Aναδρομική έκθεση της Ναταλίας Μελά στο Μπενάκη

24.03.2008
Στα 85 της χρόνια η γλύπτρια Ναταλία Μελά έχει τη χαρά να ζήσει και να επιβλέψει η ίδια την πρώτη μεγάλη αναδρομική έκθεση έργων της στο Μουσείο Μπενάκη (Πειραιώς), που θα εγκαινιαστεί την Πέμπτη 27 Μαρτίου και θα διαρκέσει έως τις 4 Μαϊου.
Στα 85 της χρόνια η γλύπτρια Ναταλία Μελά έχει τη χαρά να ζήσει και να επιβλέψει η ίδια την πρώτη μεγάλη αναδρομική έκθεση έργων της στο Μουσείο Μπενάκη (Πειραιώς), που θα εγκαινιαστεί την Πέμπτη 27 Μαρτίου και θα διαρκέσει έως τις 4 Μαϊου.

Ήδη έχει αρχίσει το στήσιμο της έκθεσης, με εκείνη συχνά παρούσα στην τοποθέτηση των περίπου 160 γλυπτών της, από μάρμαρο και μέταλλο τα περισσότερα.

Δεν είναι μόνο τα μοιρασμένα σε θεματικές ενότητες έργα, αλλά η «μεταφορά» του εργαστηρίου της στη Βασ. Σοφίας, ζωντανό ακόμη από τη δουλειά της γλύπτριας που δεν έχει πάψει να εργάζεται και από τις αναμνήσεις των ανθρώπων που πέρασαν: Νίκος Εγγονόπουλος και Νέλλη Ανδρικοπούλου, Γιάννης Τσαρούχης, Ανδρέας Εμπειρίκος, Γιάννης Μόραλης κ.ά. Ολοι τους μια παρέα, με την εγγονή του μακεδονομάχου Παύλου Μελά και τον σύζυγό της, τον αρχιτέκτονα των «Ξενία» Αρη Κωνσταντινίδη.

Η αναπαράσταση του εργαστηρίου της είναι ακριβής: μια ξύλινη κατασκευή, 10 τ.μ., με μαρμάρινους πάγκους, τόρνους, μηχανές κοπής μετάλλων και οξυγονοκόλλησης, και διάφορα εργαλεία δουλειάς (μάσκες, γυαλιά κ.λπ.). Στο εσωτερικό, προπλάσματα έργων ή άλλα ημιτελή. Η ζωντάνια εξασφαλίζεται με ήχους από την επεξεργασία των υλικών.

Η ίδια η έκθεση παρουσιάζει κορυφαίες στιγμές της εικαστικής πορείας της Ναταλίας Μελά που ξεκινά αμέσως μετά τις σπουδές της στην ΑΣΚΤ (1942-1947), με δασκάλους τους Δημητριάδη και Τόμπρο.

Η πρώτη φάση της πορείας της, στη δεκαετία του 50, όταν ακόμη δούλευε με μάρμαρο και πέτρα, φέρουν τη σφραγίδα της σχολής και, κυρίως, του Δημήτρη Πικιώνη, με τον οποίο φιλοτέχνησε το ταφικό μνημείο του μητροπολίτη Χρύσανθου (Α Νεκροταφείο Αθηνών) και το Μνημείο των Πεσόντων στη Νεμέα.

Σε εκείνη την περίοδο τίμησε με προτομές τον παππού της Παύλο Μελά (Κηφισιά, Θεσσαλονίκη), τον άλλο παππού της (από την πλευρά της μητέρας της) Στέφανο Δραγούμη (Ζάππειο) και σε ανάγλυφες παραστάσεις Ελληνες Αγωνιστές του 21. Η ιστορική περίοδος της γλύπτριας αντιπροσωπεύεται με ανάγλυφα προς το τέλος της έκθεσης.

Το υπόλοιπο και μεγαλύτερο μέρος καλύπτει την πιο προχωρημένη δουλειά της, από το 60 κι έπειτα, όταν αποτίναξε την εξάρτηση από τα παραδοσιακά υλικά της γλυπτικής και την προμελετημένη τεχνική. Τότε η γλύπτρια στράφηκε στις μεταλλοκατασκευές με οξυγονοκόλληση. Το μέταλλο βοηθούσε τη γλύπτρια να αναπτύξει την εκφραστικότητα και να βαδίσει στα μονοπάτια της μοντέρνας γλυπτικής.

Ο φυσικός κόσμος αποτέλεσε ένα ευρύ πεδίο από το οποίο η γλύπτρια άντλησε πολλά θέματα (κριάρι, πετεινός, πουλί κ.ά.), που απέδωσε με χιούμορ. Εντυπωσιακά είναι στην έκθεση δύο σύνολα μεταλλικών έργων, το ένα με κοκόρια, το άλλο ένα κοπάδι κατσίκια. Ενα ακόμη σύνολο που τραβά το βλέμμα αποτελείται από κρεμασμένα σκαριά πλοίων.

Οι μύθοι δεν έμειναν έξω από τη θεματολογία της Μελά, τους οποίους αποδίδει με μια «ελαφράδα στη γραμμή», κάνοντας «τα έργα να μοιάζουν με πλάσματα που αιωρούνται στον ορίζοντα της φαντασίας μας», όπως αναφέρει ο συγγραφέας Τάκης Θεοδωρόπουλος στον κατάλογο της έκθεσης (συνέκδοση Μουσείου Μπενάκη και Ωκεανίδας).

Δήμητρα Ρουμπούλα