Ανάμεσα στο καλό και το κακό

17.09.2007
Επίλεκτο μέλος της γενιάς των σκηνοθετών που τη δεκαετία του 70 άλλαξαν την ιστορία του αμερικανικού σινεμά, κάτοχος Οσκαρ σκηνοθεσίας για ένα από τα καλύτερα αστυνομικά θρίλερ που γυρίστηκαν ποτέ («Ο Ανθρωπος Από Τη Γαλλία»), υπεύθυνος για μία από τις τρομακτικότερες ταινίες όλων των εποχών («Ο Εξορκιστής»), κέντρο της αντιπαράθεσης για μία από τις πιο περιπετειώδεις ιστορίες γυρισμάτων της πρόσφατης ιστορίας («Το Ψωνιστήρι»), λάτρης της ευρωπαϊκής φιλοσοφίας και της όπερας... Λίγο πριν επισκεφθεί την Αθήνα και λίγο πριν το 13ο Διεθνές Φεστιβάλ Κινηματογράφου της Αθήνας Νύχτες Πρεμιέρας conn-χ του απονείμει την τιμητική Χρυσή Αθηνά, ο Γουίλιαμ Φρίντκιν μιλάει για όσα συνεχίζουν να δίνουν νόημα στη ζωή του.

Συνέντευξη στον Μανώλη Κρανάκη

Οι ταινίες σας έχουν την τάση να επανεκτιμώνται χρόνια μετά από την πρεμιέρα τους στους κινηματογράφους. Οπως για παράδειγμα το «Μεροκάματο Του Φόβου» ή το «Ψωνιστήρι»...

Το θεωρώ μεγάλη μου τιμή. Ειδικά σε μία εποχή που το σύστημα δεν επιτρέπει σε πολλές ταινίες να ξαναπαίζονται και να συναντούν νεότερες γενιές. Μάλλον υπάρχουν διαχρονικά στοιχεία στις περισσότερες ταινίες μου που τις κάνουν να μην παλιώνουν.

Μιλώντας για το «Μεροκάματο Του Φόβου» ήταν το καλοκαίρι του 1977, 30 χρόνια πριν, που η ταινία προβλήθηκε στους κινηματογράφους μαζί με τον «Πόλεμο Των Αστρων». Πώς νιώσατε όταν η ταινία αγνοήθηκε από το κοινό;

Δεν αγνοήθηκε τελείως. Η ταινία συνέχισε να παίζεται σε πολλούς κινηματογράφους σε ολόκληρη την Αμερική.

Κατάφερε όμως να αποσπάσει την προσοχή που της άξιζε;

Για να είμαι ειλικρινής, πιστεύω, όχι επειδή είναι δική μου ταινία, ότι η αξία του «Μεροκάματου Του Φόβου» θα συνεχίζει να μεγαλώνει μέσα στα χρόνια. Δεν μπορείς να το συγκρίνεις με τον «Πόλεμο Των Αστρων». Είναι δύο ταινίες που απευθύνονται σε εντελώς διαφορετικά είδη θεατών. «Το Μεροκάματο Του Φόβου» είναι φτιαγμένο πρωταρχικά για ενήλικες. Ο «Πόλεμος Των Αστρων» προοριζόταν για τους νέους.

Είναι πολλοί όμως αυτοί που πιστεύουν πως «Ο Πόλεμος Των Αστρων» ήταν η αρχή του τέλους για το Χόλιγουντ, όπως αυτό είχε αρχίσει να διαμορφώνεται τη δεκαετία του 70.

Δεν το πιστεύω. Απλά σήμανε την αλλαγή. Εδειξε τον δρόμο για το πώς θα φτιάχνονταν από εκεί και πέρα οι ταινίες. Για το τι ταινίες θα προτιμούσαν πια τα στούντιο να χρηματοδοτήσουν.

Μία ακόμη ταινία που μοιάζει να επανεκτιμάται μετά από χρόνια είναι το «Ψωνιστήρι» που επιτέλους φέτος κυκλοφορεί για πρώτη φορά σε DVD...

Και όχι μόνο, αφού θα βγει στο σινεμά αρχές Σεπτεμβρίου. Από το Σαν Φρανσίσκο στο Λος Αντζελες και από εκεί στη Νέα Υόρκη.

Περίεργο συναίσθημα να βλέπετε μία ταινία σας στους κινηματογράφους, σχεδόν δύο δεκαετίες μετά την πρεμιέρα της.

