Αφιέρωμα στον Μάλερ στο Μέγαρο

30.03.2011
Ένα από τα κορυφαία νεανικά σύνολα του κόσμου, η Ορχήστρα Νέων Γκούσταβ Μάλερ και ένας ήδη καθιερωμένος νέος μαέστρος, ο Φίλιπ Γιόρνταν, έρχονται τη Δευτέρα 11 & την Τρίτη 12 Απριλίου στο Μέγαρο Μουσικής για δύο συναυλίες, αφιερωμένες στα 100 χρόνια από τον θάνατο του Γκούσταβ Μάλερ, του συνθέτη που εξέφρασε απόλυτα, με τη μουσική την εποχή του.

Ένα από τα κορυφαία νεανικά σύνολα του κόσμου, η Ορχήστρα Νέων Γκούσταβ Μάλερ και ένας ήδη καθιερωμένος νέος μαέστρος, ο Φίλιπ Γιόρνταν, έρχονται τη Δευτέρα 11 & την Τρίτη 12 Απριλίου
στο Μέγαρο Μουσικής για δύο συναυλίες, αφιερωμένες στα 100 χρόνια από τον θάνατο του Γκούσταβ Μάλερ, του συνθέτη που εξέφρασε απόλυτα, με τη μουσική την εποχή του.

Ο διάσημος Αμερικανός βαρύτονος Τόμας Χάμσον, ένας από τους σημαντικότερους ερμηνευτές του γερμανικού ρομαντισμού, διάδοχος κατά πολλούς του Ντήτριχ Φίσερ-Ντισκάου και ο Γερμανός τενόρος Μπούρκχαρντ Φριτς, συμπράττουν με την ορχήστρα σε ένα πρόγραμμα που περιλαμβάνει συμφωνίες και lieder.

Το πρόγραμμα της πρώτης βραδιάς (11/4) περιλαμβάνει έργα από την πρώτη συνθετική περίοδο του Μάλερ: Lieder από το έργο «Το μαγικό κόρνο του παιδιού» (Des Knaben Wunderhorn) (με σολίστ τον Τόμας Χάμσον) και τη Συμφωνία αρ.1 – «Τιτάν». Στις 12 Απριλίου το πρόγραμμα περιλαμβάνει τα κύκνεια έργα του συνθέτη: το adagio από την 10η Συμφωνία και τον κύκλο lieder «Το τραγούδι της γης» (Das Lied von der Erde) που θα ερμηνεύσουν ο τενόρος Μπούρκχαρντ Φριτς και ο βαρύτονος Τόμας Χάμσον.

Πέρυσι συμπληρώθηκαν 150 χρόνια από την γέννηση του Γκούσταβ Μάλερ (Βοημία 1860-Βιέννη 1911) και εφέτος 100 από το θάνατό του. Οι σύγχρονοι αυτού του Τιτάνα της αυστρο-γερμανικής μουσικής θα έμεναν κατάπληκτοι με τη λατρεία που τον περιβάλλουν οι σημερινοί φιλόμουσοι. Δεν περνάει μήνας χωρίς μια νέα έκδοση κάποιας συμφωνίας του, όλα τα έργα του –ακόμα και τα πιο δύσκολα και απαιτητικά- είναι στον κανόνα των ρεπερτορίων και οι εκδόσεις γύρω από τη ζωή και το έργο του είναι συχνές και πολύτομες.

Τα τραγούδια για το Μαγικό Κόρνο του Παιδιού γράφτηκαν την περίοδο 1887-90, εμπνευσμένα από μια συλλογή γερμανικών λαϊκών ποιημάτων, που είχε δημοσιευτεί από το 1805 μέχρι το 1808. Ήταν η εποχή του εξιδανικευμένου φολκλόρ και του κινήματος για τη συντήρηση της παράδοσης, στη Γερμανία του 19ου αιώνα, κίνημα το οποίο άγγιζε τον βαθύ εαυτό του Μάλερ. Γιός ενός ταβερνιάρη και ποτοποιού της Βοημίας, ο Μάλερ μεγάλωσε σε έντονη και εύφλεκτη οικογενειακή ατμόσφαιρα. Κάποτε διηγήθηκε στον Φρόιντ , σε έναν πολύωρο περίπατό τους, ότι μια μέρα το έσκασε από το σπίτι για να αποφύγει έναν καυγά των γονιών του και στο δρόμο παρηγορήθηκε, όταν άκουσε έναν οργανοπαίκτη να παίζει ένα λαϊκό τραγούδι. Ο Φρόιντ αποφάνθηκε: « ο συνδυασμός της βαριάς τραγωδίας και της ελαφριάς διασκέδασης εγκαταστάθηκαν από τότε αδιαχώριστα στο μυαλό του Μάλερ».
Ο συνδυασμός των τραγουδιών του Μαγικού Κόρνου του Παιδιού και της 1ης Συμφωνίας σε ένα πρόγραμμα, επιβεβαιώνει ίσως το συμπέρασμα του Φρόιντ. Η Συμφωνία παρουσιάστηκε το 1889 και το κοινό την υποδέχτηκε με χειροκροτήματα, αλλά και αποδοκιμασίες και αδιαφορία. Με επιρροές από τον Βάγκνερ, αλλά και τον Ζαρατούστρα του Στράους, επιχειρεί να ανατρέψει ό,τι έχει προηγηθεί στην αρχιτεκτονική των συμφωνιών και στο εύρος των αναφορών τους. Ο Μάλερ ακολουθεί εδώ –όπως και στη 2η και την 3η συμφωνία του- την πρακτική του ώριμου ρομαντισμού, με τις λεπτομερείς προγραμματικές περιγραφές και την ονομάζει του «Τιτάνα».

