Θέλω να είμαι ο καλύτερος, ο τέλειος!

28.03.2011
Θα μπορούσε να είναι άλλος ένας χαρισματικός κωμικός ηθοποιός, αλλά ο Πέτρος είναι κάτι πολύ περισσότερο από αυτό. Eχει το άγγιγμα του Μίδα και ό,τι πιάνει γίνεται επιτυχία. Πράγμα που αποδεικνύει ότι η επιτυχία όταν επαναλαμβάνεται σε βάθος χρόνου δεν μπορεί ποτέ να είναι συγκυριακή. Υπάρχει πάντα ένας σοβαρός λόγος που κρύβεται αρκεί να τον ανακαλύψεις.

Θα μπορούσε να είναι άλλος ένας χαρισματικός κωμικός ηθοποιός, αλλά ο Πέτρος είναι κάτι πολύ περισσότερο από αυτό. Eχει το άγγιγμα του Μίδα και ό,τι πιάνει γίνεται επιτυχία. Πράγμα που αποδεικνύει ότι η επιτυχία όταν επαναλαμβάνεται σε βάθος χρόνου δεν μπορεί ποτέ να είναι συγκυριακή. Υπάρχει πάντα ένας σοβαρός λόγος που κρύβεται αρκεί να τον ανακαλύψεις.

Αλήθεια, γιατί διάλεξες να παίξεις αυτό το έργο, το «Χάρολντ και Μοντ», και τον ρόλο ενός 19χρονου αγοριού;

Δεν το επέλεξα ακριβώς. Κατ’ αρχάς η παράσταση αυτή έτσι όπως έγινε επεφύλαξε σε εμένα πολλές ευχάριστες εκπλήξεις και πολλά δώρα. Αυτά ήταν η συνεργασία μου με τον Πέτρο Ζούλια, που έκανε μια εξαιρετική παράσταση, και το άλλο δώρο είναι η συνεργασία μου με την Αννα Παναγιωτοπούλου που πάνω στη σκηνή αποδεικνύεται τελικά ότι έχουμε μια πάρα πολύ καλή χημεία και ότι κάνουμε ένα πολύ καλό ντουέτο. Εκ του αποτελέσματος θα δει κανείς ότι σοφά έκανα που το ανέβασα. Τώρα θα μου πεις ότι δεν ξέρει κανείς το αποτέλεσμα. Υποτίθεται όμως ότι μιλάς με έναν άνθρωπο που οραματίζεται, φαντάζεται, και με μια έκτη αίσθηση που με διακρίνει ξέρω πώς θα γίνουν τα πράγματα. Οταν βγήκαμε ένα βράδυ με την Αννα να τα πούμε, τη ρώτησα τι θα κάνει τον επόμενο χειμώνα και μου είπε ότι σκέφτεται να κάνει αυτό το έργο. Αμέσως της είπα ότι θέλω να παίξω τον Χάρολντ. Βέβαια δεν συνειδητοποίησα εκείνη τη στιγμή ότι πρόκειται για ένα παιδί 19 ετών. Οταν το σκέφτηκα ήταν πια αργά.

Δεν σε τρόμαξε ένας τέτοιος ρόλος;

Δεν με τρομάζουν αυτά. Μπορεί να ακουστεί υπερφίαλο, αλλά ξέρω τις δυνάμεις μου και τι μπορώ να κάνω. Ξέρω ότι θα ξεσκιστώ στη δουλειά. Μπορεί να είμαι αυτός που είμαι, αλλά ξεκινάω από το μηδέν. Δεν μπαίνω δηλαδή σε μια δουλειά και προτάσσω τη φήμη μου ?ούτε καν το ταλέντο μου. Το χρησιμοποιώ με τέτοιο τρόπο ώστε να γίνομαι πάλι μαθητής.

Είσαι πάντα τόσο σίγουρος για τον εαυτό σου; Δεν έχεις καμία ανασφάλεια για το αν είσαι καλός;

Οτι έχω μια ανησυχία την έχω. Θέλω να είμαι ο καλύτερος, ο τέλειος, να μπορώ να αγγίξω την τελειότητα. Για αυτό και πιστεύω ότι οι στόχοι πρέπει να είναι υψηλοί για να τους πετυχαίνεις. Ναι, αναρωτιέμαι αν είμαι καλός, αλλά ξέρω από την άλλη ότι θα είμαι καλός.