Είδα το «Ψωνιστήρι» πρόσφατα μετά από 27 χρόνια. Και αυτό επειδή έπρεπε να φτιάξω τις καινούργιες κόπιες και να βελτιώσω το σάουντρακ σε 5.1 Dolby Digital. Είναι πανέμορφο. Νομίζω ότι δεν έχει χάσει καθόλου από τη δύναμη του. Και θα συνεχίσει για χρόνια να είναι αμφιλεγόμενο.

Πώς νιώθετε σήμερα για όλη τη διαμάχη που είχε ξεσπάσει το 1979 (σ.σ. η κοινότητα των ομοφυλοφίλων της Νέας Υόρκης αντέδρασε με διαμαρτυρίες για την αρνητική αντιμετώπιση της γκέι κουλτούρας από τον Φρίντκιν);

Είχα πλήρη επίγνωση της κατάστασης και καταλάβαινα τις αντιδράσεις. Αλλά δεν είχα την παραμικρή πρόθεση να κάνω μία ταινία εναντίον των γκέι. Κι αυτό γιατί απλά δεν είμαι εναντίον των γκέι.

Τι απέγιναν τα 40 αποκαλυπτικά λεπτά που κόπηκαν από την ταινία;. Πώς και δεν αποφασίσατε ποτέ να κυκλοφορήσετε το διαβόητο directors cut των 140 λεπτών;

Δυστυχώς δεν μπορεί κανείς να βρει το υλικό που κόπηκε. Η διανομή της ταινίας ανήκε αρχικά στην United Artists πριν το αγοράσει η Warner Bros. Ολοι πιστέψαμε πως μαζί με την ταινία θα βρισκόταν και το υλικό που κόπηκε το 1979 για να μπορέσει η ταινία να βγει με έναν καλύτερο χαρακτηρισμό από το «Ακατάλληλο». Εψαξαν σε κάθε πιθανό και απίθανο μέρος. Αλλά δεν νομίζω ότι αυτό το υλικό είτε αλλάζει την ιστορία ή την επηρεάζει με οποιονδήποτε τρόπο.

Και η τελική σκηνή; Χάθηκε κι αυτή; Είχατε δηλώσει πως το τέλος που γνωρίζουμε δεν είναι το τέλος που γυρίσατε.

Δεν θυμάμαι να έχω δηλώσει κάτι τέτοιο. Θυμάμαι ότι το τέλος που υπάρχει είναι το μοναδικό τέλος που υπήρχε εξαρχής. Δεν αλλάξαμε την ταινία σε σχέση με την αρχική της εκδοχή. Ολο το υλικό που κόπηκε δεν επηρέασε με κανέναν τρόπο την υπόθεση.

Σε μία έρευνα που έγινε στο περιοδικό για τις καλύτερες ταινίες της δεκαετίας του 80, μία από αυτές ήταν ο «Ανθρωπος Από Το Λος Αντζελες» (To «Live And Die in L.Α.»). Λαμβάνοντας υπόψη πως πολλοί θεωρούν ότι αυτή είναι η καλύτερη σας ταινία, ποια θα ψηφίζατε εσείς ως την καλύτερη σας;

Η προσωπική μου αγαπημένη είναι το «Jade» (1995). Με πολλούς τρόπους είναι η ταινία η οποία με αγγίζει περισσότερο.

Δεν εγκαταλείψατε ποτέ την τάση που έχετε για σκοτεινά και αμφιλεγόμενα θέματα για τις ταινίες σας; Υπήρξε ποτέ κάποιο τίμημα που έπρεπε να πληρώσετε για να κάνετε το σινεμά που θέλατε;

Δεν πλήρωσα ποτέ κανένα τίμημα. Εκανα τις ταινίες που ήθελα να κάνω. Κάποιες ήταν καλές, κάποιες όχι. Το κριτήριο με το οποίο αποτιμώ τις ταινίες μου είναι πόσο κοντά βρέθηκα στο να εκπληρώσω ακριβώς το όραμα μου. Σε μερικές ταινίες νομίζω το κατάφερα. Σε άλλες όχι. Αλλά όλες βρίσκονται στο έλεος των θεατών και των κριτικών. Αυτοί αποφασίζουν. Οταν κάνεις τις ταινίες δεν μπορείς να τις κρίνεις.

