Ουγκέτσου Μονογκατάρι (1953)

22.07.2011
Ένα μαγευτικό φιλμ - συνήθης ύποπτος στις λίστες των κριτικών με τις δέκα καλύτερες ταινίες όλων των εποχών, από τον σημαντικότερο, κατά τον Γκοντάρ, Ιάπωνα σκηνοθέτη.

Μόνο ο ίδιος ο Μιζογκούτσι μοιάζει να μην συμφωνούσε με τις ελεγείες που έγραφαν οι κριτικοί για το έργο του. Πάντοτε εξέφραζε δυσαρέσκεια για το τελικό αποτέλεσμα των ταινιών του ή ταπεινά έλεγε: «Δεν χρησιμεύουν παρά για ψυχαγωγία, αλλά είναι παιδιά μου και τα αγαπώ». Άνθρωπος δύστροπος, αυταρχικός και δύσκολος με τους συνεργάτες του, αλλά πάνω από όλα τελειομανής, σαν μικρό παιδί εξέφραζε μετριοφροσύνη, χαμογελώντας κατά βάθος για τους επαίνους που εισπράττει.

Το «Ουγκέτσου» τον βρίσκει στο αποκορύφωμα της ωριμότητάς του, έχοντας πίσω του πάνω από 70 φιλμ τόσο από την περίοδο του βουβού όσο και του ομιλούντος κινηματογράφου. Με σκηνικό την επαρχιακή, μεσαιωνική Ιαπωνία που μαστίζεται από εμφυλίους, αντλεί έμπνευση κυριολεκτικά από ανατολή και δύση.

Παντρεύοντας δύο φαινομενικά ασύμβατα λογοτεχνικά σύμπαντα, δύο ιστορίες φαντασμάτων από την ομώνυμη συλλογή του Ακινάρι Ουέντα από τον 18ο αιώνα και ένα σύντομο διήγημα του Γκι Ντε Μοπασάν, το «Ουγκέτσου» είναι μια ταινία που αρνείται την κατηγοριοποίηση, όντας πάνω από όλα ένα δημιούργημα του μεγαλοφυούς σκηνοθέτη της. Οι ετερόκλητες πηγές δεν προδίδονται πουθενά στην σφιχτοδεμένη πλοκή που αναπνέει σαν κάτι εντελώς καινούριο.

Στο επίκεντρο βρίσκονται δύο φτωχά ζευγάρια – οι άντρες, ξεσηκωμένοι από την δεδομένη αναστάτωση του πολέμου, αποφασίζουν να κυνηγήσουν την τύχη τους: ο κεραμοποιός να κερδίσει πλούτη, ο αγρότης να μεταμορφωθεί σε σαμουράι. Στην πορεία οι τέσσερίς τους θα ξεκοπούν, οι άνδρες κυνηγώντας τις δικές τους χίμαιρες και οι γυναίκες πληρώνοντας ακόμη βαρύτερο τίμημα για επιλογές που ουσιαστικά δεν ήταν δικές τους.

Στα χέρια του Μιζογκούτσι το φανταστικό, το μελόδραμα και η αντιπολεμική διαμαρτυρία μετατρέπονται σε έκφραση του αιώνιου ανθρώπινου δράματος, της φιλοδοξίας και της παροξυσμικής επιθυμίας που δίνει θάρρος πέρα από το ρεαλιστικό ζύγιασμα των καταστάσεων.

Η αεικίνητη κάμερα του Μιζογκούτσι δημιουργεί μια ασταμάτητη ροή γεγονότων και σύνδεσης ιστοριών. Μια ρευστή πραγματικότητα που με αξιοθαύμαστη ευελιξία μετακινείται αδιάκοπα από το ρεαλιστικό (η δίνη του πολέμου, η βία, ο αγώνας για επιβίωση, οι καθημερινές εργασίες) στο απόκοσμο (φαντάσματα που έρχονται να απαιτήσουν ή να προσφέρουν παρηγοριά, η φύση καλυμμένη από μια άχλη μυστηρίου).

Πέρα όμως από κάθε ανάλυση το «Ουγκέτσου» είναι μια ταινία οδυνηρά όμορφη. Όπως τα ανεκπλήρωτα όνειρα που βασανίζουν τους ήρωές του, οι ομιχλώδεις εικόνες του, γεμάτες λυρισμό και ωμή δύναμη, είναι καταδικασμένες να παραμείνουν για πολύ καιρό στη μνήμη σας.