2006, περιοχής 2, Widescreen (2.35 :1) /Odeon
Ο Λάζαρους (Σάμιουελ Τζάκσον) είναι ένας μοναχικός ερασιτέχνης μπλουζίστας και επαγγελματίας αγρότης, απομονωμένος στη φάρμα του κάπου στον Αμερικανικό Νότο. Μετά τη φυγή της γυναίκας του προσπαθεί απεγνωσμένα να βρει τον δικό του τρόπο για να συνεχίσει να ζει εγκλωβισμένος μέσα στη θεόσταλτη -για τον ίδιο- τιμωρία του και την άνευ όρων παράδοση του στην αναζήτηση της εξιλέωσης.
Η Ρέι (Κριστίνα Ρίτσι) είναι μία νεαρή κοπέλα που έχει μόλις αποχαιρετήσει το αγόρι της (Τζάστιν Τίμπερλεϊκ) ο οποίος φεύγει για τον στρατό και χαμένη μέσα στην ασυνήθιστη μοναξιά της περνάει το βράδυ της, μοιράζοντας το κορμί της με τρεις διαφορετικούς άντρες. Θα καταλήξει στο σπίτι του καλύτερου φίλου του αγοριού της και τελικά άγρια χτυπημένη και ημιλιπόθυμη λίγα μόλις μέτρα μακριά από τη φάρμα του Λάζαρους. Πληρώνοντας με τον χειρότερο τρόπο την επιπολαιότητα μιας ελευθεριότητας που η ίδια μεταφράζει ως ανάγκη της για επαφή.
Δεν έχει καμία σημασία πόσο «ρεαλιστικά» συναντιούνται οι δύο αυτές χαμένες ψυχές μόλις στο πρώτο μισάωρο της ταινίας. Ούτε πόσο «φανταστικά» γίνονται ο ένας το άλλοθι του άλλου για όσα δεν παραδέχτηκαν ποτέ ως αποκλειστικά δικά τους λάθη. Ο Μπρούερ, πιστός στο μετά-χριστιανικό μοτίβο της επανόδου στον σωστό δρόμο που τον έφερε μέχρι τα Οσκαρ με το «Ηustle & Flow» θα αρνηθεί να τους δώσει ένα συμβατικό δραματικό πλαίσιο μέσα στο οποίο θα αναπτύξουν τη σχέση τους. Ελευθερώνοντας τη φαντασία του και μιλώντας στην πραγματικότητα για κάτι σημαντικότερο από απελπισμένους ανθρώπους που βασίζονται στη «συμπάθεια των άλλων» θα προκαλέσει ένστικτα και αντοχές ηθικής σε μία ανατροπή που πολύ νωρίς θα γίνει η κεντρική ιδέα της ταινίας του.
Προσπαθώντας να συγκρατήσει τη σαν αγρίμι Ρέι από το να ξεφύγει και αποφασισμένος να την «αναστήσει» σε μία ενάρετη ζωή ως άλλος Χριστός, ο Λάζαρους θα την αλυσοδέσει στο καλοριφέρ του σπιτιού με την υπόσχεση να την ελευθερώσει όταν θα έχει πια μετανοήσει. Μοιάζει σαδιστικά συντηρητικό να το ακούς και ακόμη πιο αρρωστημένο να το περιγράφεις, αλλά ο Μπρούερ προχωράει ακόμη παραπέρα, μετατρέποντας τη σχέση των δύο σε μία ανταλλαγή σεξουαλικών κρεσέντο που δεν κορυφώνονται ποτέ.
Ο Λάζαρους και η Ρέι δεν θα κάνουν σεξ ούτε όταν αυτή θα γείρει στα πόδια του καθώς αυτός της αφηγείται μία ιστορία πληγωμένης αγάπης με την κιθάρα του ούτε όταν είσαι σίγουρος πως στην επόμενη σκηνή η αλυσίδα θα σπάσει για να φέρει την Ρέι στην ύστατη ικανοποίηση των ακόρεστων ορέξεων της, ικανοποιώντας ταυτόχρονα και την υπόκωφη επιθυμία ενός ήδη γερασμένου άντρα που μοιάζει να κοιτάει το κορμί της σαν μοναδική έξοδο θανάτου. Ερωτευμένοι αλλά ποτέ εραστές, οι δύο ήρωες αυτής της αλλόκοτης μεταφοράς του μύθου του Πυγμαλίωνα στον Αμερικανικό Νότο θα εξοντώσουν ο ένας τον άλλον σε μία βασανιστική πορεία λύτρωσης.
Κι όμως, ακόμη και με ένα φινάλε που δεν στέκεται άξιο των προσδοκιών της, μέχρι εκείνο το σημείο, διαρκώς αναπάντεχης δράσης, κλείνοντας μία «περίεργη» ιστορία με ένα μάλλον «φυσιολογικό» happy end, δεν μπορείς να ζητήσεις περισσότερα. Ούτε από τον Σάμιουελ Τζάκσον που κουβαλάει ολόκληρη την μελαγχολία του Νότου σε μία ερμηνεία που ο ίδιος θεωρεί ως την καλύτερη της καριέρας του. Ούτε από την Κριστίνα Ρίτσι που αποδεικνύει πως παραμένει μία από τις πιο θαρραλέες ηθοποιούς του μοντέρνου Χόλιγουντ σε έναν ρόλο που την αναγάγει σε μία post ενσάρκωση της Μπριζίτ Μπαρντό από το «Και Ο θεός Επλασε Την Γυναίκα». Ούτε από τον Τζάστιν Τίμπερλεϊκ που με αυτό το μικρό του πέρασμα κερδίζει με το σπαθί του την ταυτότητα του ηθοποιού. Ούτε από τον Μπρούερ που τολμά με χιούμορ, τρυφερότητα και με την αμέριστη βοήθεια των μπλουζ που αντικαθιστούν εδώ το χιπ χοπ του «Ηustle & Flow» να διηγηθεί σε χαλεπούς καιρούς για αυθεντικές ιστορίες ένα πρωτότυπο παραμύθι για μεγάλα παιδιά. Που δεν έχει σημασία από πού έρχονται αλλά πόσο γρήγορα θα ανακαλύψουν προς τα πού πηγαίνουν. Και που στο δρόμο τους συνειδητοποιούν -αργά η γρήγορα- πως χρειάζονται κάποιον για να περπατήσουν μαζί.
dvd extras
Ελλιπής έκδοση με την ταινία ως μοναδικό απαραίτητο. Ειδικά αν σκεφτεί κανείς πως διέφυγε της μεγάλης οθόνης, στερώντας από τον θεατή τον σινεμασκόπ ιδρώτα που τη λούζει σε σχεδόν κάθε της πλάνο.
ΜΑΝΩΛΗΣ ΚΡΑΝΑΚΗΣ