Λάζαρος Γεωργακόπουλος: Ένας Άγνωστος Στρίντμπεργκ επιχειρεί να «φιλοσοφήσει με το σφυρί» [συνέντευξη]

09.05.2016
Γιος δούλας, με τρεις γάμους, τρία διαζύγια, πέντε παιδιά, χρόνια οικονομικά και ψυχολογικά προβλήματα και συνεχείς κρίσεις νευρικού κλονισμού, πέθανε σε ηλικία 63 ετών από καρκίνο του στομάχου. Ιδού ένα σύντομο βιογραφικό του Αυγούστου Στρίντμπεργκ (1849-1912), απογυμνωμένο από το πυρετικό μεγαλείο ενός δραματουργού που μίλησε για τον άνθρωπο όπως κανένας άλλος πριν από εκείνον.

Ένας άνδρας χωρίς όνομα, ο Άγνωστος, ένα alter ego του ίδιου του Στρίντμπεργκ, είναι το κεντρικό πρόσωπο στην τριλογία “Προς Δαμασκόν” που παρουσιάζεται για πρώτη φορά στην Ελλάδα, από 11 έως 22 Μαΐου, στην Κεντρική Σκηνή της «Στέγης του Ιδρύματος Ωνάση», σε σκηνοθεσία Ρούλας Πατεράκη. Αυτόν ακριβώς ρόλο του Αγνώστου ενσαρκώνει ο Λάζαρος Γεωργακόπουλος και γι΄αυτό ακριβώς το λόγο είχαμε μία ζεστή συζήτηση μαζί του….

Πείτε μας λίγα λόγια για την παράσταση.

Το «Προς Δαμασκόν» είναι η ώρα του μεγάλου αναστοχασμού για τον Αύγουστο Στρίνμπεργκ. Ίδιος με νιτσεϊκό ήρωα θα επιχειρήσει να «φιλοσοφήσει με το σφυρί», να γκρεμίσει και να επαναδιατάξει μέσα του κάθε προϋπάρχουσα ηθική και πνευματική τάξη, να αναδυθεί αναγεννημένος μέσα από την λάβα του ίδιου του του μυαλού. Είναι ένα έργο απολογισμού και αναθεώρησης – θυμίζει σε καποια σημεία το «Τάδε έφη Ζαρατούστρα» του Νίτσε, τον «Πέερ Γκυντ» του Ίψεν και την «Ασκητική» του Καζαντζάκη. Στην παράσταση που σκηνοθετεί η Ρούλα Πατεράκη στη Στέγη Γραμμάτων και Τεχνών προσπαθούμε να βρούμε την τραγική δομή όλης αυτής της πνευματικής λάβας και να την μετουσιώσουμε σε θεατρική πράξη.

Το «Προς Δαμασκόν» δεν έχει ξαναανέβει στην Ελλάδα. Τι να περιμένει ο θεατής;

Ένας θεατής δεν πρέπει να περιμένει τίποτα από μια παράσταση παρά μόνο να επικοινωνήσει με '’κάτι’, με κάτι που δεν το βλέπει κι όμως είναι εκεί, ζωντανό. Είναι ευτύχημα το ότι δεν έχει ανέβει το έργο, γιατί το κοινό έρχεται πιο αθώο, χωρίς στερεότυπες εικόνες, χωρίς μασημένες απόψεις. Το «Προς Δαμασκόν» είναι ένα αίνιγμα πολύ μεγάλων διαστάσεων – αίνιγμα για τον Στρίνμπεργκ και για όλους όσους δουλεύουμε πάνω σε αυτό. Το στοίχημα για τον θεατή δεν είναι να εμπλουτίσει τις γνώσεις του για τον Στρίνμπεργκ, αλλά να μεταβιβάσει το αίνιγμα από το έργο στον εαυτό του και στον παρόντα χρόνο. Μια τέτοια ώρα θα είναι και η δικαίωση της παράστασής μας.

Πώς νιώθετε που ενσαρκώνετε τον Στρίντμπεργκ;

Νιώθω χαρά. Και νιώθω χαρά όχι μόνο με την ιδέα πως παίζω έναν από τους πιο αγαπημένους μου συγγραφείς, αλλά και γιατί παίζω για πρώτη φορά σε έργο του Στρίντμπεργκ. Αν και θα ελεγα πως στο ''Προς Δαμασκο’' είναι ένα alter ego του Στρίνμπεργκ – που καθόλου τυχαία μέσα στο κείμενο ονομάζεται Άγνωστος, όπως alter ego του Αγνώστου είναι άλλα πρόσωπα που συναντά σ ‘αυτήν την πορεία του. Η στοχοθεσία του είναι να αναδυθεί μέσα από τις πνευματικές φλόγες που τον κατακαίνε – να γίνει «Προφήτης του Εαυτού του».

Ποια είναι τα στοιχεία στη ψυχοσύνθεσή του που σας δημιούργησαν ιδιαίτερη αίσθηση;

Ο Στρίνμπεργκ έλκεται από τα όρια της ανθρώπινης κατάστασης , τραβιέται από τους γκρεμούς. Τον θαυμάζω για αυτή την ορμή του, όπως και για την επιλογή του να ματώνει ολοένα τις πληγές του αντί να τις επουλώνει Και παρ’ ολο που περιγράφει τον εαυτό του ως βάναυσο και αγοραίο, έχω την αίσθηση μιας αλλόκοτης παιδικότητας που εμένα προσωπικά με συγκινεί ιδιαίτερα. Για μένα ένα παιδί είναι που το μυαλό του πήρε φωτιά και δεν σταμάτησε ποτέ.

