Είδαμε τη συγκλονιστική οπερατική Φόνισσα

21.11.2014
Με βαθιά συγκίνηση παρακολουθήσαμε (στη γενική πρόβα) σε παγκόσμια πρώτη στην αίθουσα Αλεξάνδρα Τριάντη του Μεγάρου Μουσικής Αθηνών, τη νέα όπερα του Γιώργου Κουμεντάκη, η οποία βασίζεται σ’ ένα από τα σπουδαιότερα έργα της ελληνικής λογοτεχνίας, τη «Φόνισσα» του Αλέξανδρου Παπαδιαμάντη.

Και λέμε με βαθιά συγκίνηση, γιατί νιώθουμε πως αυτή η απόδοση της Φόνισσας είναι το αποκορύφωμα της σύγχρονης νεοελληνικής θεατρικής/οπερατικής παραγωγής μας. Είναι ένα τεράστιο κατόρθωμα που θα πρέπει να μας κάνει να αισθανόμαστε υπερήφανους, γιατί μπορούμε ακόμη και σήμερα, την εποχή της κρίσης, την εποχή που η παράδοση έχει παραγκωνιστεί σε δεύτερη μοίρα, όχι μόνο να αντλούμε τα πολύτιμα στοιχεία της, αλλά να «πατάμε» πάνω σε διαχρονικά κείμενα του παρελθόντος και να τους δίνουμε νέα πνοή μεταφέροντάς τα στο σήμερα.

Σ΄αυτην την οπερατική Φόνισσα, η μουσική του Γιώργου Κουμεντάκη, το ποιητικό κείμενο του Γιάννη Σβώλου, η σκηνοθεσία του Αλέξανδρου Ευκλείδη, η σκηνική εγκατάσταση του Πέτρου Τουλούδη και η μουσική διεύθυνση του Αλέξανδρου Χριστόπουλου συνομιλούν μεταξύ τους σαν να είναι ένα, σαν να έχουν κοινό dna, σαν να γνωρίζονται από… πάντα. Το ένα στοιχείο στηρίζεται στο άλλο και το απογειώνει… παραδίδοντάς μας τελικά ένα αποτέλεσμα μαγικό.

Η μουσική του Κουμεντάκη δεν είναι «εύκολη», όπως άλλωστε εύκολη δεν είναι και η προσωπικότητα της Φραγκογιαννούς. Και εδώ είναι που ο μεγάλος Έλληνας συνθέτης παίρνει τα εύσημα. Γιατί δεν επιχείρησε μια απλή αναβίωση εκείνης της εποχής, μια αναβίωση που θα μπορούσε να μας εντυπωσιάσει σε ένα πιο επιφανειακό επίπεδο. Η μουσική του μεγάλου αυτού Έλληνα συνθέτη είναι μια “εσωτερική αναβίωση” του ψυχογραφήματος της ίδιας της Φραγκογιαννούς. Είναι η ίδια η ανάσα της ηρωίδας, αυτή που αποδομεί ουσιαστικά τον σκοτεινό ψυχισμό της, αυτή που μας ταξιδεύει στους υπόγειους διαδρόμους της ψυχής της.

Τι να πει κανείς για την εκπληκτική δουλειά του Γιάννη Σβώλου στο παπαδιαμαντικό κείμενο. Το κείμενο του αναβρύζει από άκρη σε άκρη την προφορά του, τον ρυθμό του λόγου του και φωνάζει για την αυθεντικότητά του. Χειρουργικά και με απόλυτο σεβασμό κεντημένο λέξη προς λέξη, επικεντρωμένο κυρίως στα διαλογικά στοιχεία του κειμένου, απαγγέλλεται, τραγουδιέται, συνδυάζεται αρμονικά με νανουρίσματα, παιδικά τραγούδια, ακόμη και μοιρολόγια και τελικά συντονίζεται με τον παλμό μας. Και αυτό γιατί – κακά τα ψέματα- η ελληνική μας ταυτότητα είναι βαθιά εμποτισμένη με τον παπαδιαμαντικό λόγο, ενώ η Φόνισσα αποτελεί την πεμπτουσία του.

