Στάθης Ψάλτης: Το ατίθασο παιδί της επιθεώρησης με το σπάνιο ταλέντο

22.04.2017
Ηθοποιός με τάλαντο σπάνιο, κωμικός από τους λίγους, που λάτρεψε και τον λάτρεψε η επιθεώρηση, δημοφιλής σε όλη την επικράτεια, αγαπημένος του κοινού, ο Στάθης Ψάλτης έφυγε από τη ζωή, χθες το μεσημέρι σε ηλικία 66 ετών, στο νοσοκομείο Αγιος Σάββας όπου νοσηλευόταν, δίνοντας μάχη για τη ζωή του, χτυπημένος από τον καρκίνο.

Το πρόβλημα της υγείας του εντοπίστηκε πριν από δύο μήνες (3/2), ενώ έπαιζε στην επιθεώρηση «Ολοι μαζί... τη φάγαμε» του Ντ. Σπυρόπουλου, στην Πτολεμαΐδα, οπότε αισθάνθηκε αδιαθεσία κι είχε έντονη ρινορραγία. Οι γιατροί του νοσοκομείου της πόλης που τον εξέτασαν τού συνέστησαν να σταματήσει την περιοδεία και να ασχοληθεί σοβαρά με την αντιμετώπιση του προβλήματος υγείας που διέγνωσαν. Ο οργανισμός του ήταν επιβαρημένος και εξασθενημένος, λόγω της περιοδείας ανά τη χώρα, και όπως προέκυψε εκ των υστέρων από τις μαρτυρίες των συναδέλφων του υπήρχαν αρκετά προειδοποιητικά σημάδια, που φαίνεται όμως ότι ο ίδιος τα είχε αγνοήσει.

Στο πλευρό του είχε τη σύζυγό του Χριστίνα, τους οικείους του και ελάχιστους φίλους. Ο δημοφιλής ηθοποιός αντιμετώπισε τη δύσκολη κατάσταση της υγείας του υποδειγματικά, με σθένος και υπομονή, έως το τέλος. Υπενθυμίζουμε ότι το 2011 είχε υποστεί εγκεφαλικό επεισόδιο με παράλυση της δεξιάς πλευράς του, αλλά τότε η υγεία του είχε επανέλθει.

Ο Στάθης Ψάλτης υπήρξε μεγάλο ταλέντο.

Η κωμική του δύναμη αναμφισβήτητη. Στις επιθεωρήσεις όπου πρωταγωνιστούσε έκανε μεγάλο «γκελ» και «έπεφτε» το θέατρο με τις εμφανίσεις του. Από τις μεγάλες του επιτυχίες η εμφάνισή του ως γριά, σατιρίζοντας τα κακώς κείμενα της εποχής μας. Οι θεατές, κάθε ηλικίας, έκαναν ουρές στο καμαρίνι του, ήθελαν να τον χαιρετήσουν διά ζώσης, να τον αγκαλιάσουν, να του πουν «μπράβο». Εβγαζαν μαζί του σέλφι και μοίραζε αυτόγραφα. Ηταν ένας λαϊκός ήρωας, ο άνθρωπος της διπλανής πόρτας, ο ηθοποιός που το κοινό ταυτιζόταν μαζί του. Ωστόσο, όσο κι αν καθιερώθηκε στον χώρο της επιθεώρησης, τον οποίο υπηρέτησε με ευλάβεια, υπήρξε ευρείας γκάμας ηθοποιός, με τεχνική κι εκφραστικά μέσα σπάνια. Μπορούσε να περνάει από το κωμικό στο δραματικό κι ενίοτε στο τραγικό με μεγάλη ευκολία.

Υπήρξαν ρόλοι που δεν του δόθηκαν (;), δεν τους επέλεξε (;), οι οποίοι θα μπορούσαν να αναδείξουν τη μοναδικότητά του ως ηθοποιού. «Οταν είσαι ηθοποιός, δεν πρέπει να διαχωρίζεις το θέατρο σε είδη. Το θέατρο είναι ένα. Αν μπορείς, ανέβα πάνω και παίξε. Αν δεν μπορείς, μην το μαστιγώνεις», έλεγε προ οκταετίας σε συνέντευξή του.

Πάντως, όταν δοκιμάστηκε σε ένα άλλο ρεπερτόριο, στο «Ημερολόγιο ενός τρελού» του Ν. Γκόγκολ ή στον «Καλιγούλα» του Αλ. Καμύ έδειξε τη δυναμική και τις δυνατότητές του. «Ολες οι στιγμές στην πορεία μου ήταν σημαντικές. Αν σκεφτώ μία στιγμή, ίσως να προδώσω κάποια άλλη, και δεν θέλω να το κάνω», συμπλήρωνε στην ίδια συνέντευξη στο womenonly.gr.