Ο «Ανθρωπος Από Τη Γαλλία» υπήρξε όμως μία πρωτοφανής καλλιτεχνική και εμπορική επιτυχία. Και κυρίως μία ταινία που δεν θα μπορούσε να γυριστεί σήμερα, πόσο μάλλον να κερδίσει το Οσκαρ καλύτερης ταινίας. Τι ήταν τόσο διαφορετικό στα 70s;

Απλά οι ταινίες ήταν διαφορετικές από ό,τι σήμερα. Οταν κάναμε τον «Ανθρωπο Από Τη Γαλλία» δεν υπήρχε καμία πρόθεση να κάνουμε μία μεγάλη, επική ταινία αλλά περισσότερο μία σεμνή ταινία, μία σπουδή πάνω στους χαρακτήρες, μία ανάλυση της λεπτής γραμμής που χωρίζει το καλό από το κακό - το οποίο είναι κατά κύριο λόγο το θέμα όλων των ταινιών που έχω κάνει. Και μην ξεχνάτε πως υπήρχαν άνθρωποι στην Αμερική αλλά περισσότερο στον υπόλοιπο κόσμο που έκαναν ταινίες που επηρέασαν τη γενιά μου. Ενας από αυτούς, φυσικά, ήταν ο Μιχάλης Κακογιάννης και ο «Ζορμπάς» του. Στις μέρες του ήταν ένα σπουδαίο φιλμ. Ενα σπουδαίο, «ξεσηκωτικό» φιλμ. Τουλάχιστον όσον αφορά το αμερικανικό κοινό... Και ξαφνικά γυρίζαμε ταινίες επειδή θέλαμε να μοιάσουμε σε όλους αυτούς τους «ξένους» από την Ευρώπη. Θυμάμαι μία πολιτική ταινία, το «Ζ» του Κώστα Γαβρά το οποίο ήταν βασισμένο στην υπόθεση Λαμπράκη. Ηταν ένα πολύ δυνατό φιλμ. Και μου έδειξε τον τρόπο για να κάνω τον «Ανθρωπο Από Τη Γαλλία» σαν ντοκιμαντέρ. Και «Ο Θίασος» του Θόδωρου Αγγελόπουλου. Τρέχω πάντοτε στο σινεμά για να δω κάποια από τις ταινίες του.

Τι συνέβη, όμως, και όλο αυτό το πνεύμα των 70s εξαφανίστηκε;

Ολα αλλάζουν με τον ερχομό της νέας γενιάς. Η λογοτεχνία έχει αλλάξει. Και η ζωγραφική. Η ποίηση. Ποιος γράφει πια στην Ελλάδα σαν τον Γιάννη Ρίτσο; Ποιος γράφει πια ποίηση όπως ο Σοφοκλής; Ποιος ζωγραφίζει όπως οι μεγάλοι Ολλανδοί ζωγράφοι του προηγούμενου αιώνα; Οι άνθρωποι πηγαίνουν σήμερα στα μουσεία και βλέπουν Αντι Γουόρχολ ή Τζεφ Κουνς. Δεν αντέχω να βλέπω αυτά τα πράγματα. Δεν μου λένε τίποτα. Αλλά αυτό οφείλεται στο ότι έρχομαι από μία άλλη γενιά και η παιδεία μου είναι κατά βάση ευρωπαϊκή.

Συνεχίζετε όμως να κάνετε ταινίες και να απευθύνεστε σε ένα νεαρότερο κοινό;

Φυσικά. Τα τελευταία χρόνια, όμως, σκηνοθετώ και όπερες σε ολόκληρο τον κόσμο. Εχω σκηνοθετήσει όπερες στη Φλωρεντία, το Τορίνο, το Τελ Αβίβ, την Ουάσινγκτον. Είναι ένας καινούργιος τρόπος να εκφράζομαι. Να πρέπει να δουλέψω πάνω σε σπουδαίες μουσικές και σπουδαία λιμπρέτα.

Βλέποντας την τελευταία σας ταινία, το «Μικρόβιο Του Φόβου» έχει κανείς πολύ έντονη την αίσθηση των πρώτων σας ταινιών, του «Τhe Boys In The Βand» και του «Τhe Birthday Ρarty» που βασίζονταν σε θεατρικά έργα. Αν αναλογιστεί κανείς και το γεγονός της λατρείας σας για την όπερα, δεν είναι υπερβολή να διαπιστώσει ότι γοητεύεστε από τη θεατρικότητα των καταστάσεων και από τους περιορισμένους χώρους που δημιουργούν έντονο το συναίσθημα της κλειστοφοβίας;

Με γοήτευαν πάντοτε οι ταινίες που διαδραματίζονται σε περιορισμένους χώρους. Γιατί πιστεύω ότι έχει αντίκτυπο και στον ήρωα. Σε αντίθεση με ένα έπος όπου βλέπεις χιλιάδες κομπάρσους. Τα δύο πράγματα που με ενδιαφέρουν σε μία ταινία είναι το σενάριο και οι ήρωες. Και φυσικά η σχέση του καλού με το κακό...

