εκπλήξουμε τους εαυτούς μας και το κοινό. Όλο αυτό είναι περισσότερο τρόπος ζωής και άσκησης. Μας ενδιαφέρει να νιώθουμε περισσότερο δημιουργοί, παρά ‘’ηθοποιοί’’, ‘’σκηνοθέτες’’ ή ότι άλλο.
Όταν αποφασίσαμε να κάνουμε αυτή την παράσταση είμασταν προετοιμασμένοι για να παίξουμε έστω για ένα θεατή και μας έκαναν εντύπωση οι αντιδράσεις συχνά θυμωμένων φίλων, γνωστών και περισσότερο ανθρώπων του ‘χώρου’ που προσπαθούσαν να μας ‘συνετίσουν’, σε κάποιες περιπτώσεις μάλιστα, με μια κρυφή οργή του τύπου ‘εσείς θα αλλάξετε τον κόσμο ;΄. Αυτό ήταν εξαιρετικά ενδιαφέρον. Τελικά η ανταπόκριση του κόσμου, όπως και στο ‘Τρίπτυχο’ παλιότερα είναι συγκινητική. Η συνάντηση για μας, με το κόσμο που έρχεται είναι πολύ δυνατή και συχνά νιώθεις την ανάγκη στο τέλος να τους χειροκροτήσεις εσύ.

Ετοιμάζεται κάτι καινούριο με την ΑΣΙΠΚΑ ;

Ναι. Καταρχήν σκοπεύουμε να εξελίξουμε τις ΄Σιωπηλές Φωνές΄ και ταυτόχρονα αυτή την περίοδο κάνουμε πρόβες πάνω στο έργο του Δ. Δημητριάδη ‘’Η Ζάλη των Ζώων πριν τη Σφαγή’’, η πρεμιέρα του οποίου προγραμματίζεται ... προσεχώς.

Γεωργία Οικονόμου
[email protected]