Δεν έχεις πει δηλαδή ποτέ «Δεν ήμουν καλός σε αυτό τον ρόλο»;

Ποτέ. Αυτό δεν σημαίνει ότι αρέσω σε όλους. Δεν έχω θεωρήσει όμως ότι είμαι κακός και, να σου πω την αλήθεια, αντικειμενικά δεν είμαι κακός.

Μα δεν έχεις λυγίσει ποτέ; Να πιάσεις τον εαυτό σου σε μια στιγμή αδυναμίας;

Ναι, βέβαια. Θυμάμαι μια φορά όταν έπαιζα στον «Μπακαλόγατο» και είχα σπάσει το πόδι μου, αλλά δεν το είχα συνειδητοποιήσει. Επαιξα τελικά στην απογευματινή παράσταση, πρήστηκε το πόδι μου και με έπιασαν κλάματα απελπισίας. Δεν μπορούσα να αποδώσω, έπαιζα με ένα σπασμένο πόδι που δεν το είχα καταλάβει, δεν έγινε η βραδινή παράσταση, είχα τύψεις γι’ αυτό, μετά εκνευρίστηκα με τον εαυτό μου που δεν πήγα να παίξω, ήταν ένα δράμα μέσα μου.

Με ποιον μοιράζεσαι αυτές τις στιγμές αδυναμίας;

Με τη γυναίκα μου, την Ελπίδα. Είναι ο άνθρωπός μου, που ακουμπάω πάνω του, που με ακούει και την ακούω, που τον αγαπάω. Δεν υπάρχει κάτι πιο μεγάλο από αυτό. Θεωρώ ότι μου έχει πέσει, όχι το λαχείο απλώς, αλλά ότι έπεσα από την Ακρόπολη και στάθηκα όρθιος.

Ποιος κάνει τις περισσότερες υποχωρήσεις για να συντηρηθεί αυτή η σχέση;

Δεν είναι θέμα υποχωρήσεων, είναι θέμα αγάπης. Και εγώ πρέπει να καταλαβαίνω τις ανάγκες της και να είμαι κοντά της γιατί κι εκείνη είναι καλλιτέχνης και έχει ανησυχίες. Αν μου έλεγε κάποιος ότι πρέπει να είμαι κάποιος άλλος θα ήθελα να είμαι ο χαρακτήρας της Ελπίδας. Δεν έχω δει πιο ακέραιο χαρακτήρα, αν κι εκείνη το θεωρεί ελάττωμα. Ομως είναι ένας άνθρωπος που έχει μια γλύκα, μια τρυφερότητα κι ένα δόσιμο.

Υπάρχει κάποια γυναικεία συνήθειά της που δεν αντέχεις;

Δεν έχει αυτές τις συνήθειες που με εκνευρίζουν στις γυναίκες. Δεν είναι από αυτές τις Desperate Housewives. Με καμία από αυτές δεν θα μπορούσα να συνυπάρχω, θα τις σκότωνα στο γόνατο κατευθείαν. Και μόνο ότι βγαίνουν στην τηλεόραση, αυτό κάτι λέει.

Σε ενοχλεί αυτό;

Δεν με ενοχλεί γιατί δεν ασχολούμαι, αλλά πιστεύω ότι μας υποβαθμίζει πάρα πολύ γιατί δημιουργείται ένα άλλοθι πολύ περίεργο. Βγαίνουν μια-δυο γυναίκες που ξέρουν να μιλάνε και στις άλλες εκπομπές και λες, βρε μήπως έχουν και ένα δίκιο; Και αυτό είναι ακόμα πιο επικίνδυνο, γιατί είναι ύπουλο.

Μιλώντας για τηλεόραση, πώς βλέπεις τα προγράμματα που είναι η τάση της εποχής, όπως το Dancing with the stars και το Just the two of us;

Δεν μου αρέσουν. Απευθύνεσαι σε έναν άνθρωπο που έτσι κι αλλιώς κάνει άλλη δουλειά στην τηλεόραση. Ακόμα και ανταγωνιστικά να το δεις, μας τρώνε τη δουλειά. Και τρώνε τη δουλειά από κάτι καλύτερο που είναι η μυθοπλασία. Θεωρώ ότι το χειρότερο σίριαλ είναι καλύτερο από όλα αυτά.

