Όσο αυξάνει το μέγεθος της φούστας με το πέρασμα του χρόνου λόγω περισσότερου πάχους στην κοιλιά (και όχι κατ’ ανάγκη στο υπόλοιπο σώμα), τόσο αυξάνει ο σχετικός κίνδυνος.
Οι ερευνητές, με επικεφαλής την καθηγήτρια Ούσα Μένον, που έκαναν τη σχετική δημοσίευση στο βρετανικό ιατρικό περιοδικό «BMJ Open», σύμφωνα με το BBC, ανέφεραν ότι οι γυναίκες που ανεβαίνουν ένα νούμερο φούστας ανά δεκαετία μετά τα 25 τους, αντιμετωπίζουν κατά μέσο όρο 33% μεγαλύτερο κίνδυνο εμφάνισης καρκίνου του μαστού μετά την εμμηνόπαυση.
Σύμφωνα με τους ερευνητές, η παρακολούθηση του νούμερου της φούστας που φορά μια γυναίκα, αποτελεί ένα απλό τρόπο για να ελέγχει διαχρονικά το πάχος της. Η παχυσαρκία αποτελεί γνωστό παράγοντα κινδύνου για καρκίνο, ιδίως αν το πάχος είναι συσσωρευμένο στην περιφέρεια.
Η τριετής μελέτη αφορούσε πάνω από 90.000 γυναίκες άνω των 50 ετών, από τις οποίες σχεδόν οι 1.100 εμφάνισαν καρκίνο του μαστού σε αυτό το διάστημα.
Αν μεταξύ της ηλικίας των 25 ετών και της εποχής της εμμηνόπαυσης, μια γυναίκα είχε ανέβει ένα νούμερο φούστας ανά δεκαετία (π.χ. από 40 σε 42), τότε ο μέσος κίνδυνος για καρκίνο του μαστού ήταν 33%, ενώ αν στο μεταξύ είχε ανέβει δύο νούμερα ανά δεκαετία (από 40 σε 44), τότε ο κίνδυνος ήταν 77%. Η μελέτη έδειξε ότι οι τρεις στις τέσσερις γυναίκες ανέβηκαν νούμερο φούστας, καθώς μεγάλωναν.
Οι ερευνητές πάντως επεσήμαναν ότι η συσχέτιση μεγέθους φούστας και καρκίνου πρέπει να επιβεβαιωθεί και από άλλες μελέτες, ενώ αναγνώρισαν ότι η μελέτη τους βασίστηκε στο κατά πόσο οι γυναίκες που συμμετείχαν, ήσαν σε θέση να θυμούνται σωστά ποιό νούμερο φούστας φορούσαν πριν από δεκαετίες.
Περίπου το 40% των καρκίνων του μαστού, σύμφωνα με τους επιστήμονες, είναι δυνατό να αποφευχθούν με τις κατάλληλες αλλαγές στον τρόπο ζωής, όπως τον έλεγχο του βάρους και τη σωματική άσκηση.
Η ορμονική θεραπεία για υποβοήθηση της αναπαραγωγής, το οικογενειακό ιστορικό και η χρήση ορμονικών αντισυλληπτικών είναι μεταξύ των παραγόντων που αυξάνουν τον κίνδυνο για καρκίνο του μαστού, ενώ αντίθετα οι εγκυμοσύνες δρουν προστατευτικά.
Το μέγεθος της περιφέρειας (που εξαρτάται από τη συσσώρευση τοπικού λίπους) έχει συσχετιστεί στο παρελθόν και με άλλες μορφές καρκίνου, όπως παγκρέατος, μήτρας και ωοθηκών. Αν και ο ακριβής βιολογικός μηχανισμός δεν έχει κατανοηθεί πλήρως, οι επιστήμονες θεωρούν ότι το λίπος της μέσης είναι μεταβολικά πιο ενεργό από ό,τι το λίπος σε άλλες περιοχές. Αυτό το "δραστήριο" λίπος ενισχύει τα επίπεδα των θηλυκών ορμονών οιστρογόνων, που αποτελούν «καύσιμα» για την ανάπτυξη των καρκινικών κυττάρων.
Πηγή: ΑΠΕ-ΜΠΕ