Ναι, αλλά η εικόνα σας παραμένει ένα από τα πιο δυνατά σας στοιχεία. Οπως για παράδειγμα στον «Εξορκιστή».

Ο «Εξορκιστής» είναι μία ασυνήθιστη και μοναδική περίπτωση. Ηταν σαν η ίδια η ταινία να αναζητούσε αυτή την έντονη αντίθεση ανάμεσα στο φως και το σκοτάδι. Αλλες σκηνές είναι γυρισμένες στο εκτυφλωτικό της ερήμου και άλλες στο παγωμένο σκοτάδι ενός δωματίου. Είχα πλήρη επίγνωση της διχοτόμησης ανάμεσα στο καλό και το κακό που κυριαρχούσε στον «Εξορκιστή».

Πολλοί θεώρησαν το «Μικρόβιο Του Φόβου» κάτι σαν την επιστροφή σας στα πράγματα, σαν ένα comeback;

Εγώ όμως δεν είχα πάει ποτέ πουθενά... Είμαι ακόμη εδώ.

Και δουλεύετε ήδη για κάποια καινούργια ταινία;

Εχω πολλά projects τα οποία με απασχολούν. Αλλά σε κάθε περίπτωση θέλω να κάνω ταινίες μόνο για τα θέματα που με ενδιαφέρουν. Ταινίες που να έχουν νόημα. Και όχι να κάνω μία ταινία μόνο για την πρόκληση που είναι το σύνηθες τα τελευταία χρόνια.

Ή να κάνετε ένα πολιτικό φιλμ για την Αμερική σήμερα;

Σίγουρα. Αν έβρισκα ένα καλό σενάριο. Δεν θα έκανα ποτέ κάτι που θα ήταν απλή προπαγάνδα, είτε προς τη μία είτε προς την άλλη πλευρά. Δεν καταλαβαίνω στο ελάχιστο την εξωτερική πολιτική της Αμερικής. Είναι μία από τις ελάχιστες φορές στη ζωή μου που δεν συμφωνώ με την εξωτερική πολιτική που ασκεί η χώρα μου.

Πιστεύετε ότι άλλαξε τόσο πολύ η Αμερική μετά τις επιθέσεις στους Δίδυμους Πύργους;

Υπήρξαν αλλαγές. Επικρατεί παράνοια. Και τρόμος. Η Αμερική δεν έπεσε θύμα επίθεσης από ένα στρατό, αλλά από έναν τέτοιο μηχανισμό που συμβάλλει στον πανικό ότι θα μπορούσε να είναι οτιδήποτε. Από την άλλη διαφωνώ κάθετα με την εισβολή της Αμερικής σε άλλες χώρες στο όνομα της δημοκρατίας ή του οτιδήποτε. Αν δεν υπάρχει σαφές σήμα από μία άλλη χώρα όπου να ζητάει τη βοήθεια της Αμερικής, η Αμερική δεν έχει το παραμικρό δικαίωμα να αναλάβει πρωτοβουλία.

Τα πράγματα πηγαίνουν προς το καλύτερο ή προς το χειρότερο;

Αν πιστεύεις στο Θεό, όπως εγώ, υπάρχει πάντοτε ελπίδα. Η πολιτική κατάσταση στην Αμερική είναι πολύ μπερδεμένη. Ακόμη και με τις επόμενες εκλογές δεν νομίζω πως θα αλλάξει κάτι δραστικά.

Για εσάς, ο Θεός είναι λοιπόν η ελπίδα;

Ο Θεός είναι μια παρουσία την οποία αντιλαμβάνομαι σχεδόν κάθε στιγμή της ζωής μου. Οταν κάνω κάτι καλό ή κάτι κακό, νιώθω το βλέμμα του Θεού. Δεν πιστεύω σε έναν Θεό που είναι αποκλειστικός. Ή ότι ο δικός μου Θεός είναι ο μοναδικός Θεός. Δεν θα μπορούσα ποτέ να κάνω τον «Εξορκιστή» αν δεν πίστευα με δύναμη στο Θεό. Δεν είμαι Καθολικός. Αλλά ούτε και ο Χριστός ήταν. Ο Χριστός γεννήθηκε, έζησε και πέθανε Εβραίος. Μάλλον ήταν ο μεγαλύτερος Εβραίος όλων των εποχών, ίσως μετά τον Μωυσή.

