Déjà-vu: Αυτό το έχω ξαναζήσει...

15.03.2016
Σου έχει τύχει να νιώσεις πως έχεις ξαναζήσει κάτι που βιώνεις για πρώτη φορά μια δεδομένη στιγμή; Μάθε όσα χρειάζεσαι να ξερεις για το déjà-vu.

Σου έχει τύχει ποτέ να βρεθείς σε κάποιο χώρο για πρώτη φορά κι όμως να νιώθεις την βεβαιότητα ότι έχεις ξαναβρεθεί εκεί; Κι ακόμα πιο πέρα: να έχεις την αίσθηση ότι γνωρίζεις πράγματα για τον τόπο αυτό, πώς ήταν ας πούμε στην προηγούμενη μορφή του; Ή να νιώσεις ότι αυτή η σκηνή που ζεις τώρα έχει ξανασυμβεί; Αν ναι, είσαι ένας από τους πολλούς που είχαν την εμπειρία του déjà-vu, ένα φαινόμενο που απασχολεί την νευρολογία και την σύγχρονη ψυχολογία.

Η αίσθηση του παράδοξου

Ο Κυπριανός, 36 ετών, δημόσιος υπάλληλος παραδέχεται ότι αισθάνεται συχνά να έχει ξαναζήσει στιγμές που συμβαίνουν για πρώτη φορά στη ζωή του. «Δεν θα το τοποθετούσα μόνο στο χώρο, μας λέει. Εμένα συνήθως μου συμβαίνει να νιώθω συχνά ότι ενώ βρίσκομαι με μια παρέα η σύνθεση της οποίας συμβαίνει να είναι τέτοια για πρώτη φορά, να υπάρχουν δηλαδή και καινούρια πρόσωπα και να συζητάμε για κάποιο θέμα, να νιώθω με βεβαιότητα ότι αυτή η συζήτηση έχει ξαναγίνει με αυτά τα ίδια πρόσωπα, στο ίδιο αυτό μέρος κι ας βλέπω μερικούς από αυτούς για πρώτη φορά».

Ο όρος déjà-vu έχει καθιερωθεί από τους επιστήμονες και τους ερευνητές για να χαρακτηρίσει συμβάντα, εικόνες ή αισθήματα που ορισμένα άτομα θεωρούν ότι έχουν ήδη βιώσει στο παρελθόν. «Μέσα στον όρο déjà-vu που σημαίνει κάτι που έχω ήδη δει συμπεριλαμβάνουμε και τις έννοιες déjà-entendu και déjà-vécu, κάτι που έχω ήδη ακούσει και που έχω ήδη ζήσει, διευκρινίζει ο νευρολόγος-ψυχίατρος, διδάκτωρ του Παν/μίου Αθηνών κ. Φαίδων Κυρίμης. Το φαινόμενο «έχω ήδη δει κάτι» αφορά αυτό που βλέπω «εδώ και τώρα» και έχω την σαφή εντύπωση ότι το έχω ξαναδεί, ενώ στην πραγματικότητα της ζωής μου δεν συμβαίνει. Η περιγραφή τόπου ή συμβάντος που δεν έχω επισκεφτεί πριν αυτό συμβεί μόνο σε διευρυμένη έννοια του φαινομένου μπορεί να ενταχθεί. Ούτε το γεγονός ότι μπορεί να δούμε κάτι στο όνειρό μας και μετά να συμβεί εμπίπτει στην κατηγορία αυτού του φαινομένου».

«Είναι ένα φαινόμενο που με βάση στατιστικά στοιχεία θεωρείται πολύ συχνό, λέει η κ. Χριστίνα Αντωνοπούλου, ψυχολόγος-κοινωνιολόγος, επ. καθηγήτρια του Παν/μίου Αθηνών. Από έρευνες, έχει διαπιστωθεί ότι το 70% των ατόμων έχει βιώσει διάφορες μορφές του déjà-vu, με εικόνες, ήχους, μορφές, τοπία, μυρωδιές. Με τις γυναίκες να πλειοψηφούν στο φαινόμενο».

