"Εφυγε" ο μεγάλος άνθρωπος του θεάτρου Αλέξης Σολομός

27.09.2012
Από τις κορυφαίες φυσιογνωμίες του νεοελληνικού πνευματικού βίου, ο Αλέξης Σολομός «έφυγε» την Τρίτη 25 Σεπτεμβρίου, πλήρης ημερών, σε ηλικία 94 ετών.

Από τις κορυφαίες φυσιογνωμίες του νεοελληνικού πνευματικού βίου, ο Αλέξης Σολομός «έφυγε» την Τρίτη 25 Σεπτεμβρίου, πλήρης ημερών, σε ηλικία 94 ετών.

Έλληνας θεατρικός σκηνοθέτης, μεταφραστής, και θεωρητικός του θεάτρου. Γεννήθηκε στην Αθήνα στις 9 Αυγούστου του 1918, με καταγωγή από την Κεφαλλονιά. Υπήρξε μαθητής του Καρόλου Κουν στο Κολέγιο Αθηνών, παρακολούθησε μαθήματα στη Νομική Σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών, σπούδασε στη Δραματική Σχολή του Εθνικού Θεάτρου (1939-1942), στη Βασιλική Ακαδημία Δραματικών Τεχνών του Λονδίνου (1945-46), στο Πανεπιστημίου Γέιλ των ΗΠΑ και στο Δραματικό Εργαστήρι του Πισκάτορ (1946-48).

Υπηρέτησε όλα τα είδη θεάτρου: αρχαίο δράμα, κλασικό ρεπερτόριο, εξπρεσιονιστικό και σύγχρονο θέατρο, νεοελληνική δραματουργία, Ευρωπαίους κλασικούς, νεοκλασικούς, σύγχρονους, όπερα, μιούζικαλ. Θεωρείται από τους σκηνοθέτες που συνέβαλαν στην αναβίωση των έργων του Αριστοφάνη ανεβάζοντας στην Επίδαυρο δέκα από τις έντεκα κωμωδίες του, με τη χρήση στοιχείων από την ελληνική λαογραφική παράδοση.

Αν και σκηνοθέτησε σε πολλά αθηναϊκά θέατρα, ακόμη στο Κ.Θ.Β.Ε., στην «Εθνική Λυρική Σκηνή», αλλά και στην Αμερική και στην Αγγλία, η ανάπτυξη της προσωπικότητάς του προβλήθηκε κυρίως στο Εθνικό Θέατρο και στο δικό του «Προσκήνιο». Στο Εθνικό εργάστηκε με λίγες διακοπές 40 χρόνια, από το 1950 έως το 1992, και είναι από τους κυριότερους σκηνοθέτες που χάραξαν σε κάποια έτη ακμής το ύφος της πρώτης κρατικής μας σκηνής. Το δικό του «Προσκήνιο» είχε μια παλαιότερη προϊστορία, αλλά η κυρίως δράση του τοποθετείται από το 1964 έως το 1978 περίπου. Δράση όχι πάντοτε αδιάλειπτη. Με το «Προσκήνιο» ο Σολομός έδωσε ένα νέο ύφος στα θεατρικά μας πράγματα και το διατήρησε με ηθικό κέρδος και υλικές απώλειες σε καιρούς που δεν υπήρχαν επιδοτήσεις.

Πριν ολοκληρώσει τις θεατρικές σπουδές του, είχε ήδη σχεδιάσει τα κοστούμια για τον «Μάκβεθ» που ανέβασε η Μαρίκα Κοτοπούλη (1937). Εκείνη την εποχή άρχισε και η συνεργασία του με το περιοδικό «Νεοελληνικά Γράμματα» του Δημήτρη Φωτιάδη. Το 1939 παρουσίασε την πρώτη σκηνοθετική του δουλειά στην «Αρκούδα» του Τσέχοφ από τον θίασο του Αγγλοελληνικού Συνδέσμου. Στην Κατοχή εργάστηκε ως ηθοποιός, ενδυματολόγος, μεταφραστής και κριτικός κινηματογράφου. Η επαγγελματική θεατρική του σταδιοδρομία άρχισε ουσιαστικά με τη συνεργασία του στο Θέατρο Αθηνών του Κωστή Μπαστιά (1942-43). Παράλληλα σχεδίασε τα κοστούμια της παράστασης «Αΐντα» του Βέρντι, που παρουσιάστηκε στο θέατρο «Ολύμπια». Συνεργάστηκε ως ηθοποιός με το «Θέατρο Τέχνης» του Κ. Κουν και με τον Θίασο Μανωλίδου - Βεάκη - Παππά - Δενδραμή (1943). Το 1944 ανέβηκε από το «Θέατρο Τέχνης» το θεατρικό του έργο «Ο τελευταίος ασπροκόρακας» και το 1945 «Το μονοπάτι της λευτεριάς» από τον θίασο Παππά - Μερκούρη.

Η σκηνοθετική του σταδιοδρομία ξεκίνησε από τη Νέα Υόρκη, το 1947, στο Cherry Lane Theatre και στο Province Town Playhouse. Ανέβασε τον «Καλιγούλα» του Καμί στο Embassy Theatre του Λονδίνο, το 1949. Την ίδια χρονιά επέστρεψε στην Ελλάδα για να σκηνοθετήσει την «Κληρονόμο» (Μουσούρη). Συνεργάστηκε με το Εθνικό Θέατρο τις περιόδους 1950-1964, 1968-1985 και το 1992, όπου σκηνοθέτησε περίπου εκατόν έντεκα θεατρικές παραστάσεις (η τελευταία του ήταν η «Αντιγόνη», το 1992). Εξήντα πέντε περίπου παραστάσεις σκηνοθέτησε σε διάφορους αθηναϊκούς θιάσους, στο ΚΘΒΕ και την ΕΛΣ. Είχε δύο κόρες και τρία εγγόνια.