On a Clear Day You Can See Forever

22.06.2007
Για τις καθαρές μέρες της ζωής μας, για το πάντα, το οποίο πολλές φορές απειλείται από το ποτέ, αλλά και για τις δύο ώρες κάθε ταινίας που σου ανοίγει οριστικά το μυαλό...

Για τις καθαρές μέρες της ζωής μας, για το πάντα, το οποίο πολλές φορές απειλείται από το ποτέ, αλλά και για τις δύο ώρες κάθε ταινίας που σου ανοίγει οριστικά το μυαλό...

Επιμέλεια: Μανώλης Κρανάκης

Το τελευταίο μιούζικαλ (;) του Βινσέντε Μινέλι είναι περισσότερο ένα όνειρο που διαθλάται στην πραγματικότητα, παρά μία πραγματικότητα. Αταξινόμητο κομμάτι που θα μπορούσε να περιγραφεί ως «ψυχεδελικό love story ψυχαναλυτικής επιστημονικής φαντασίας», είναι τελικά μία ταινία που δεν ανήκει σε κανένα είδος, γιατί επίμονα και ευρηματικά αντλεί από σχεδόν ολόκληρη την παράδοση του τι μπορεί να είναι ο κινηματογράφος για να σπάσει τα όρια κάθε συμβατότητας πριν απογειωθεί σ' ένα παραισθησιογόνο camp ανοσιούργημα παιδικής διαύγειας, προεφηβικής σύγχυσης και ενήλικης αμετροέπειας.

Κρύβοντας τις πραγματικές του διαθέσεις πίσω από μία ιστορία που είναι λογικό να γεννήθηκε (και να πέθανε) στο Μπρόντγουεϊ, οι περιπέτειες της Ντέιζι, η οποία στην προσπάθειά της να κόψει το κάπνισμα θα ζητήσει τη βοήθεια ενός ψυχαναλυτή, πριν ανακαλύψει ότι στην προηγούμενη της ζωή ήταν η Μελίντα, μία Αγγλίδα του 19ου αιώνα, είναι μόνο η πρόφαση για ένα απροκάλυπτο homage στην σεξουαλική απελευθέρωση της δεκαετίας του εβδομήντα. Πίσω από αυτό το χαοτικό live action υποβόσκει η οριστική αποκαθήλωση της τάξης, του καθωσπρεπισμού και μίας ολόκληρης εποχής. Μιας εποχής που δεν θα επέτρεπε ποτέ στην Ντέιζι να ονειρεύεται άλλες ζωές, φτιάχνοντας στην ταράτσα του σπιτιού της στη Νέα Υόρκη έναν παράδεισο από λουλούδια τα οποία έχουν ανθήσει ταχύτατα και σ' έναν σκηνοθέτη να προχωρήσει σ' ένα project τόσο αλλόκοτο, αλλά ταυτόχρονα τόσο παιδικό σαν ένα αυτοσχέδιο τηλέ-κατευθυνόμενο παιχνίδι.

Οπως, όμως, πολλά παιχνίδια (αυτοσχέδια ή μη), το φιλμ έμελλε να «χαλάσει» ήδη πριν μπει σε λειτουργία. Το τρίωρο έπος που οραματίστηκε ο Βινσέντε Μινέλι κόπηκε χωρίς καμία λογική από τους παραγωγούς που απαίτησαν ένα δίωρο commercial gadget, οι σχέσεις της Μπάρμπρα Στρέιζαντ με τον Ιβ Μοντάν κατέστρεψαν οποιαδήποτε χημεία θα έστελνε την ερωτική ιστορία τους στην αιωνιότητα και οι σκηνές του νεαρού τότε Τζακ Νίκολσον μειώθηκαν τόσο πολύ, ώστε να στερήσουν από την κοινή θέα το ντουέτο του με τη Στρέιζαντ που θεωρείται ήδη κάτι σαν «χαμένος θησαυρός».

Ακόμη, όμως κι έτσι, ό,τι ξεκινάει και τελειώνει σαν ένα από τα πιο παράξενα «όνειρα» που κινηματογραφήθηκαν ποτέ παραμένει μία από τις πιο προσωπικές ταινίες ενός μεγάλου σκηνοθέτη, δείγμα και αποθέωση του μοναδικού στιλ και των ιδιαίτερων εμμονών του. Κι ακόμα, ένας προσωπικός θρίαμβος μιας μεγάλης ντίβας, της Μπάρμπρα Στρέιζαντ σε ερμηνευτικό (και όχι μόνο) επίπεδο, μία συλλογική διαυγής απάντηση στο «ποιοι είμαστε, πού πάμε και τι θέλουμε» και στην ουσία του ένα μελαγχολικό σχόλιο πάνω στο ανώφελο της όποιας υπαρξιστικής θεωρίας. Σχεδόν σαν ένα χάπι με το οποίο βρίσκεσαι εκεί ακριβώς απ όπου δεν θα ήθελες να φύγεις ποτέ.