Ο Αλέξανδρος Ευκλείδης έβαλε όλη του μαεστρία και μας χάρισε μία έξοχη κινηματογραφική σκηνοθετική οπτική. Άριστα διαβασμένος, επικεντρώθηκε στο πρόσωπο της Φραγκογιαννούς, της έδωσε μία απόκοσμη, σχεδόν μεταφυσική ερμηνεία, την παρέδωσε μπροστά στην κρίση μας, αλλά δεν την έκρινε. Άφησε το ίδιο το κείμενο να μιλήσει και στο τέλος την παρέδωσε στο νερό... Στο καθαρτικό αυτό στοιχείο της φύσης, εκεί που την παραδίδει και ο ίδιος ο Παπαδιαμάντης. Άλλωστε ο μύθος του νερού και του πνιγμού είναι μαζί με το μύθο του θανάτου, ο πιο σημαντικός από όλους τους μύθους της Φόνισσας, Σ΄αυτόν υπάγονται οι κυριότερες πράξεις του μυθιστορήματος – οι φόνοι και το τέλος της Φραγκογιαννούς- αλλά και η οργάνωση της όλης ιστορίας ως πορείας: από πνιγμό σε πνιγμό, από νερό σε νερό, προς τον τελικό καταποντισμό…. Ο Ευκλείδης έχοντας στιβαρή γνώση αυτού το εκμεταλλεύτηκε στο έπακρο: οι ψυχροί μπλε θαλασσινοί φωτισμοί του Βινίτσιο Κέλι, το εμπνευσμένο λειτουργικό σκηνικό του Πέτρου Τουλούδη που παρέπεμπε σε κατάρτι πλοίου, το πηγάδι στο κέντρο της σκηνής, το ποτάμι που έπλεναν τα ρούχα, η διαρκής εμφάνιση μια πνιγμένης κοπέλας, τα φαντάσματα όλων των θυμάτων της Φραγκογιαννούς… όλες καθοριστικές εμφανίσεις του πραγματικού ή φαντασιακού μοιραίου υγρού στοιχείου. Εμφανίσεις που συνομιλούσαν σ΄ ένα αόρατο/δεύτερο επίπεδο με την ηχώ των λόγων του Παπαδιαμάντη σχηματίζοντας ένα αδιόρατο μαγευτικό περιγραφικό πλαίσιο.

Εξαιρετική η μουσική διεύθυνση του Αλέξανδρου Χριστόπουλου, διατήρησε όλες τις εύθραυστες ισορροπίες και μας χάρισε έξοχους χρωματισμούς. Συγκλονιστική η Τζούλια Σουγλάκου (δεύτερη διανομή στο ρόλο της Φραγκογιαννούς έκλεψε την παράσταση στις ερμηνείες, ενώ εξαιρετικοί ήταν και οι υπόλοιποι συντελεστές που έντυσαν με τις φωνές τους μοναδικά το λόγο του Παπαδιαμάντη. Καθοριστική η συμμετοχή της Παιδικής Χορωδίας της ΕΛΣ, καθώς έδωσε μία άλλη διάσταση στην αναπαράσταση αυτή του μύθου ως παιδικός χορός, αλλά και «τροφής» για την Φόνισσα

Καλύτερη στιγμή της παράστασης; Το τέλος της, εκεί που η Φραγκογιαννού ακίνητη στους βράχους μας εξιστορεί το ανελέητο κυνηγητό της από τους αστυνομικούς. Καρφωμένη στη σκηνή, αντί να τρέχει προς τα βουνά, όπως περιγράφει ο Παπαδιαμάντης, περικυκλώνεται από την ίδια τη φύση, πνίγεται και τελικά χάνεται….

Γεωργία Οικονόμου ([email protected])