Τηλεόραση
Αλλωστε, με την τηλεοπτική του εκκίνηση, στην τηλεοπτική σειρά «Οι έμποροι των εθνών» (1973), έδειξε το υποκριτικό του πρόσωπο (τότε τραγούδησε το «Ητανε μια φορά» του Σταύρου Ξαρχάκου), ενώ χαρακτηριστική κι εξαιρετική ήταν η εμφάνισή του στον «Συμβολαιογράφο» (1979).

Στην τηλεόραση είχε παίξει και στην «Τύχη της Μαρούλας» (1973), «Τα παλιόπαιδα τ΄ατίθασα» (1980), «Τμήμα ηθών» (1993), «Καλημέρα ζωή» (1994), «Αν μ' αγαπάς» (2006). Την τελευταία δεκαετία δεν εμφανίστηκε στην τηλεόραση. «...Η τηλεόραση δεν με θέλει!» Και... «Δεν είμαι ο μόνος. Είναι και άλλοι συνάδελφοι. Είναι οι απόψεις των καναλιών ότι κάποιοι έχουν τελειώσει από το καλλιτεχνικό στερέωμα και πρέπει να πεθάνουν. Εγώ είμαι άνεργος επί της ουσίας από την τηλεόραση εδώ και 32 χρόνια. Κι όμως επιβιώνω, υπάρχω, γεμίζω τα θέατρα, βγάζουν λεφτά οι επιχειρηματίες, έχω το μεροκάματό μου και επιβιώνω αξιοπρεπέστατα», υποστήριζε.

Γεννημένος στο Βέλο Κορινθίας, το 1951, ο Στάθης Ψάλτης έζησε εκεί τα παιδικά του χρόνια μέχρι την ηλικία των 11 ετών, οπότε η οικογένειά του μετακόμισε στο Αιγάλεω.

Σπούδασε στη Δραματική σχολή του Κωστή Μιχαηλίδη και τελείωσε τη Νομική Σχολή στο Πανεπιστήμιο Αθήνας. Επαιξε σε πολλές ταινίες του ελληνικού κινηματογράφου αλλά και στο θέατρο, ιδιαίτερα σε κωμωδίες κι επιθεωρήσεις: «Καυκαλήθρες και Τσιτσιραύλα», «Καμπαρέ Ελλάς», «Αγαπάς τη Γελάδα, απόδειξη», «Ελληνες είστε και φαίνεστε», «Δεν έχουν Τσίπ(ρ)α πάνω τους», «Μέρκελ έτοιμη για φόλα», «Γομάρια με σαμάρια της Βουλής μας τα καμάρια», «Μας πήρανε τα σώβρακα ζητάνε και τα ρέστα», «Και ξανά... ΠΑΣΟΚολλητό», «Νου Δου η άσχημη», «Το μαντολίνο του ναυαγού Σημίτη», «Τα θέλει ο Κολοτράβας μας», «Παπουτσωμένη Ντόρα», «Οι πράσινες, οι κόκκινες, οι θαλασσιές οι τσούχτρες» και πολλές άλλες, καθώς και στις αριστοφανικές κωμωδίες «Βάτραχοι» και «Λυσιστράτη».

Εγινε ιδιαίτερα δημοφιλής μαζί με την Καίτη Φίνου (με την οποία υπήρξαν ζευγάρι) στη δεκαετία του 1980 με εμπορικές ταινίες όπως «Καμικάζι αγάπη μου», «Τροχονόμος Βαρβάρα», «Τα καμάκια», «Βασικά καλησπέρα σας, «Και ο πρώτος ματάκιας», «Τρελλός είμαι ό,τι θέλω κάνω», «Ελα να αγαπηθούμε ντάρλινγκ».

Εχει παίξει πολλούς ρόλους, κατά το πλείστον κωμικούς και σε βιντεοταινίες. «Δεχτήκαμε πόλεμο γιατί κάναμε βιντεοκασέτες. Τουλάχιστον εγώ προσωπικά ουδεμία βιντεοκασέτα έκανα. Μόνο ταινίες. Δεν είχαν όμως να πουν τίποτε άλλο, παρά μόνο να χτυπήσουν σ’ αυτό το πράγμα για να μειώσουν την αξία ενός ανθρώπου. Βέβαια, δεν τα κατάφεραν», σχολίαζε.

Πηγή: Έθνος