Στα περισσότερα περιστατικά στο déjà-vu κυριαρχεί μια αίσθηση του παράδοξου. Πολλοί παραψυχολόγοι ερμηνεύουν το φαινόμενο μέσω της θεωρίας της μετενσάρκωσης και τη διατήρηση από την προηγούμενη ζωή πολλών ή όλων από τα συστατικά στοιχεία του DNA των προγόνων. Αν δηλαδή ένας πρόγονος έχει βιώσει ένα συμβάν, αυτό το βιώνει και ο απόγονός του μέσω της κληρονομικότητας του DNA δεδομένου ότι τα κύτταρα έχουν μνήμη. Ποια είναι όμως η θέση της επίσημης επιστήμης απέναντι σε παρόμοια περιστατικά;

Σύμφωνα με τον κ. Κυρίμη έχουμε δυο προσεγγίσεις για την εξήγηση αυτού του φαινομένου.

«Η μια είναι η νευρολογική προέλευση γιατί το φαινόμενο απαντάται σε επιληπτικές καταστάσεις, ιδίως του βρεγματικού λοβού. Ο ασθενής είναι δυνατό να έχει αυτή την αίσθηση ότι κάτι έχει ήδη δει λίγο πριν από την επιληπτική κρίση, κατά τη διάρκειά της ή αμέσως μετά. Είναι όμως και πιθανό να αποτελεί τη μοναδική εκδήλωση κροταφικής επιληψίας. Αυτά διαπιστώνονται και ηλεκτροεγκεφαλογραφικώς. Με βάση λοιπόν τέτοιες διαπιστωμένες διαταραχές μπορούμε να προχωρήσουμε σε μια βάσιμη υπόθεση.Την αίσθηση του «εδώ και τώρα» επεξεργάζεται ο κεντρικός εγκέφαλος. Αναζητεί μνημονικές εικόνες. Αν τις βρει κάνει την ταύτισή τους και διαπιστώνει ότι κάτι που βλέπει και ζει εκείνη τη στιγμή το έχει δει και ζήσει ξανά. Η ύπαρξη κάποιας διαταραχής στα «κυκλώματα» του εγκεφάλου είναι δυνατόν αντί να στείλει σήμα αναζήτησης να στείλει την ίδια την εικόνα του παρόντος.Έτσι η εικόνα αυτή θα γυρίσει ως ανάμνηση».

Το ταξίδι της ψυχής

Η δεύτερη προσέγγιση έχει να κάνει με την ψυχολογική προέλευση του φαινομένου. Η Βασιλική, 67 ετών συνταξιούχος θυμάται τη μοναδική περίπτωση déjà-vu στη ζωή της που έζησε γύρω στα 15, με την ίδια ένταση όπως και τότε που της συνέβη. «Θα με φιλοξενούσε για πρώτη φορά μια φίλη μου από το σχολείο στο εξοχικό της στο χωριό. Όταν έφτασα και ανέβηκα τη σκάλα βρέθηκα σε ένα μεγάλο ξύλινο χαγιάτι με πολύ ωραία θέα. Και ξαφνικά ένιωσα ότι αυτό το μέρος το ήξερα από παλιά, ότι είχα ζήσει εκεί, ένιωσα, σχεδόν είδα, τους ανθρώπους που ζούσα τότε μαζί τους, σαν μια φλου εικόνα βέβαια, να μπαινοβγαίνουν στο σπίτι. Μέχρι και μια γωνιά του χαγιατιού αναγνώρισα που πήγαινα όταν ζούσα εκεί κι έπλενα πόδια μου πριν μπω στο σπίτι».

«Οι εικασίες για μια ερμηνεία αυτών των ισχυρισμών θα πρέπει να αναζητηθούν στις ενορατικές δυνατότητες κάποιων ατόμων σε συνδυασμό με τα παιχνίδια και το ανεξερεύνητο δυναμικό του υποσυνείδητου, τονίζει η κ. Αντωνοπούλου. Στο υποσυνείδητο καταχωρούνται ορισμένες εμπειρίες που έχουν αποκτηθεί διαμέσου των αισθήσεων, είτε γιατί δεν έχουν αξιολογηθεί θετικά ή αρνητικά, είτε γιατί δεν έχουν κριθεί απαραίτητες από το άτομο, είτε γιατί απωθούνται για λόγους όπως ενοχές, τύψεις, επιθυμίες. Όλες αυτές οι καταχωρημένες ανεπιθύμητες, άχρηστες πληροφορίες ή επιθυμίες παραμένουν στα αζήτητα και σε συγκεκριμένο τόπο και χρόνο με την καταλυτική λειτουργία κάποιων συνειρμών αναδύονται σαν ένα ολογράφημα πραγματικών καταστάσεων και συναισθημάτων. Πρόκειται δηλαδή είτε για «βαλσαμωμένες» εμπειρίες-πληροφορίες, είτε για ενορατικές-προφητικές ικανότητες είτε για παρεμφερή δεδομένα και στοιχεία που τα άτομα επιθυμούν να ταυτίσουν με το πραγματικό αισθητηριακό ερέθισμα, που μπορεί να είναι εικόνα, ήχος, μυρωδιά, συμβάν». «Καμιά φορά, συμπληρώνει ο κ. Κυρίμης, κάποια εικόνα με έντονα στοιχεία, από έντυπα τηλεόραση, πολύ πιθανόν δε και επιθυμητή, μπορεί να υπέπεσε στην αντίληψη του ατόμου σε χρόνο που ήταν αναγκασμένο να ασχολείται με άλλα πράγματα έντονα. Λίγα χιλιοστά του δευτερολέπτου αρκούν για τη δημιουργία μνημονικής εικόνας. Έκτοτε η μνημονική εικόνα υπάρχει αλλά ο άνθρωπος δεν το γνωρίζει. Και κάποτε κάνει μια πραγματική σύγκριση παρόντος και μνήμης έχοντας την αίσθηση του déjà-vu».