Γιατί το λες αυτό; Αν σου έκαναν μια ανάλογη πρόταση, δεν θα παρουσίαζες ένα ανάλογο τηλεοπτικό προϊόν;

Δεν ξέρω, είναι μια δουλειά κι αυτή. Εχω κάνει παιχνίδια στην τηλεόραση, τα οποία δεν ήταν και τα καλύτερα του κόσμου. Εγώ δεν είμαι αναμάρτητος ούτε λέω ότι εγώ είμαι ο καλύτερος. Αλλά έχει παραγίνει πια αυτό το κακό με αυτά τα show. Βάζουμε και μπροστά τη φιλανθρωπία και λειτουργεί σαν άλλοθι για όλα.

Τώρα που ξαναγυρίσατε τα νέα επεισόδια του «50-50» είχες αγωνία αν θα πάει η σειρά το ίδιο καλά όπως και πριν;

Την αγωνία την είχα αδιαμφισβήτητα. Θα σου πω αυτό που λέμε και μεταξύ μας. Επειδή είχε μεσολαβήσει αρκετό διάστημα από τα τελευταία επεισόδια, περιμέναμε και να πάει ακόμα καλύτερα. Κάπου χάνεται ένα δεκάρι, μάλλον πάει στο ποδόσφαιρο της ΝΕΤ. Και στο λέω αυτό αναλογικά με την αναμονή που είχε, με το πόσο αγαπήθηκε και πόσοι τηλεθεατές ακόμα το ανακάλυψαν στις επαναλήψεις. Προφανώς είναι μια σειρά βραδείας καύσεως, θα ανεβαίνει σιγά σιγά.

Τα τελευταία χρόνια ζεις μια μεγάλη επιτυχία. Σε τρομάζει ότι όλο αυτό μπορεί μια μέρα να σταματήσει να υπάρχει;

Βεβαίως. Με τρομάζει να κάνω δουλειές που μπορεί να μην αφορούν τον κόσμο. Θέλω να είναι αντικειμενικά καλές δουλειές και να έχουν και εμπορική επιτυχία.

Λένε ότι οι ηθοποιοί διακατέχονται από ματαιοδοξία, ναρκισσισμό και εγωπάθεια. Σε ποιο από τα τρία πιστεύεις ότι ρέπεις περισσότερο;

Πιθανόν να τα έχω όλα. Νάρκισσος όμως δεν νομίζω ότι είμαι. Η ματαιοδοξία με τη λογική ότι θέλεις να μείνεις στον χρόνο, ναι, κι εγώ θέλω να με θυμούνται. Ξέρεις, η δουλειά μας ενώ είναι η πιο ωραία δουλειά του κόσμου δεν σε κάνει καλύτερο άνθρωπο. Σε κάνει χειρότερο γιατί εμπεριέχει τη ματαιοδοξία. Και αυτό είναι κακό πράγμα.

Γιατί δουλεύεις τόσο πολύ;

Το έχω ανάγκη. Σκέψου όμως ότι για πρώτη φορά φέτος στα χρονικά δεν δούλεψα από την αρχή του χειμώνα. Εφυγα με την οικογένειά μου και πήγαμε διακοπές στο εξωτερικό. Κι αυτό είναι ένα βήμα, έτσι δεν είναι;

Η γυναίκα σου και ο γιος σου δεν παραπονιούνται;

Κατ’ αρχάς παραπονιέμαι εγώ σε εμένα. Το έχω πια κι εγώ ανάγκη. Θέλω να τους βλέπω πιο πολύ, να είμαι περισσότερες ώρες μαζί τους.

Σου λείπει ο γιος σου; Τον έχεις χαρεί όσο θα ήθελες;

Οχι. Πιστεύω ότι έχω αδικήσει εκείνο το κομμάτι και σε εμένα και σε εκείνον. Και τώρα πια εκείνος παραπονιέται, το αρθρώνει.

Είναι πια κοντά 14 ετών. Σου μιλάει για πράγματα που τον απασχολούν;

Μου μιλάει τώρα πια πιο εύκολα απ’ ό,τι στη μάνα του, που παλιά ήταν κολλητοί. Και του έχω εξηγήσει ότι δεν ζητάμε τίποτα από εκείνον. Ο,τι και να κάνει, τη Γη ανάποδα να φέρει, εμείς μαζί του θα είμαστε. Δεν είναι κακομαθημένος. Τα παιδιά πρέπει να αισθάνονται ότι προστατεύονται και ότι έχουν την απόλυτη στήριξη των γονιών τους και μόνο έτσι, με απόλυτη ασφάλεια, μπορούν να λειτουργούν.

