Θεσσαλονίκη: Ταινίες 7ης Μέρας

24.11.2007
Το θέμα της ταινίας επίκαιρο. Ο φυλετικός ρατσισμός, φρέσκο και οξύ κοινωνικό φαινόμενο στην Ελλάδα, είναι μια ανοικτή πληγή που αναβλύζει μίσος και οργή για οτιδήποτε ξεφεύγει πέρα από τα όρια της ελληνοχριστιανικής μας παράδοσης. Οι Αλβανοί ως η πολυπληθέστερη μειονότητα στη χώρα μας είναι στόχος ορατός και εύκολα διακριτός.

διόρθωση - Θάνος Αναστόπουλος (Διεθνές Διαγωνιστικό)

Το θέμα της ταινίας επίκαιρο. Ο φυλετικός ρατσισμός, φρέσκο και οξύ κοινωνικό φαινόμενο στην Ελλάδα, είναι μια ανοικτή πληγή που αναβλύζει μίσος και οργή για οτιδήποτε ξεφεύγει πέρα από τα όρια της ελληνοχριστιανικής μας παράδοσης. Οι Αλβανοί ως η πολυπληθέστερη μειονότητα στη χώρα μας είναι στόχος ορατός και εύκολα διακριτός. Ο Γιώργος Σημαιοφορίδης είναι ένας Έλληνας πατριώτης που την νύχτα που οι Αλβανοί βγήκαν στους δρόμους να πανηγυρίσουν την νίκη της ποδοσφαιρικής τους ομάδας, συμμετείχε στο απεχθές φυλετικό πογκρόμ που στήθηκε πριν τέσσερα χρόνια. Πόσο εύκολο είναι να διορθώσεις έναν φόνο με ρατσιστικά κίνητρα που άφησε ένα παιδί ορφανό και μια μάνα να ψάχνει απεγνωσμένα τρόπους επιβίωσης;

Η «διόρθωση» είναι μια ιστορία αυτοτιμωρίας για τον Γιώργο Σημαιο-φορίδη. Η έξοδος του πρώην εθνικιστή δολοφόνου από τη φυλακή θα σηματοδοτήσει την έναρξη του προσωπικού του μαρτυρίου, μια μορφή εξιλέωσης για τα λάθη του παρελθόντος. Ο Θάνος Αναστόπουλος περιγράφει με νεορεαλιστική ματιά τη σχέση της Αλβανίδας χήρας και του δολοφόνου του άντρα της, χωρίς περιττά λόγια. Οι πρωταγωνιστές της «διόρθωσης» κινούνται αργά και νωχελικά σε ένα ξενοφοβικό τοπίο, όπου ο Αναστόπουλος μετατρέπει το πολιτικό σε προσωπικό και αντίστροφα, επικεντρώνοντας το σενάριο του στο ανθρώπινο στοιχείο μιας εθνικής τραγωδίας. Παρόλα αυτά, η «διόρθωση» δεν καταφέρνει ποτέ να μετουσιωθεί σε μια ολοκληρωμένη ταινία. Όταν η αφήγηση βασίζεται κυρίως στο οπτικό μέρος, η εικόνα θα πρέπει να αναπληρώνει τις σιωπές της, εξισορροπώντας τυχόν αδυναμίες, κάτι που δεν συμβαίνει στην προκειμένη περίπτωση. Η «διόρθωση» δυστυχώς χάνεται μέσα στις βουβές στιγμές της, κατατρεχόμενη από έναν α λα Λόουτς διδακτισμό που επιμένει να σου προσφέρει το νόημα στο πιάτο. Πάντως, παρά τις όποιες επιπλίξεις, συνεχίζει να αποτελεί ότι καλύτερο έχει συμβεί φέτος στις εγχώριες συμμετοχές του Φεστιβάλ Θεσσαλονίκης, έχοντας άποψη και κινηματογραφική ταυτότητα, σε μια εποχή που οι περισσότεροι Έλληνες σκηνοθέτες έχουν ξεχάσει το διαβατήριο στο σπίτι.

Γιάγκος Αντίοχος

California Dreamin - Κριστιάν Νεμέσκου (Ματιές στα Βαλκάνια)

Ο μεταθανάτιος φεστιβαλικός θρίαμβος του Κριστιάν Νεμέσκου μπορεί να μην είναι όλα όσα θα μπορούσε να γίνει αν του είχε παραχωρηθεί περισσότερος χρόνος επί της γης, αλλά αν μη τι άλλο θα σας κάνει να θρηνήσετε το χαμένο ταλέντο ενός ανθρώπου που ενδεχομένως να μην άλλαζε τίποτα στη δική σας ζωή, αλλά θα μπορούσε να αλλάξει πολλά στο κινηματογραφικό τοπίο της χώρας του. Φτωχότερη η Ρουμανία χωρίς το Νεμέσκου, αλλά η τελευταία του ταινία, υπερπληθωρική μέσα στην απλοϊκότητά της, προσφέρει μια σαφή εικόνα του πως την αντιλαμβανόταν και μέχρι ποιο σημείο τη δεχόταν. Η διάρκεια των 155 λεπτών δεν βοηθούσε και πολύ την κατάσταση, δεδομένου ότι η προβολή ήταν από τις τελευταίες της ημέρας, και ας μην ξεχνάμε ότι πρόκειται για ένα μη ολοκληρωμένο προϊόν που απαιτεί ένα περιθώριο ελαστικότητας για να μπορέσεις να εκτιμήσεις τα επιμέρους χαρίσματά του.

Ένα νυσταλέο χωρίο της Ρουμανίας ξυπνάει απότομα από το μεσημεριανό του υπνάκο όταν ένα τρένο φορτωμένο Αμερικανούς στρατιώτες και απόρρητα μυστικά διασχίζει τη χώρα καθ’ οδόν για τη Γιουγκοσλαβία. Ο ντόπιος σταθμάρχης, με σύνδρομα παιδικής αμερικανολατρείας που στην πορεία εξελίχθηκαν σε ενήλικο μένος, αρνείται να τους επιτρέψει να περάσουν από το σταθμό του χωρίς να πληρώσουν το τίμημα της καθυστερημένης τους εμφάνισης, σε μια χώρα που ήλπιζε σε πολύ περισσότερα πολύ νωρίτερα. Η δικαιολογία τελωνειακών διασαφηνήσεων για το μυστηριώδες φορτίο τους κοστίζει μια τετραήμερη καθυστέρηση, που χωράει ανύπαρκτες εθνικές επετείους, ανούσιους έρωτες και αναίτιες συμπλοκές. Η εξαιρετική πρωταγωνίστρια, που μετά την προβολή της ταινίας εξέφρασε απροκάλυπτα τον αντιαμερικανισμό της σε Γιάνκη δημοσιογράφο που έκανε το λάθος να τη ρωτήσει κάτι σχετικό και μετά λούφαξε στη γωνιά του, γράφει με ανεξίτηλο μελάνι στην οθόνη (αυτή θα την ξαναδούμε σύντομα, να μου το θυμηθείτε), αλλά η ποιότητα της ταινίας στο σύνολό της εξαρτάται από τι φίλτρο θα την περάσεις: Εφ’ όσον πρόκειται για μη ολοκληρωμένο προϊόν, είτε επιλέγεις να θυμάσαι τα (πολλά) καλά της στοιχεία, άρα την κρατάς, είτε επικεντρώνεσαι στα αρνητικά και την πετάς. Διαλέγεις και παίρνεις.

Δέσποινα Παυλάκη