Πότε συστήνεται η εξωσωματική γονιμοποίηση;

14.09.2016
Ποιες οι νέες προοπτικές που ανοίγονται στον τομέα της υποβοηθούμενης αναπαραγωγής; Οι ειδικοί απαντούν στις ερωτήσεις και λύνουν τις απορίες μας.

Πότε συστήνεται η εξωσωματική γονιμοποίηση;

Σε γενικές γραμμές η εξωσωματική (δηλαδή η γονιμοποίηση του ωαρίου από το σπερματοζωάριο σε ένα τεχνητό περιβάλλον και όχι μέσα στη σάλπιγγα της γυναίκας, όπως θα γινόταν με φυσικό τρόπο) συστήνεται:

  • Όταν υπάρχει ασθένεια των σαλπίγγων στη γυναίκα, που έχει σαν αποτέλεσμα την απόφραξη ή την αφαίρεσή τους ή όταν το σπέρμα του άντρα είναι κάτω του μετρίου.
  • Όταν υπάρχει σοβαρό πρόβλημα στον τράχηλο, που παρεμποδίζει τα σπερματοζωάρια να φτάσουν στο κατάλληλο σημείο, και κάθε άλλη θεραπευτική μέθοδος έχει αποτύχει.
  • Όταν υπάρχουν αίτια ανεξήγητης στειρότητας ή ενδομητρίωσης.

Ποια είναι τα ποσοστά επιτυχίας της;

Σήμερα το ποσοστό επιτυχίας στην εξωσωματική φτάνει κατά μέσο όρο στο 25-30% ανά προσπάθεια. Ωστόσο, μερικοί παράγοντες μπορεί να επηρεάσουν το αποτέλεσμα, οι παράγοντες αυτοί είναι:

  • Η ηλικία της γυναίκας: Πρακτικά αυτό σημαίνει ότι μετά την ηλικία των 40 τα ποσοστά επιτυχίας μειώνονται στο 10-15% το πολύ, ενώ σχεδόν μηδενίζονται μετά τα 43 έτη.
  • Τα επιπλέον κιλά: Είναι επίσης ένας αρνητικός παράγοντας, καθώς μπορεί να επηρεάσει την ανταπόκριση στη φαρμακευτική διέγερση των ωοθηκών.
  • Προβλήματα με το θυρεοειδή: Μπορεί να επηρεάσουν δυσμενώς την έκβαση της προσπάθειας.
  • Κάποιες κύστεις στις ωοθήκες: Αν η κύστη είναι από 5 εκατ. και πάνω δυσκολεύει την παραγωγή ικανοποιητικού αριθμού ωοθυλακίων.

Πού γίνεται;

Στην Ελλάδα υπάρχουν περισσότερες από 50 μονάδες ιατρικώς υποβοηθούμενης αναπαραγωγής (στην Αθήνα, τη Θεσσαλονίκη, την Πάτρα, τον Βόλο, τα Ιωάννινα, τη Λάρισα, την Κρήτη, την Αλεξανδρούπολη κ.ά.). Οι περισσότερες είναι ιδιωτικές, αλλά λειτουργούν μονάδες και σε δημόσια νοσοκομεία (πανεπιστημιακά).

3 εξελίξεις της εξωσωματικής...

Η In vitro ωρίμανση ωαρίων (IVM): είναι μια νέα μέθοδος κατά την οποία οι γυναίκες δεν υποβάλλονται σε ορμονική θεραπεία προκειμένου να παράγουν μεγάλο αριθμό ώριμων ωαρίων (όπως συμβαίνει σε κάθε συμβατικό κύκλο εξωσωματικής). Η συγκεκριμένη μέθοδος είναι μια εναλλακτική λύση σε γυναίκες οι οποίες για διάφορους λόγους (π.χ. χημειοθεραπεία) δεν δύνανται να καταφύγουν στην κλασική μέθοδο διέγερσης της ωοθήκης με φάρμακα.

