Μια κατ επιλογή βουβή νοσοκόμα απαρνείται τις διακοπές της για να περιποιηθεί έναν άντρα με σοβαρά εγκαύματα.
H Χάνα προτιμά τη σιωπή. Δεν εμπιστεύεται τα λόγια. Δεν της αρκούν για να περιγράψει το πόνο του παρελθόντος που σιγοκαίει ανομολόγητος στην αινιγματική, πεισματικά μοναχική παρουσία της. Η Χάνα δεν έχει τη δύναμη να ζήσει. Απλά επιβιώνει φροντίζοντας τους άλλους. Γι αυτό επιμένει να περιποιηθεί τον Τζόζεφ. Στη μέση του πουθενά. Πάνω σε μια πλατφόρμα άντλησης πετρελαίου.
Επί μιάμιση περίπου ώρα, με ακατέργαστο, ντοκιμαντερίστικο βλέμμα και στακάτο μοντάζ, η Κοϊσέτ (Ζωή Χωρίς Εμένα) γίνεται υπομονετικός μάρτυρας της αυτόβουλης απομόνωσης της ηρωίδας της στη μουντή, σκουριασμένη και άκαμπτη καθημερινή ρουτίνα της πλατφόρμας, που υψώνεται παράλογη σαν άλλος Πύργος της Βαβέλ. Εκεί, οπού μια χούφτα ανθρώπων που μιλούν διαφορετικές γλώσσες προσπαθούν (μάταια;) να επικοινωνήσουν και να συνυπάρξουν. Εκεί, οπού ο Τζόζεφ (ο Ρόμπινς στην καλύτερη ίσως ερμηνεία του) μιλά ακατάπαυστα και η Χάνα (η πάντα αφοπλιστική Πόλεϊ) ακούει βουβή. Στη πραγματικότητα, αμφότεροι δεν λένε τίποτα. Μέχρις ότου οι λέξεις που ζούσαν μυστικά στο μυαλό της εκρήγνυνται και αιφνίδια βγαίνουν στην επιφάνεια. Σε μια στιγμή η σιωπή αποκτά νόημα και τα συναισθήματα πλημμυρίζουν τα βλέμματα, τις χειρονομίες, τα δάκρυα και ξεφεύγουν από το πανί για να σε καθηλώσουν συγκλονισμένο στην καρέκλα σου. Σε μια σκηνή που όμοιά της δεν έχεις ξαναδεί και σε σημαδεύει για πάντα. Τι κρίμα που η Κοϊσέτ, τυφλωμένη από την υπερβολική αγάπη της για τη Χάνα και τον Τζόζεφ, δεν τους αποχαιρετά εδώ και παρασύρεται σε ένα ανακουφιστικά (ακόμα και θεραπευτικά) αισιόδοξο, αλλά φλύαρο και υπερ-επεξηγηματικό τελευταίο 20λεπτο, που προδίδει την προηγούμενη, σοφά αφαιρετική φύση της ταινίας.
ΙΩΑΝΝΑ ΠΑΠΑΓΕΩΡΓΙΟΥ