Είδαμε τη Γκόλφω στο Εθνικό ***** [Σπεύσατε!]

12.04.2013
Πόσο διαχρονικό μπορεί να είναι ένα ελληνικό παραδοσιακό βουκολικό δράμα; Πως μπορεί να σταθεί, να συγκινήσει και να προβληματίσει στην Ελλάδα της κρίσης η ιστορία του Τάσου και της Γκόλφως; Όλα τα παραπάνω θα τα διαπιστώσετε αν παρακολουθήσετε τη φρέσκια, δροσερή και γάργαρη «Γκόλφω» που σκηνοθετεί ο Νίκος Καραθάνος στο Θέατρο Rex – Σκηνή «Μαρίκα Κοτοπούλη» του Εθνικού Θεάτρου.

Πόσο διαχρονικό μπορεί να είναι ένα ελληνικό παραδοσιακό βουκολικό δράμα; Πως μπορεί να σταθεί, να συγκινήσει και να προβληματίσει στην Ελλάδα της κρίσης η ιστορία του Τάσου και της Γκόλφως; Όλα τα παραπάνω θα τα διαπιστώσετε αν παρακολουθήσετε τη φρέσκια, δροσερή και γάργαρη «Γκόλφω» που σκηνοθετεί ο Νίκος Καραθάνος στο Θέατρο Rex – Σκηνή «Μαρίκα Κοτοπούλη» του Εθνικού Θεάτρου.

