Ο Δρόμος

09.02.2010
Ένας πατέρας διασχίζει με τον γιο του την κατεστραμμένη Αμερική. Τίποτα δεν κινείται στο ερημωμένο τοπίο εκτός από τη στάχτη στον άνεμο. Το κρύο είναι τόσο τσουχτερό που ραγίζει πέτρες, ενώ μόλις χιονίσει όλα γίνονται γκρίζα.

Κάθε μέρα είναι πιο γκρίζα από την προηγούμενη και τούτη η κλιμακούμενη μουντάδα αφορά και την ψυχή και το περιβάλλον των δύο ταξιδευτών της κινηματογραφικής προσαρμογής του τιμημένου με Πούλιτζερ μυθιστορήματος του Κόρμακ ΜακΚάρθι, ενός άντρα και του 10χρονου γιου του, που διασχίζουν την αφανισμένη Αμερική ενός αδιευκρίνιστου, μετα-καταστροφικού μέλλοντος με προορισμό τον (Πιο θερμό; Πιο ανθρώπινο; Πιο ελπιδοφόρο; Ποιος ξέρει;) Νότο.

Ομως, ο δρόμος είναι γεμάτος παγίδες και ας φαίνεται πλήρως ερημωμένος ανάμεσα στους γυμνούς βράχους και στις συστάδες των μισοκαμένων δέντρων. Ελλείψει τροφής, ποτέ δεν ξέρεις τι ζητεί η φιγούρα που σποραδικά συναντάς (μήπως να σε... φάει;), ούτε τι μπορεί να κρύβει κάθε φαινομενικά εγκαταλειμμένο καταφύγιο. Ακόμη και οι παρηγορητικές μνήμες - όνειρα του άντρα από την προηγούμενη, ευτυχισμένη ζωή του με την όμορφη γυναίκα του θα κορυφωθούν κι αυτές σε μια κατάληξη δυσάρεστη, όπως άλλωστε και ολόκληρο το φιλμ του Αυστραλού Τζον Χίλκοουτ (δείτε οπωσδήποτε την αμέσως προηγούμενη ταινία του, το απρόβλητο στα σινεμά αλλά διαθέσιμο σε DVD γουέστερν «The proposition»), που μετουσιώνει πιστά και χωρίς την παραμικρή γραφικότητα στη σελιλόζη μία από τις πιο σπαραχτικές εσχατολογικές παραβολές στην ιστορία της παγκόσμιας λογοτεχνίας.

Ομως, αλήθεια, ποιος ο σκοπός; Πεσιμισμός χωρίς λόγο; Μαυρίλα για τη μαυρίλα; Καθόλου. Ο ζοφερός κρανίου τόπος του αύριο, οι κανίβαλοι που καιροφυλαχτούν σε κάθε γωνιά, το κρύο που τρυπάει τα κόκαλα, η πείνα και ο φόβος με τα οποία κοιμούνται και ξυπνούν κάθε μέρα ο άντρας και το παιδί, τα άκρα, εν ολίγοις, όπου υποβάλλει η ιστορία τα υποκείμενά της δεν χρησιμεύουν παρά ως το δραματουργικό εργαλείο για την κατάθεση της πιο μεστής, βαθιάς, ολοκληρωμένης, συγκινητικής σπουδής πάνω στην πατρική αγάπη που μας έδωσε τελευταία το κατά κανόνα γλυκερό και κραυγαλέο στην προσέγγιση τέτοιων θεμάτων Χόλιγουντ.

Πρώτης κλάσεως είναι, όμως, και η εκφραστικότητα των ίδιων αυτών άκρων στην οθόνη, με τη μίνιμαλ καλλιτεχνική διεύθυνση του Κρις Κένεντι και την «απειλητική» μουσική του Νικ Κέιβ να υπογραμμίζουν το θανατερό κλίμα, το σκηνοθετικό τάιμινγκ του Χίλκοουτ να δίνει ένταση στο σασπένς (υπάρχει άφθονο και σου κόβει συχνά την ανάσα) και τον Βίγκο Μόρτενσεν να συνθέτει στην εντέλεια την απόγνωση του άντρα, σε μια ερμηνεία που αδικαιολόγητα, νομίζουμε, έμεινε έξω από τις οσκαρικές υποψηφιότητες.

Ρόμπυ Εκσιέλ

ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΑ ΣΤΗΝ ΙΔΙΑ ΚΑΤΗΓΟΡΙΑ