Για τις καθαρές μέρες της ζωής μας, για το πάντα, το οποίο πολλές φορές απειλείται από το ποτέ, αλλά και για τις δύο ώρες κάθε ταινίας που σου ανοίγει οριστικά το μυαλό... Επιμέλεια: Μανώλης Κρανάκης

if you like this...

...δείτε το Meet Me In St Louis (1944, Βινσέντε Μινέλι, περιοχή 1, Warner Home Video), ώστε να θυμάστε για πάντα το πιο απαστράπτον μιούζικαλ που είδατε ποτέ!

... ξαναδείτε το The Band Wagon (1953, Βινσέντε Μινέλι, Warner Home Video), αν μη τι άλλο, για το νούμερο ανάμεσα στην Σιντ Σαρίς και τον Φρεντ Αστέρ.

... τολμήστε να μην αποθεώσετε την Μπάρμπρα Στρέιζαντ στο Hello Dolly! (1969, Τζιν Κέλι) σ' ένα camp one woman show νοσταλγίας!

... δείτε τον Ιβ Μοντάν (χωρίς να τραγουδάει) στο Ζ (Κώστας Γαβράς, 1969, περιοχή 2, Wellspring) για την ερμηνεία του που μοιάζει με δυναμίτη έτοιμο να εκραγεί.

O Μινέλι μιλάει για το... όνειρο
Για την αμερικανική περσόνα της Ντέζι που αφαιρέθηκε από το σενάριο: «Δουλέψαμε (σ.ς μαζί με τον σεναριογράφο και συγγραφέα του θεατρικού έργου, Τζέι Λέρνερ) πολύ πάνω σε αυτό. Νομίζω πως αυτό ήταν λάθος στο θεατρικό έργο. Η Ντέζι φορούσε άσπρες περούκες και έγραφε με φτερά, το οποίο έμοιαζε πολύ βαρετό. Ηθελα να το κάνω να μοιάζει πιο βασιλικό. Ηθελα να φτάσω σε μία κορύφωση όπου η Ντέζι δεν θα μπορούσε να καταλάβει τι ακριβώς συμβαίνει, πράγμα που στο θεατρικό ήταν σαφές».

Για τον Μαξ Οφιλς: «Επηρεάστηκα πολύ από τις δουλειές του Μαξ Οφιλς, ο οποίος κουνούσε την κάμερα σε όλη τη διάρκεια της ταινίας. Νομίζω πως σε αυτή την κίνηση υπάρχει πιο πολύ νόημα από το να προσπαθήσεις να αποτυπώσεις ολόκληρη τη σύνθεση του πλάνου, όπως αυτό βρίσκεται μπροστά σου».

Για το σουρεαλισμό: «Την δεκαετία του 30, όταν ήμουν στην Νέα Υόρκη, μεταμόρφωσα ένα ολόκληρο σόου στο πρώτο σουρεαλιστικό μπαλέτο που είχε γίνει ποτέ. Η χορογραφία ήταν του Μπαλανσίν. Ο Νταλί ήταν ένας σπουδαίος ζωγράφος τότε και ο σουρεαλισμός ένας τρόπος ζωής. Μετά ακολούθησε ο Φρόιντ, τα όνειρα, η ασυνέχεια των ονείρων. Μου μπήκε στο μυαλό πως αυτό ήταν το νόημα ολόκληρης της ζωής και το χρησιμοποιούσα από τότε κάθε φορά που μπορούσα».

Για την καλλιτεχνική διεύθυνση και τα ντεκόρ: «Οι άνθρωποι δεν καταλαβαίνουν τι είναι τα σκηνικά, τι αντιπροσωπεύουν και από πού προέρχονται. Στην πραγματικότητα, όμως, λένε τα περισσότερα πράγματα για τους χαρακτήρες. Και αυτό είναι που με ενδιέφερε πάντοτε: οι χαρακτήρες. Χρησιμοποιώ το χρώμα μόνο για να τονίσω πλευρές της ιστορίας και του χαρακτήρα. Δεν υπάρχει τίποτα που το χρώμα να μην μπορεί να κάνει, όπως το έκανε το ασπρόμαυρο».

ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΑ ΣΤΗΝ ΙΔΙΑ ΚΑΤΗΓΟΡΙΑ