Υπάρχουν στιγμές μελαγχολίας που κλείνεσαι στον εαυτό σου;

Πολύ συχνά. Δεν μιζερεύω όμως. Απλώς σκοτεινιάζω λιγάκι παρότι δεν είμαι εσωστρεφής. Είμαι εύκολος στο να μιλήσω, ό,τι έχω στο μυαλό μου θα το πω.

Εχεις αφεθεί στα πάθη σου και στα ένστικτά σου;

Τα πάθη μου όταν με παρέσυραν μου βγήκαν σε κακό και κινδύνεψα με πολλούς τρόπους. Τώρα πια ξέρω ότι δεν υπάρχει λόγος. Δεν σου λέω ότι θα μπω στη φορμόλη. Αλλά πρέπει να αποφασίζεις ποια είναι τα θέλω σου για να περιορίζεις τα δήθεν θέλω σου. Δεν μπορείς να τα έχεις όλα. Εχω περάσει από αυτήν τη φάση και πια φροντίζω να επιλέγω και να είμαι πιο σωστός άνθρωπος.

Εχεις πληγώσει ανθρώπους;

Βέβαια και έχω ζητήσει συγνώμη, αλλά συγνώμη ουσιαστική.

Δεδομένου ότι έχεις χαρακτηριστεί από κωμικούς ρόλους κι έχεις ένα κοινό που σε ακολουθεί γι’ αυτό, πιστεύεις ότι θα σε ακολουθούσε αν έκανες έναν αμιγώς δραματικό ρόλο;

Πιστεύω ότι το κοινό έχει αναγνωρίσει ότι είμαι σπουδαίος ηθοποιός και πως ό,τι και να κάνω θα το κάνω καλά και με πάθος. Νομίζω ότι είμαι ένας ηθοποιός που μπορεί να παίξει τα πάντα πια. Είναι λίγο προκλητικό αυτό που σου λέω, αλλά δεν πειράζει. Εδώ άλλοι κάνουν προκλητικά πράγματα. Εγώ ας πω κάτι, που στο κάτω κάτω ισχύει.

Χατ Τρικ
Πρωταγωνιστεί στο «Χάρολντ και Μοντ» με την Αννα Παναγιωτοπούλου στο Θέατρο Μουσούρη, στις αίθουσες προβάλλεται η νέα του ταινία «Μια φορά κι ένα μωρό» όπου πρωταγωνιστεί με τον Σ. Μπουλά, ενώ κάνει δεύτερο κύκλο επιυχίας στο τηλεοπτικό «50-50».

Data Bank
Εχει τελειώσει το Θέατρο Τέχνης του Κάρολου Κουν

Ο πρώτος του επαγγελματικός σταθμός είναι ο Θίασος Εποχή του Βασίλη Παπαβασιλείου.

Η τηλεοπτική σειρά που του έφερε πολύ μεγάλη επιτυχία ήταν το «Χάι Ροκ».

Η πρώτη φορά που έπαιξε στο Θέατρο Μουσούρη ήταν στον θίασο της Μ. Παπακωνσταντίνου στην παράσταση Στο Τσακ όπου εκεί γνώρισε τον Γιάννη Μπέζο και τον Βλάσση Μπονάτσο.

Η πρώτη του θιασαρχική δουλειά ήταν το «Αταίριαστο ζευγάρι» με τον Τάσο Χαλκιά.

Σημαντικές παραστάσεις στη ζωή ήταν οι «Βάτραχοι» το 1998 με το Εθνικό Θέατρο, σε σκηνοθεσία Κώστα Τσιάνου, αλλά και η συνεργασία του με τον Κώστα Καζάκο στο «Περιμένοντας τον Γκοντό» και τον «Βασιλιά Λιρ».

Του αρέσει να πηγαίνει διακοπές με τη γυναίκα του, Ελπίδα, και τον γιο του, Δημήτρη.

Βλέπει όλες τις ταινίες στο DVD και η αγαπημένη του φέτος ήταν «Ο λόγος του βασιλιά».

Της Βένιας Καραγιάννη
Εικονογράφηση: Βασίλης Μπαζάντε