Η πραγμάτωση λοιπόν μιας επιθυμίας είτε συνειδητής είτε ασυνείδητης μπορεί συχνά να κρύβεται πίσω από αυτό το παράξενο φαινόμενο, αφού συμβαίνει άτομα που υποβλήθηκαν σε ηλεκτροεγκεφαλογραφήματα να μην έδειξαν κάποια διαταραχή στο «κύκλωμα» και παρόλα αυτά να είχαν την εμπειρία του déjà-vu. Υπάρχουν όμως και αυτοί που αναρωτιούνται αν αυτό είναι μια ένδειξη για την ικανότητα της ψυχής μας να ταξιδεύει μέσα στο χρόνο.

Η έννοια του χρόνου και το déjà-vu

Σε ένα επαγγελματικό ταξίδι της στην Αϊτή όπου πήγαινε για πρώτη φορά, η Αγγελική, 42 ετών, αρχιτέκτονας, έζησε μια πρωτοφανή όπως την χαρακτηρίζει, περίπτωση déjà-vu. «Το πρώτο βράδυ μετά τη δουλειά μας είπαν ότι θα μας πάνε σε ένα πολύ ωραίο μπαρ-ρεστοράν, σε ένα από τα πιο όμορφα κτίρια της πόλης. Όταν μπήκα μέσα ένοιωσα πολύ παράξενα, όχι μόνο σα να είχα ξαναβρεθεί εκεί, έτσι ακαθόριστα, αλλά και μια αίσθηση δυσαρέσκειας για τις επεμβάσεις που είχαν γίνει στο χώρο. Μάλιστα ρώτησα κάποιον από το μαγαζί γιατί είχαν αλλάξει τη θέση της κουζίνας και είχαν βάλει εκεί το μπαρ. Ρώτησα για τα κελάρια στο υπόγειο του οικήματος κι άλλα πολλά που όλα ήταν όντως όπως τα περιέγραφα. Είχαν μείνει όλοι κατάπληκτοι, αλλά εγώ περισσότερο. Κάποιος μου είπε ότι αυτό το κτίριο ήταν το παλάτι της αδελφής του Ναπολέοντα όταν ζούσε στην Αϊτή».

«Καταρχάς δεν μπορούμε να υποθέσουμε σχέση του φαινομένου με το χωρόχρονο, σύμφωνα και με την θεωρία ότι όλες οι μεταβολές στον κόσμο πάνε προς μια κατεύθυνση, ότι το βέλος του χρόνου έχει μια και μόνη διεύθυνση, παραδέχεται ο κ. Κυρίμης. Εκτός κι αν ο κόσμος έχει περισσότερες από τις 4 διαστάσεις του χωροχρόνου. Με βάση τις νέες θεωρίες κάποιοι φυσικοί μιλούν για 11 διαστάσεις. Αλλά τότε θα πρέπει να κατανοήσουμε τι ακριβώς συμβαίνει με αυτές τις διαστάσεις».

