Ξεχάστε το σενάριο. Βασισμένο στο ομώνυμο best seller της Ζόε Χέλερ, χτίζει προσεκτικά τις εντάσεις, ελευθερώνοντάς τις κατόπιν σε ένα σχεδόν ψυχοπαθολογικό ντελίριο γύρω από τη συχνά εξευτελιστική ανάγκη για ανθρώπινη επαφή. Αρνείται, ωστόσο, πεισματικά να εγκαταλείψει τη λογοτεχνική του προέλευση, που κάπου στα μισά το προδίδει, υποβιβάζοντάς το στην αποστασιοποιημένη συγκινησιακά θέση ενός άρτια εικονογραφημένου «περιστατικού».
Ξεχάστε τη σκηνοθεσία. Μελετημένη και διακριτική, αγωνιά εξόφθαλμα να επαναλάβει το κατόρθωμα του Στίβεν Ντάλντρι στις Ωρες (πατώντας πάνω στα επαναλαμβανόμενα κρεσέντα της μουσικής του Φίλιπ Γκλας), μα μένει τελικά να υπολείπεται σε αυθεντικότητα και καινοτόμες ιδέες πάνω στο είδος του ψυχολογικού θρίλερ.
Ξεχάστε και οτιδήποτε άλλο δεν κάνει το Ημερολόγιο ενός Σκανδάλου ένα αιχμηρό κομψοτέχνημα πάνω στο σκοτάδι της ανθρώπινης ψυχολογίας, γιατί αυτή η ταινία ανήκει ολοκληρωτικά στις δύο πρωταγωνίστριες της. Στην σπαρακτικά σατανική Τζούντι Ντεντς και στην αφοπλιστικά εύθραυστη Κέιτ Μπλάνσετ, καθώς εναλλάσσονται μεταξύ τους -σε μία σχεδόν εξωπραγματική έκρηξη της τέχνης της υποκριτικής- οι ρόλοι του θύματος και του θύτη. Ο κοινός τους χρόνος επί της οθόνης είναι, ηθελημένα ή ερήμην οποιασδήποτε δραματουργίας, οτιδήποτε είναι κι αυτή η ταινία: το σκάνδαλο, η ύβρις, η ενοχή, η τιμωρία και η κάθαρση. Στην πιο συνταρακτικά ανθρώπινη εκδοχή τους...
ΜΑΝΩΛΗΣ ΚΡΑΝΑΚΗΣ