Και αυτό γιατί το δραματικό ειδύλλιο του Σπυρίδωνος Περεσιάδου, που αφηγείται την τραγική ερωτική ιστορία δύο νέων, του Τάσου και της Γκόλφως, μεταμορφώνεται και αποκτά άλλες διαστάσεις στα χέρια του Νίκου Καραθάνου, εκπλήσσει και παρασύρει σε θεατρική μέθεξη ακόμη και τους μη φανατικούς θεατρόφιλους.
Η υπόθεση του έργου γνωστή: Σ' ένα ορεινό χωριό που κυλούν τα νερά της Στύγας, εκεί όπου σύμφωνα με τους αρχαίους μύθους ήταν η πύλη για τον Κάτω Κόσμο και όπου θνητοί και αθάνατοι έπαιρναν τον ιερότερο όρκο, η Γκόλφω και ο Τάσος, δύο νεαρά παιδιά, ορκίζονται αιώνια αγάπη. Η Γκόλφω, πιστή στον όρκο της, αρνείται τον άρχοντα που θέλει να την παντρευτεί, αλλά ο Τάσος, αψηφώντας τον δικό του, δέχεται να πάρει γυναίκα του την πλούσια νέα που του προξενεύουν. Όταν αλλάξει γνώμη, θα είναι πολύ αργά…
Ομολογουμένως, ο Νίκος Καραθάνος έθεσε ένα πολύ δύσκολο στοίχημα, επιλέγοντας να μας παρουσιάσει ένα καθαρόαιμο βουκολικό δράμα. Το κέρδισε, ωστόσο, επάξια αποδεικνύοντας περίτρανα πως και σπάνιο ταλέντο και μοναδική σκηνοθετική οπτική έχει, αφού κατόρθωσε αυτό που σε άλλους θα φαινόταν ακατόρθωτο: Αφαίρεσε κάθε υπερβολικό και ρετρό στοιχείο, διατηρώντας συνάμα αυτούσια την ιδιόλεκτό του κειμένου και το έφερε στα μέτρα και τα σταθμά της εποχής μας.
Ποιες σκηνές ξεχωρίσαμε σκηνοθετικά:
- Τις πρώτες αθώες προσωπικές στιγμές της Γκόλφως και του Τάσου που σαν μικρά ξεπεταρόνια αγγίζονται και ανακαλύπτουν την αγάπη υπό τους ήχους της … άνοιξης.
- Τις στιγμές μεταμόρφωσης των νεαρών Τάσου – Χάρη Φραγκούλη- και Γκόλφως – Εύης Σαουλίδου- στους μεσήλικες –Νίκο Καραθάνο και Λυδία Φωτοπούλου και τους πανταχού παρόντες υπερήλικες Αλίκη Αλεξανδράκη και Γιάννη Βογιατζή. Πραγματικά έξοχη και πολύ λειτουργική σύλληψη.
- Το γάμο – παρωδία του Τάσου, με τους καλεσμένους σαν μαριονέτες και καραγκιόζηδες να προσκυνούν το χρήμα του τσέλιγκα και την γεμάτη αληθινή αγάπη Γκόλφω να τους απορρυθμίζει διαρκώς…
- Τη σκηνή όπου η Γκόλφω εις τριπλούν (Εύη Σαουλίδου / Λυδία Φωτοπούλου / Αλίκη Αλεξανδράκη) σκουπίζει τα μάτια της με ένα μαντήλι που στάζει πικρά δάκρυα για την χαμένη αγάπη του Τάσου.
- Τον λυγερό κένταυρο που αγκαλιάζει τρυφερά την αποκαμωμένη από τις κατάρες Γκόλφω και την μεταφέρει εκτός σκηνής. Σουρεαλιστικό στοιχείο που ωστόσο μας μάγεψε.
- Την τελευταία σκηνή, όπου η Γκόλφω, Αλίκη Αλεξανδράκη δεν αναγνωρίζει πια τον Τάσο – Γιάννη Βογιατζή και αυτός της δίνει την αστυνομική του ταυτότητά, την οποία η Γκόλφω μας επιδεικνύει, θέτοντάς μας ζήτημα του ποιοι τελικά είμαστε…
- Το αμφίσημο τέλος με όλο το θίασο να φωνάζει στον μετανιωμένο Τάσο- Γιάννη Βογιατζή "Τρέχα Τάσο!"
Αρωγοί σ΄αυτόν τον «άθλο», οι υπόλοιποι συντελεστές της παράστασης. Η ζωντανή μουσική του Άγγελου Τριανταφύλλου, την οποία εκτελούσαν ζωντανά οι πρωταγωνιστές ταίριαξε απόλυτα με το κλίμα της παράστασης και δημιούργησε ένα διαφορετικό κλίμα, μία ατμόσφαιρα που μέσα της ελλόχευε η πίκρα και η προδοσία. Η Έλλη Παπαγεωργακοπούλου έκανε εξαιρετική δουλειά με τα κοστούμια-μαύρες φουστανέλες και το σκηνικό που το απάρτιζαν κάποια θηριώδη μολυβί πουφ που συμβόλιζαν τις κορυφές και τις ραχούλες του όρους Χελμού. Τελικά με τα πιο απλά πράγματα γίνονται… θαύματα.
Η Εύη Σαουλίδου ως νεαρή Γκόλφω ήταν πραγματικά ιδανική. Ανάλαφρη, ευαίσθητη και εύθραυστη ερωτεύτηκε τον Τάσο χαρίζοντάς του το «είναι» της. Μη μπορώντας να αποδεχθεί την προδοσία του, «μαραίνεται» και δίνει τη σκυτάλη στην έμπειρη Λυδία Φωτοπούλου. Η Φωτοπούλου μας εντυπωσίασε για ακόμη μία φορά με το υποκριτικό της εκτόπισμα και μας έκανε να ανατριχιάσουμε στον «ύμνο» που έπλεξε στην αγάπη –πρόκειται για μία από τις πιο δυνατές θεατρικές σκηνές των τελευταίων ετών- αλλά και τη στιγμή που εξαπέλυε κατάρες στον Τάσο.
Ο Χάρης Φραγκούλης ως νεαρός Τάσος, παρουσιάστηκε ευάλωτος και μη μπορώντας να ισορροπήσει το συναίσθημα με τη λογική, επιλέγει τα χρήματα του πλούσιου τσέλιγκα και την αρκούδα κόρη του καταπατώντας τους όρκους αγάπης που είχε δώσει στην Γκόλφω. Με την ερμηνεία του αυτή απέδεξε πως δίκαια απέσπασε φέτος το Βραβείο Χορν.
Εν συνεχεία ο Νίκος Καραθάνος λαμβάνει τη σκυτάλη και δίνει μία πιο εσωτερική ερμηνεία, αποφεύγοντας - ευτυχώς- παλαιότερες μανιερίστικες εξάρσεις του.
Εξαιρετος ο Άγγελος Παπαδημητρίου ως τσέλιγκας, χειμαρρώδης και απολαυστικός ο Άγγελος Τριανταφύλλου ως Κίτσος, στιβαρός ο Γιώργος Μπινιάρης ως Θανάσουλας και συγκινητική η Χριστίνα Μαξούρη ως μάνα της Γκόλφως (ειδικά τις στιγμές που τραγουδάει).
Ιδιαίτερη μνεία αξίζει να κάνουμε στην εύθραυστη ερμηνεία του Γιάννη Βογιατζή που όσο μεγαλώνει, τόσο περισσότερο μας κερδίζει υποκριτικά….
Γεωργία Οικονόμου