Οι σύγχρονοι αστροφυσικοί πάντως μας λένε ότι αυτό που είναι σίγουρο είναι πως ο χρόνος που μετράνε τα ρολόγια μας και τα ημερολόγια μας δεν έχει καμία σχέση με αυτό που ονομάζουμε χρόνο στη γενική θεωρία της σχετικότητας.Ο χρόνος ως τέταρτη διάσταση μέσα στο χωροχρονικό συνεχές δεν είναι μια διάσταση αντιληπτή από τις αισθήσεις μας. Σύμφωνα με την κοσμολογική θεωρία του Λίντε στη εξίσωση του αδιαίρετου σύμπαντος δεν υπάρχει η έννοια χρόνος. Το συνολικό σύμπαν είναι άχρονο και η έννοια του χρόνου εισάγεται στα επιμέρους κομμάτια των τομών του για λόγους πρακτικούς, όπως συμβαίνει και στον δικό μας κόσμο. Αυτός είναι ο χρόνος που μετράμε με τα ρολόγια μας, μια σκιά δηλαδή του πραγματικού χρόνου της τέταρτης διάστασης στον τριδιάστατο χώρο μας. Όσο όμως κι αν ευσταθούν αυτές οι θεωρήσεις στον κόσμο της αστροφυσικής δεν δίνουν μια πλήρη και ικανοποιητική απάντηση για την δική μας, προσωπική ικανότητα να ταξιδεύουμε νοητά πίσω στο χρόνο και να ξαναζούμε πράγματα που νοιώθουμε ότι έχουμε ξαναζήσει.

«Σήμερα η επιστήμη δέχεται σαν πιο συνηθισμένη και αξιόπιστη αιτία του φαινομένου τη λειτουργία του εγκεφάλου και της μνήμης, εξηγεί η κ. Αντωνοπούλου. Αν θεωρήσουμε τη μνήμη σαν ολόγραμμα, δηλαδή την προβολή μιας πραγματικής εικόνας στοιχείων και δεδομένων, ο εγκέφαλος χρειάζεται μόνο μερικά αποσπασματικά στοιχεία από πληροφορίες των αισθήσεων για να ανασυνθέσει μια πλήρη τρισδιάστατη εικόνα. Είναι κάτι ανάλογο με τη δουλειά των αρχαιολόγων που ανασυνθέτουν από ένα θραύσμα ευρύματος ένα γλυπτό ή ένα πήλινο σκεύος. Όταν ο εγκέφαλος προσλαμβάνει μέσω των αισθήσεων ένα ποσοστό πληροφοριών και αυτές ταυτίζονται με κάτι που συνέβη στο παρελθόν πραγματοποιεί μια πλήρη ανασύνθεση γιατί συγχέει το παρελθόν με το παρόν εξαιτίας των ελαχίστων στοιχείων πληροφόρησης που συμπίπτουν».

Η παγκόσμια ψυχή

Υπάρχει όμως και μια άλλη άποψη, πέρα από την φυσική και επιστημονική. «Αν η ψυχή μας αποτελεί κάποια σταγόνα από την παγκόσμια ψυχή, τότε πρόκειται για το στοιχείο της ύπαρξής μας που έχει επαφή με την αιωνιότητα, πιστεύει ο κ. Κυρίμης. Στην αιωνιότητα δεν έχει νόημα το βέλος του χρόνου. Μιλάμε δηλαδή, για την δυνατότητα της ψυχής να επικοινωνεί με κάτι γενικότερο μέσα στον κόσμο, θα λέγαμε με την ψυχή του κόσμου. Και αν αυτή η ψυχή βρίσκεται παντού, τότε και το επί μέρους της στοιχείο, η ψυχή του ανθρώπου, σε δεδομένα χρονικά σημεία, υπερβαίνοντας του φραγμούς του τρισδιάστατου χώρου, περνώντας κάποια πόρτα μπορεί να βρεθεί σε ένα σημείο του χρόνου χωρίς να έχει πάει εκεί».

Οι πιο πραγματιστές πάντως θεωρούν ότι το déjà-vu είναι ακόμα ένας μηχανισμός που θέτει σε λειτουργία ο άνθρωπος για να περιχαρακωθεί σε ένα σίγουρο και ασφαλές πλαίσιο συναισθημάτων.

Βιβλιογραφία αστροφυσικής:

«Μετρώντας τον άχρονο χρόνο:ο χρόνος στην Αστρονομία»

«Στράμαν: το παραμύθι του ουρανού»

και τα δυο των Στράτου Θεοδοσίου και Μάνου Δανέζη από τις εκδόσεις Δίαυλος.


Πρώτη δημοσίευση: Περιοδικό Αρμονία, τεύχος 49

Update: Μάρτιος 2015.