Το Τραγούδι της Γης, έργο του 1908, « η πιο προσωπική σύνθεση που έχω κάνει», κατά τον ίδιο τον Μάλερ, είναι μια σύνθεση μεγάλης κλίμακας για δυο τραγουδιστές, με έμπνευση από την αρχαία κινεζική ποίηση. Ο Μάλερ γοητεύτηκε από τις περιγραφές της φυσικής ομορφιάς στα ποιήματα αυτά, αλλά και από τους στοχασμούς τους για το παροδικό και το εφήμερο και διάλεξε επτά για τη σύνθεσή του. « Ο Μάλερ βρήκε στην κινεζική ποίηση αυτό που παλιότερα αναζητούσε στα γερμανικά λαϊκά τραγούδια: μια μάσκα ή μια μεταμφίεση για τη διαφορετικότητά του, που προέκυπτε από την εβραϊκή του ταυτότητα», έγραψε ο φιλόσοφος Τέοντορ Αντόρνο και ο Μπρούνο Βάλτερ, που παρουσίασε για πρώτη φορά τα τραγούδια, μετά το θάνατο του συνθέτη, είπε ότι αυτή είναι «η πιο προσωπική εξομολόγηση από όλες τις δημιουργίες του Μάλερ και ίσως σε ολόκληρη τη μουσική. Ο Μάλερ βρήκε στα ποιήματα αυτά μια ηχώ της δικής του επίγνωσης της θνητότητας».
Η 10η Συμφωνία, το τελευταίο έργο του Μάλερ, γράφτηκε το καλοκαίρι του 1910. Ο συνθέτης μιλούσε γι αυτήν στους φίλους του ως «κάτι απόλυτα καινούργιο», για έναν στοχασμό πάνω σε όσα είδε και ένιωσε στην Αμερική, όπου έζησε και δούλεψε τα τέσσερα τελευταία χρόνια της ζωής του. Το 1909, όταν άρχιζε τη δεύτερη σεζόν του στη Νέα Υόρκη, έγραψε στον Μπρούνο Βάλτερ: «Βλέπω τα πάντα με έναν καινούργιο τρόπο, βρίσκομαι σε μια διαδικασία μετάλλαξης, κάποιες στιγμές νομίζω ότι έχω μπει σε ένα καινούργιο σώμα -όπως ο Φάουστ στην τελευταία σκηνή- ποτέ άλλοτε δεν είχα τόση δίψα για ζωή».


Οι συνθήκες εκείνης της περιόδου ήταν ιδιαίτερες: Ο Μάλερ βρισκόταν στο ζενίθ του συνθετικού του ίστρου, αλλά η προσωπική του ζωή κατέρρεε μετά τις αποκαλύψεις για τη σχέση της γυναίκας του Άλμας με τον αρχιτέκτονα Βάλτερ Γκρόπιους και η υγεία του επιδεινωνόταν από τον μοιραίο στρεπτόκοκκο, που είχε πλήξει την καρδιά του. Πέθανε στις 18 Μαΐου του 1911 και πάνω στο γραφείο του ήταν το χειρόγραφο της 10ης Συμφωνίας, ολοκληρωμένης, αλλά χωρίς να έχει κάνει την ενορχήστρωσή της. Η πρεμιέρα της έγινε το 1924, στο Κοντσέρτχεμπάου του Άμστερνταμ, με μαέστρο τον Βίλεμ Μένγκελμπεργκ.

INFO:

Πότε: Δευτέρα 11 & την Τρίτη 12 Απριλίου

Που: Μέγαρο Μουσικής