Φτάσατε ποτέ σε κάποιο συμπέρασμα σχετικά με την πάλη του καλού και του κακού;

Συνειδητοποίησα κάποια στιγμή ότι το καλό και το κακό βρίσκεται στον άνθρωπο. Η ζωή μας είναι ένας συνεχής αγώνας για να ελευθερώσουμε τον καλό άγγελο που κρύβουμε μέσα μας. Και ζούμε καθημερινά, κάθε λεπτό, κάθε δευτερόλεπτο με αυτό.

I.D.
Ο Γουίλιαμ Φρίντκιν γεννήθηκε το 1935 στο Σικάγο. Βλέποντας τον «Πολίτη Κέιν» ως παιδί αποφάσισε να ασχοληθεί με τον κινηματογράφο. Ξεκίνησε ως σκηνοθέτης στην τηλεόραση και το 1967 σκηνοθέτησε την πρώτη του μεγάλου μήκους ταινία με τίτλο «Good Τimes» και πρωταγωνιστές το τότε διάσημο δίδυμο των Σονι και Σερ. Το 1971 «Ο Ανθρωπος Από Τη Γαλλία» και τα πέντε Οσκαρ που κέρδισε (συμπεριλαμβανομένου των Οσκαρ καλύτερης ταινίας, σκηνοθεσίας, σεναρίου) τον έχρισε ως μία από τις πιο υπολογίσιμες δυνάμεις του Χόλιγουντ. Ακολούθησε ο «Εξορκιστής», ο οποίος αποδείχθηκε μία τεράστια εμπορική και καλλιτεχνική επιτυχία, στέλνοντας τον Φρίντκιν στην πρώτη γραμμή των ισχυρών της βιομηχανίας. Θα ακολουθούσαν το ριμέικ του «Μεροκάματου Του Φόβου» του Ανρί Ζορζ Κλουζό, το αμφιλεγόμενο «Ψωνιστήρι» το 1980, ο «Ανθρωπος Από Το Λος Αντζελες» το 1985. Συνεχίζοντας να γυρίζει ταινίες μέχρι και σήμερα, ο Φρίντκιν είναι διάσημος για τις ιστορίες που συνοδεύουν τα γυρίσματα των ταινιών του αλλά και για την εμμονή του στην πάλη του καλού με το κακό, για την αγάπη του για την όπερα όπου σκηνοθετεί γυρίζοντας ολόκληρο τον κόσμο, για τους τέσσερις γάμους του - το 1977 με την Ζαν Μορό, το 1982 με την ηθοποιό Λέσλι Αν Ντάουν, το 1987 με την ηθοποιό Κέλι Λανγκ και το 1991 με τη θρυλική παραγωγό Σέρι Λάνσινγκ... Η τελευταία του ταινία μέχρι σήμερα ήταν το «Μικρόβιο Του Φόβου» με την Ασλεϊ Τζαντ του 2006.

Τα πολλά πρόσωπα του Γουίλιαμ Φρίντκιν
Ο θεατρικός («Τhe Boys In The Βand» / 1970)

Η δεύτερη ταινία του Φρίντκιν μετά το The «Βirthday Ρarty» (το οποίο ήταν και αυτό βασισμένο στο ομώνυμο θεατρικό του Χάρολντ Πίντερ), ήταν η κινηματογραφική μεταφορά του διάσημου hit του Μπρόντγουεϊ του Ματ Κρόουλεϊ. Μία από τις πρώτες γκέι εισβολές στο mainstream που μοιάζει ακόμη και σήμερα... αθώα από τον ίδιο άνθρωπο που μία δεκαετία μετά θα γινόταν στόχαστρο των ομοφυλόφιλων για το αντιδραστικό «Ψωνιστήρι».

Ο Ευρωπαίος («Ο Ανθρωπος Από Τη Γαλλία» / 1971)
Η ταινία που τοποθέτησε οριστικά τον σκηνοθέτη στο πάνθεον των οργισμένων δημιουργών της δεκαετίας του 70. Η ταινία που χάρισε στον Φρίντκιν το Οσκαρ καλύτερης σκηνοθεσίας, στον Τζιν Χάκμαν το Οσκαρ α αντρικού ρόλου και με τα πέντε συνολικά Οσκαρ της επιβεβαίωσε πως στο Χόλιγουντ τη δεκαετία του 70 γίνονταν ακόμη θαύματα. Η ταινία που έδωσε ορισμό στο αμοραλιστικό, αστυνομικό θρίλερ με μία σκηνή καταδίωξης που θα έμενε στην ιστορία ως κάτι περισσότερο από μία σκηνή ανθολογίας.

