Γιάννης Γκίκας: Βραβευμένο Design

06.09.2012
Πολυβραβευμένος και με διεθνείς συνεργασίες, ο Γιάννης Γκίκας σχεδιάζει λειτουργικά έπιπλα και χρηστικά Αντικείμενα με ευρηματικό concept.

Οι εμβληματικές καρέκλες του Machintoch, του 1910, που είδε σε μια ταινία της δεκαετίας του ’80, του έκαναν τόσο μεγάλη εντύπωση που τον παρακίνησαν να σχεδιάσει ο ίδιος κάποιο έπιπλο ή χρηστικό αντικείμενο. Οι πρώτες προσπάθειες, παρ’ ότι ευοδώθηκαν από φίλους και καταστήματα, δεν τον ικανοποίησαν. Για να επανέλθει αργότερα, αφού έλυσε κάποια βιοποριστικά θέματα ως καθηγητής Πληροφορικής σε σχολείο, και να σπουδάσει βιομηχανικό σχεδιασμό στον ΑΚΤΟ. Ωστόσο, θεωρεί πως είναι μάλλον αυτοδίδακτος, αφού ουσιαστικά «μαθήτευσε» στο design οργώνοντας μετά μανίας το Διαδίκτυο – όλα τα σχετικά sites και blogs.

Από τα πρώτα κιόλας έργα του και παρά τις μεγάλες δυσκολίες που αντιμετώπισε στην παραγωγή πρωτοτύπων στην Ελλάδα, ο Γιάννης Γκίκας συμμετείχε σε διεθνείς Μπιενάλε design, ενώ παράλληλα δημιούργησε το δικό του site www.yiannisghikas.com. Από εκεί τον ανακάλυψαν η βελγική εταιρεία Feld και η ιταλική Miniforms, για να θέσουν στην παραγωγή έπιπλα που σχεδίασε ο ίδιος, ενώ πρόσφατα και μια γνωστή ελληνική εταιρεία, η Convex, εμπιστεύτηκε το ταλέντο του.

Με μια γκάμα διαφορετικών αντικείμενων στο ενεργητικό του, ο Γιάννης Γκίκας σχεδιάζει έχοντας πάντα ένα συγκεκριμένο concept, μια ιστορία να διηγηθεί, διαφορετική κάθε φορά, χωρίς να εγκλωβίζεται σε ένα γενικότερο concept της δουλειάς του, ούτε στην επιλογή των υλικών. Οπως λέει ο ίδιος, «με ενδιαφέρει τι θα φτιάξω με το κάθε υλικό και όχι το υλικό από μόνο του, δεν αγαπώ ένα αντικείμενο μόνο για το υλικό του. Με ενδιαφέρει να είναι λειτουργικά τα αντικείμενα και με καλή ποιότητα κατασκευής. Αν κάτι δεν λειτουργεί καλά, απαξιώνεται στη συνείδησή μου. Θέλω επίσης να είναι αισθητικά λιτά, απλά αλλά με χαρακτήρα, να είναι και λίγο διαφορετικά, όχι όμως με την έννοια του εντυπωσιασμού». Και πολύ θα ήθελε «να κάνω πράγματα που να παράγονται στην Ελλάδα, ειδικά στη φάση που βρισκόμαστε».

Κείμενο: Ντόση Ιορδανίδου, Φωτογραφία: Nίκος Αλεξόπουλος