Ποια πράγματα στο έργο σας κάνουν να επιβεβαιώνετε πόσο σπουδαίος συγγραφέας είναι;

Και σ’αυτο το έργο ο Στρίντμπεργκ καταφέρνει να μετουσιώσει το προσωπικό του μαρτύριο σε μεγάλη δραματουργία. Να δημιουργήσει μέσα από τις προσωπικές του εμμονές, υπέροχα ακραίους χαρακτήρες με ψυχογραφική μαεστρία, όπου το καθημερινό αποκτά τραγικό βάθος, διαστάσεις μοίρας. Να σπάσει συμβάσεις ύφους και περιεχομένου και να δημιουργήσει διαλόγους γρήγορους και ακριβείς για να απεικονίσει την πυρακτωμένη διανοητική κατάσταση των ηρώων του. Κάθε πρόταση του έργου είναι μια εγχάραξη παραφοράς. Ο Στρίνγμπεργκ, ίσως περισσότερο από κάθε άλλον σύγχρονό του δραματουργό, έλκεται από την ακρότητα, από την έλλειψη ισορροπίας, από την άβυσσο που αν την δεις θα σε δει κι εκείνη.

Συμφιλιώνεται ο συγγραφέας με τον εαυτό του με αυτό το έργο;

Νομίζω πως όχι. Νομίζω πως παραμένει Άγνωστος – διότι η τραγωδία της ύπαρξης τον ενδιαφέρει περισσότερο από την γαλήνη και την συμφιλίωση. Πρόκειται για μια καθαρά ρομαντική επιλογή που κουβαλάει άφατη γοητεία.

Πού συναντά το έργο αυτό το σήμερα;

Θα απαντήσω στο ερώτημά σας με μια αντιστροφή. Ο καιρός μας είναι ένας καιρός επανακαθορισμού της ατομικής ταυτότητας – ο καιρός των διασαλευμένων ταυτοτήτων. Το «Προς Δαμασκόν», με την σειρά του, είναι ένα κείμενο επανασυγκρότησης της ταυτότητας. Ως εκ τούτου το σήμερα είναι αυτό που οφείλει να συναντήσει το συγκεκριμένο έργο και τον Στρίνμπεργκ γενικότερα – και κάθε άλλο από τα θεμελιακά κείμενα που κουβάλησαν τα αινίγματα και τα χάσματα της ανθρώπινης κατάστασης. Πρέπει να προχωρήσουμε εμείς προς τα κείμενα – και όχι να τα περιμένουμε να μας χτυπήσουν την πόρτα.

Αγαπημένες ατάκες από το έργο;

Δεν αντιμετωπίζω τα έργα ως μεμονωμένες ατάκες – έχω την αίσθηση πως εάν σε ένα έργο μπορείς να ξεχωρίσεις μεμονωμένες ατάκες έχεις πρόβλημα με το σύνολο του έργου. Ως εκ τούτου έχω την αίσθηση πως οποιαδήποτε αυτονόμηση θα αδικήσει το σύνολο.

Είναι άθλος για έναν ηθοποιό μια τετράωρη παράσταση;

Φυσικά και όχι. Θέλει περισσότερη δουλειά σίγουρα, μεγαλύτερες αντοχές, αλλά σε καμία περίπτωση η δουλειά στο θέατρο δεν μετριέται ποσοτικά, από το μάκρος του έργου ή του ρόλου. Άθλος για την ομάδα που δουλεύουμε το «Προς Δαμασκόν» θα είναι το να πετύχουμε έστω και μία στιγμή καλλιτεχνικής μετακένωσης, έστω και μία στιγμή αληθινού θεατρικού γεγονότος. Και αυτό, δεν ισχύει μόνο για αυτή την παράσταση αλλά και για κάθε άλλη θεατρική δουλειά. Σπάνιες στιγμές θυμόμαστε από το Θέατρο και αυτές αναζητούμε.

Ποια είναι τα μελλοντικά σας θεατρικά σχέδια;

Είναι τόσο μεταβαλλόμενο και ασαφές το θεατρικό τοπίο στην Ελλάδα του σήμερα που τα μελλοντικά θεατρικά σχέδια αλλάζουν συνεχως. Έτσι προτιμώ να μιλήσω για όσα είναι ήδη δρομολογημένα: παράλληλα με το «Προς Δαμασκόν» και μέχρι το καλοκαίρι θα παίζουμε μαζί με την Άννα Μάσχα στο Θέατρο Θησείον τον «Οιδίνου» του Θανάση Τριαρίδη. Πρόκειται για ένα θρίλερ για την ζωτική νοσηρότητα της οικογένειας που όπως δείχνουν τα πράγματα θα συνεχισει και την επόμενη θεατρική χρονιά. Και τον Ιούλιο θα ανεβάσουμε στο Μουσείο Μπενάκη το κλασικό πια αριστούργημα του παγκόσμιου ρεπερτορίου, το «Περιμένοντας τον Γκοντό» του Σάμιουελ Μπέκετ σε σκηνοθεσία της Νατάσσας Τριανταφύλλη και φυσικα προσπαθούμε να βρούμε χρόνο για τους Αδελφούς Καραμαζοφ σε σκηνοθεσία πάλι της Νατασσας, μια παράσταση που αγαπήσαμε πολύ.

Γεωργία Οικονόμου
[email protected]