Ο πνευματικός («Ο Εξορκιστής» / 1973)
Μία από τις πιο διάσημες ταινίες όλων των εποχών, όχι μόνο για το θέμα της αλλά και για τα περιπετειώδη γυρίσματα της που περιελάμβαναν από απάνθρωπες συνθήκες εργασίας των ηθοποιών μέχρι μεταφυσικά φαινόμενα που στοίχειωσαν το σετ. Πριν και μετά τον «Εξορκιστή» και την εισβολή του στο mainstream (από τα λίγα θρίλερ που ήταν υποψήφιο για Οσκαρ καλύτερης ταινίας), τίποτα δεν θα ήταν πια ίδιο στο είδος του τρόμου.

Ο auteur («Το Μεροκάματο Του Φόβου» / 1977)
Η πιο προσωπική ταινία του Φρίντκιν, αυτή που θα αποτύχαινε περισσότερο από οποιαδήποτε άλλη στο box office και αυτή που κατά μία παλιότερη ομολογία του Φρίντκιν είναι η αγαπημένη του («επειδή ολοκληρώθηκε ακριβώς με τον τρόπο που ήθελα»). Βασισμένο στο μυθιστόρημα του Ζορζ Αρνό και στην πραγματικότητα ριμέικ του «Le Salaire De La Ρeur» του Ανρί Ζορζ Κλουζό, είχε για πρωταγωνιστή του μία ζοφερή ατμόσφαιρα χάους και αποξένωσης, ιδανικό κλείσιμο σε μία δεκαετία που έφευγε οριστικά.

Ο αμφιλεγόμενος («Το Ψωνιστήρι» / 1980)
Η ταινία που προκάλεσε μία από τις πιο οργανωμένες αντιδράσεις της κοινότητας των γκέι εναντίον του Φρίντκιν ο οποίος μετέφερε το ομώνυμο βιβλίο του Τζέραλντ Γουόκερ, δείχνοντας για πρώτη φορά τον άγνωστο κόσμο των S&M clubs της Νέας Υόρκης αλλά και αφήνοντας υπόνοιες για την εγκληματική συμπεριφορά των ομοφυλοφίλων. Με την ευκαιρία της επανακυκλοφορίας του φιλμ στους κινηματογράφους, διαβάστε όλο το παρασκήνιο και τις δηλώσεις του Φρίντκιν στη σελ. 140.

Ο καουμπόης («Ο Ανθρωπος Από Το Λος Αντζελες» / 1985)
Η ταινία για την οποία ο Μάικλ Μαν μήνυσε τον Φρίντκιν ότι έκλεψε το σενάριο του από τους τηλεοπτικούς «Σκληρούς Του Μαϊάμι» και η ταινία που για πολλούς παραμένει ένα από τα καλύτερα νέο νουάρ που γυρίστηκαν ποτέ τη δεκαετία του 80. Ενα ιλιγγιώδες καλιφορνέζικο θρίλερ που αποδεικνύει την αλάνθαστη τεχνική του Φρίντκιν, ειδικά όταν αυτή εφαρμόζεται πάνω σε ένα καλοδουλεμένο σενάριο.

Ο ανεξάρτητος («Το Μικρόβιο Του Φόβου» / 2006)
Δεύτερο comeback για τον σκηνοθέτη, μετά από μία σειρά «εύκολων» ταινιών για μαζική κατανάλωση («Τhe Guardian», «Jade», «Rules Of Εngagement», «Τhe Ηunted»), με την κινηματογραφική μεταφορά του κλειστοφοβικού θεατρικού του Τρέισι Λετς που ο Φρίντκιν γύρισε ανεξάρτητα, με μικρό budget και εκτός στούντιο, αφήνοντας για λίγο το Χόλιγουντ να περιμένει. Εξαιρετικό καστ, που ηγείται η Ασλεϊ Τζαντ, και βραβείο κριτικών στο Δεκαπενθήμερο Σκηνοθετών όπου η ταινία έκανε πρεμιέρα στο Φεστιβάλ Καννών.