Η Μαύρη Ντάλια

04.04.2007
Στο Λος Αντζελες του 1947, η φρικτή δολοφονία μιας νεαρής στάρλετ εμπλέκει δυο αστυνομικούς σε έναν εγκληματικό και τραγικό ιστό.

Στο Λος Αντζελες του 1947, η φρικτή δολοφονία μιας νεαρής στάρλετ εμπλέκει δυο αστυνομικούς σε έναν εγκληματικό και τραγικό ιστό.

 

Από το 1993 και την Υπόθεση Καρλίτο είχε να κάνει πραγματικά καλή ταινία ο Ντε Πάλμα. Ακολούθησε μια δεκαετία μετριοτήτων, προτού καταλήξει στα χέρια του 64χρονου δημιουργού ένα από τα σπουδαιότερα μυθιστορήματα της αστυνομικής λογοτεχνίας. Το πυκνογραμμένο ανάγνωσμα του Τζέιμς Ελροϊ αποτελεί ευλογία και κατάρα για κινηματογραφική διασκευή. Ευλογία, γιατί δίνει στον οποιονδήποτε δυνατότητα να χρησιμοποιήσει ένα απόλυτα συμβατό κινηματογραφικά υλικό για να στηρίξει επάνω του μια στιβαρή αφήγηση. Κατάρα, γιατί ένα τόσο αγαπητό βιβλίο ανεβάζει εξαρχής ψηλά τον πήχη των προσδοκιών για το αποτέλεσμα. Στην περίπτωση του Ντε Πάλμα, η επιλογή ενός τέτοιου μυθιστορήματος είχε μόνο πλεονεκτήματα. Κι αυτό γιατί ο βαθιά αμοραλιστικός κόσμος του Ελροϊ βρίσκεται κοντά στις σταθερές εμμονές του σκηνοθέτη.

Πολλά από τα πράγματα που περιμένουμε από ένα αντιπροσωπευτικό θρίλερ του Ντε Πάλμα ξεπηδούν έτοιμα από τις σελίδες του συγγραφέα. Υπάρχει μια διεφθαρμένη μεγαλούπολη που βουλιάζει στη σήψη και μοιάζει πολύ με τις μητροπόλεις στις οποίες στεγάζει ο σκηνοθέτης τις ιστορίες του. Υπάρχει ένας βάναυσος φόνος που ζητά επίμονα λύση, ένας αθέατος δολοφόνος που διαλέγει γυναίκες για θύματά του, ένας πρωταγωνιστής που θα δει σύντομα τον κόσμο γύρω του να καταρρέει. Γύρω τους, ο Ελροϊ πλέκει ψυχώσεις που μοιάζουν πολύ με τις αντίστοιχες ιδεοληψίες του σκηνοθέτη. Διπροσωπία, παραμορφωτικές αντανακλάσεις ανθρώπων και καταστάσεων, σεξουαλική διαστροφή, νοσηρή βία, χαρακτήρες και πράγματα που δεν είναι ποτέ ό,τι δείχνουν, ανυποψίαστοι ήρωες που γίνονται έρμαια σκοτεινών συνωμοσιών μεταφράζονται ιδανικά στην ταινία από έναν άνθρωπο ο οποίος στήριξε σεβαστό μέρος της καριέρας του σε αυτές τις έννοιες.

 

Ντε Πάλμα και Ελροϊ δίνουν ραντεβού στους δρόμους μιας διαβόητης Πόλης των Αγγέλων όπου παράνομοι έχουν δοσοληψίες με αστυνόμους, επίδοξες ηθοποιοί γίνονται πιόνια στα χέρια στυγνών εκμεταλλευτών και οι ελάχιστοι εναπομείναντες αθώοι κατασπαράζονται από τους άνομους και τους ισχυρούς. Κάπου εκεί, εντούτοις, οι δυο δημιουργοί αναγκάζονται να ακολουθήσουν διαφορετικά μονοπάτια. Τους χωρίζει το γεγονός ότι κάθε διασκευή λογοτεχνικού έργου για την οθόνη κρύβει μέσα της την ανάγκη της υπεραπλούστευσης. Κι αυτό είναι ένα εμπόδιο το οποίο δεν απέφυγε ο Ντε Πάλμα. Βασικά σημεία και χαρακτήρες του βιβλίου μεταφέρονται σχηματικά, ενώ η δαιδαλώδης πλοκή του συγγραφέα εκτοπίζεται εδώ χάριν μιας πιο στερεότυπης ίντριγκας.

 

Ο σκηνοθέτης προσπαθεί να αντισταθμίσει τις ελλείψεις με μια ιλιγγιώδη αφήγηση και μια σκηνοθεσία που υπακούει στους κανόνες του κλασικού αμερικανικού σινεμά. Η φιλμική Ντάλια σέβεται τη μυθιστορηματική πηγή από την οποία αντλεί, μα την αντιλαμβάνεται μόνο εικονογραφικά, εισδύοντας ελάχιστα στην κατάμαυρη ψυχή της. Η αργή καταβύθιση ενός σκληροτράχηλου αρσενικού σε μια ωμή πραγματικότητα που θα τον καταστήσει στο τέλος ένα ανδρείκελο παραμένει δομικό στοιχείο του φιλμ. Αυτό το οποίο απουσιάζει είναι η απελπισμένη, τραγική διάσταση που της δίνει το βιβλίο. Μια αίσθηση ότι, με το φινάλε της ιστορίας, τελειώνει και κάθε ανθρωπιά που έχει απομείνει σε αυτό τον κόσμο.

Ας μην είμαστε όμως αυστηροί. Στο κάτω κάτω, its only a movie!

ΛΟΥΚΑΣ ΚΑΤΣΙΚΑΣ

ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΑ ΣΤΗΝ ΙΔΙΑ ΚΑΤΗΓΟΡΙΑ