Η προεμφυτευτική γενετική διάγνωση (PGD) είναι μια εξελιγμένη διαδικασία κατά την οποία τα έμβρυα που αποκτήθηκαν μέσω εξωσωματικής γονιμοποίησης (IVF) ελέγχονται για γενετικές ανωμαλίες πριν από την εμφύτευσή τους στη μήτρα. Πρόκειται για ανάλυση ενός κυττάρου από το έμβρυο, προκειμένου να ανιχνευθούν τυχόν γνωστές τρισωμίες 13, 18, 21 (σύνδρομο Down), μυϊκή δυστροφία (Duecheue Becker), Hemophilia A, B, β’ μεσογειακή αναιμία, ινοκυστική νόσος, χρωμοσωμικές ανακατατάξεις (μεταθέσεις), μονογονιδιακά νοσήματα και για να γίνει προσδιορισμός φύλου για την αποφυγή μετάδοσης φυλοσύνδετων νοσημάτων στο έμβρυο (σύνδρομο του εύθραυστου «Χ», που συνδέεται με τις πιο κοινές μορφές διανοητικής καθυστέρησης). Η συγκεκριμένη μέθοδος εφαρμόζεται με πολύ καλά αποτελέσματα σε γυναίκες με επαναλαμβανόμενες αποβολές, οι οποίες οφείλονται σε χρωμοσωμικές ανωμαλίες, σε γυναίκες με επαναλαμβανόμενες αποτυχίες στην εξωσωματική γονιμοποίηση, σε γυναίκες με ιστορικό γενετικών ανωμαλιών σε προηγούμενες εγκυμοσύνες, σε ζευγάρια-φορείς φυλοσύνδετων (φυλετικών) ανωμαλιών.

Η υαλοποίηση (Vitrification): Δίνει τη δυνατότητα σε κάθε γυναίκα να διατηρήσει στην κατάψυξη (στους -196 βαθμούς κελσίου) τα ωάριά της και να τα χρησιμοποιήσει όταν θέλει να αποκτήσει παιδί. Σε αυτή την περίπτωση τα ωάρια αποψύχονται, στη συνέχεια γονιμοποιούνται και εμφυτεύονται στη μήτρα (ενώ μέχρι σήμερα υπήρχε η δυνατότητα να καταψύχονται μόνο έμβρυα, δηλαδή γονιμοποιημένα ωάρια). Η μέθοδος αυτή, μεταξύ άλλων, βοηθά να διατηρήσουν τη γονιμότητά τους και γυναίκες που πρόκειται να υποβληθούν σε χημειοθεραπεία ή ακτινοθεραπεία αλλά και εκείνες που αντιμετωπίζουν προβλήματα ύστερα από πιθανές καταστρεπτικές γυναικολογικές χειρουργικές επεμβάσεις.

Να θυμάσαι:

  • Όπως αποδεικνύεται στατιστικά: στο 30% των ζευγαριών η αιτία της υπογονιμότητας εντοπίζεται στο σπέρμα, στο άλλο 30% οφείλεται στο γυναικείο αναπαραγωγικό σύστημα, ενώ σε άλλο ένα 30% υπάρχει συνδυασμός παραγόντων γυναικείας και ανδρικής υπογονιμότητας. Στο υπόλοιπο 10%, ενώ δεν εντοπίζεται καμία βλάβη, το ζευγάρι δεν μπορεί να αποκτήσει παιδί και αυτό αναφέρεται ως ανεξήγητη υπογονιμότητα.
  • Οι ειδικοί συνιστούν να αναζητήσετε βοήθεια έπειτα από 6 μήνες προσπαθειών αν είστε πάνω από την ηλικία των 35 ετών και έπειτα από 12 μήνες προσπαθειών αν είστε κάτω των 35 ετών.

ΑΠΟ ΤΗ ΡΙΤΑ ΒΕΛΩΝΗ

Πρώτη δημοσίευση: Περιοδικό Αρμονία, τεύχος 151

Update: Σεπτέμβριος 2016.