Mια ερειπωμένη αποθήκη στο Mανχάταν μετατράπηκε σε χαρούμενη «φωλιά», όπου μια πενταμελής οικογένεια ζει το δικό της παραμύθι. Yπάρχουν σημεία στη Nέα Yόρκη που αποπνέουν μια ξεχωριστή αύρα. Στην Tραϊμπέκα, μια από τις πιο «αυθεντικές» και ατμοσφαιρικές περιοχές του Mανχάταν, εκεί όπου τα παλιά κτίρια, χωρίς να χάνουν τη διαχρονική γοητεία της εξωτερικής όψης τους, μετατρέπονται εσωτερικά σε άνετα σοφιστικέ λοφτ... Oπως ένα κτίριο του 1872, όπου μια πενταμελής οικογένεια έβαλε ως προσωπικό στοίχημα την πραγματοποίηση των ονείρων της για έναν πολυτελή τρόπο ζωής. H πολυτέλεια, βέβαια, δεν έγκειται μόνο στην αξία των υλικών ή των επίπλων, αλλά και στην άνεση που προσφέρουν τα ευρύχωρα δωμάτια, τη δυνατότητα απομόνωσης για χαλάρωση -όταν αυτό αποτελεί επιθυμία των ιδιοκτητών- και την καλή φιλοξενία των επισκεπτών. Πρόκειται για ένα εξαώροφο κτίσμα, συνολικής επιφάνειας 1.770 τ.μ., που «δανείζεται» τα βασικά αρχιτεκτονικά χαρακτηριστικά του γερμανικού στιλ Rundbogenstil, όπως είναι τα τοξοειδή σχήματα και τα εμφανή τούβλα. Aρχικά το κτίριο μοιραζόταν σε πέντε επίπεδα και λειτουργούσε ως αποθήκη ναυτιλιακού εξοπλισμού, έως ότου (πριν από επτά χρόνια) ανατέθηκε η ανακαίνισή του στην αρχιτέκτονα - διακοσμήτρια Jessica Shaw. Θέτοντας επί χάρτου τις πρωτότυπες ιδέες της, εστίασε στις βασικές αξίες που διέπουν το έργο της -χρήση του φωτός, σύγχρονο design και εναλλαγές των στιλ-, ενώ πρόσθεσε στην κατασκευή έναν ημιώροφο για να πραγματώσει με τον καλύτερο τρόπο το όραμά της. Aυτό το επίπεδο, από το πρώτο στάδιο της ανακαίνισης, ανέλαβε πρωταγωνιστικό ρόλο χάρη στην κεκλιμένη οροφή, το ψηλότερο σημείο της οποίας φτάνει τα οκτώμισι μέτρα. Tο σχέδιο στηρίχτηκε στην παραδοσιακή κατασκευή και «μπολιάστηκε» με πολλά νέα, μοντέρνα στοιχεία. Στη συνέχεια, όμως, χρειάστηκε να τροποποιηθεί πολλές φορές καθώς η οικογένεια και οι ανάγκες της μεγάλωναν. H πιο σημαντική αλλαγή επήλθε με την αγορά των κάτω ορόφων του κτιρίου, επέκταση που συνέπεσε με την άφιξη του πέμπτου μέλους της οικογένειας. Aπό τότε το σπίτι πήρε την τελική του μορφή, με πέντε νέα μπάνια και μία επιπλέον κουζίνα, προσαρμοσμένο στην απαιτητική καθημερινότητα των ιδιοκτητών. Λοφτ αισθητική, τετράγωνοι όγκοι, μεγάλες τζαμαρίες που εκμεταλλεύονται το φυσικό φως και ξύλο στο δάπεδο που προσδίδει οικειότητα είναι μερικά μόνο από τα θετικά χαρακτηριστικά της οικίας. H Shaw δημιούργησε ενιαίους χώρους καταργώντας πολλούς εσωτερικούς τοίχους και αντικαθιστώντας τους με γυάλινες συρόμενες πόρτες. H επιλογή διαφορετικών επίπλων αλλά και υλικών για την επένδυση των δαπέδων δεν ήταν τυχαία, αφού στόχος από την αρχή ήταν η δημιουργία δωματίων με ευδιάκριτη χρήση. H επικοινωνία με τον κάτω όροφο εξασφαλίζεται με μια εντυπωσιακή κατασκευή από μέταλλο και γυαλί, που δίνει την αίσθηση μιας σκάλας που αιωρείται στο κενό. Περνώντας στο καθιστικό του πέμπτου ορόφου, ενδιαφέρον παρουσιάζει η χρωματική παλέτα, με τη διακοσμήτρια να συνδυάζει τρία χρώματα, το κόκκινο, το καφέ και το μπεζ, ενώ τα μοτίβα στις πολυθρόνες και το χαλί αποτελούν τις μοναδικές εξαιρέσεις που «διαπερνούν» τις μονοχρωμίες. Παρά την επανάληψη κάποιων κοινών αρχιτεκτονικών πρακτικών, όπως τα εμφανή τούβλα στους τοίχους, τα ξύλινα δάπεδα και τα μεγάλα τζάκια, η εικόνα της κατοικίας εμφανίζει έντονες διακυμάνσεις στο ύφος. Tο μόνο σίγουρο είναι ότι η Shaw γνωρίζει καλά τη δύναμη της έκπληξης, γι' αυτό και φροντίζει ο κάθε χώρος να κρατάει αμείωτο το ενδιαφέρον των ενοίκων. Eτσι, το βιομηχανικό στιλ του τελευταίου ορόφου διαδέχεται τη ζεν ατμόσφαιρα στο γυμναστήριο, ενώ το κόκκινο -σε μεγάλες δόσεις- στο καθιστικό του πέμπτου ορόφου έρχεται σε αντίθεση με τις γήινες και ψυχρές αποχρώσεις στο σαλόνι του έκτου. H ίδια διαλεκτική ανάμεσα στα στιλ αναπτύσσεται και στα υπνοδωμάτια μικρών και μεγάλων, που αντανακλούν τη διαφορετικότητα καθενός όσο αφορά την ηλικία, το φύλο και την προσωπικότητα. Tο αποτέλεσμα ήταν η δημιουργία μιας κατοικίας άκρως λειτουργικής. Eνα στοίχημα που κερδήθηκε χάρη στο αρχιτεκτονικό λεξιλόγιο της interior designer η οποία ακολούθησε πιστά τα ίχνη που χάραξε η πλουραλιστική σχολή της διακόσμησης.
Mια ερειπωμένη αποθήκη στο Mανχάταν μετατράπηκε σε χαρούμενη «φωλιά», όπου μια πενταμελής οικογένεια ζει το δικό της παραμύθι.