Απολαμβάνει τη διαμονή του στο Los Angeles μετά από πολύ καιρό που είχε να βρεθεί εκεί, το σπίτι του στο West Hollywood και φυσικά κάνει και σοβαρά επαγγελματικά ραντεβού ο Χριστόφορος Παπακαλιάτης.
Λογικό. Το Maestro in Blue που είναι η μόνη ελληνική σειρά στο Netflix -ως τώρα- που παίζει παγκόσμια στην δημοφιλή πλατφόρμα του άνοιξε πόρτες που κανείς δεν ξέρει που θα οδηγήσουν. Με την πρεμιέρα του νέου κύκλου προ των πυλών -όχι ταυτόχρονα με το Netflix- λογικά έπρεπε να βρεθεί σε κάποια επαγγελματικά ραντεβού εκεί καθώς δεν λύνονται όλα μέσω mail.
΄'Ετσι ο Χριστόφορος Παπακαλιάτης βρέθηκε στο iconic κτίριο της Sunset Boulevard, που την είσοδό του στολίζουν προθήκες με τα Emmy's που έχουν κερδίσει οι πρωτότυπες σειρές της πλατφόρμας, περιμένοντας υπομονετικά στη ρεσεψιόν να έρθει η ώρα να ανεβεί και να συναντήσει τον ισχυρό άντρα της πλατφόρμας κολοσσού, τον ελληνικής καταγωγής Ted Sarandos που ναι μεν δεν μιλάει ελληνικά, αλλά αγαπάει πολύ τη χώρα από την οποία μετανάστευσε πριν από πολλά χρόνια η οικογένειά του.
Ο σαμιώτης, Ted Sarandos σχεδόν κάθε χρόνο -από τότε που η οικονομική του κατάσταση του το επιτρέπει, γιατί πάλεψε για να φτάσει εκεί που έφτασε- επισκέπτεται την Ελλάδα με σκάφος και πάντα σταματάει και στη Σάμο για να δει τα μέλη της οικογένειάς του (το κανονικό επίθετο της οικογένειας πριν το αλλάξουν ήταν Καριωτάκης) και μάλιστα παλιότερα σε συνέντευξή του στην Evening Standard- όταν ακόμα ήταβ επικεφαλής περιεχομένου στο Netflix, έναν χρόνο πριν γίνει συν-Διευθύνων Σύμβουλος- είχε διηγηθεί μια πολύ αστεία ιστορία για την πρώτη φορά που βρέθηκε στο νησί και αναζήτησε την οικογένειά του:
«Ο πατέρας μου το είχε περιγράψει ως εξής: Μπαίνεις στο λιμάνι. Στρίβεις αριστερά. Κοιτάζεις πάνω στο λόφο. Υπάρχει ένα κίτρινο σπίτι με κατσίκες στην αυλή, αυτό είναι. Εγώ είπα δεν μπορεί να είναι τόσο απλό. Αλλά ήταν. Τα παιδιά μου ήταν ενθουσιασμένα που θα γνώριζαν την οικογένειά τους. Χτυπήσαμε την πόρτα, αλλά δεν μιλούσαν αγγλικά, και εγώ δεν μιλάω ελληνικά, οπότε προσπάθησα να τους εξηγήσω ποιος είμαι, και τελικά μας έκλεισαν την πόρτα.
Η Σάρα (η κόρη του) άρχισε να κλαίει: Νόμιζα ότι θα βλέπαμε την οικογένειά μας. Της λέω: Σάρα, φαντάσου κάποιος να ερχόταν στην πόρτα μας και να άρχιζε να σου φωνάζει στα κινέζικα. Γυρίσαμε στο ξενοδοχείο και ο διευθυντής του έγραψε μια επιστολή στα ελληνικά με όσα του είπα για να τη δώσω στους συγγενείς μου. Έτσι τους το έδωσα και πέντε λεπτά αργότερα τρώγαμε και πίναμε μαζί»
Αυτόν τον άνθρωπο περίμενε να συναντήσει ο Χριστόφορος και όταν τελικά βρέθηκαν έβγαλαν και μια selfie να υπάρχει... Έτσι για το....μάτι.