Επιβιώσαμε στο I will Survive(***)

26.01.2011
Η μέρα της κρίσης έφτασε κι έχει καταστραφεί το σύμπαν. Δεν υπάρχει σημείο ζωής πουθενά κα το ανθρώπινο είδος είναι πλέον παρελθόν. Έχουν εξαφανιστεί όλοι. Ή μάλλον σχεδόν όλοι. Οι μοναδικοί επιζώντες από την ανελέητη καταστροφή του κόσμου είναι δύο άντρες οι οποίοι προσπαθούν με ό,τι μέσα έχουν να επιβιώσουν στα συντρίμμια και τα ερείπια χωρίς καμία βοήθεια στο έλεος του τέλους του μάταιου κόσμου.

Η μέρα της κρίσης έφτασε κι έχει καταστραφεί το σύμπαν. Δεν υπάρχει σημείο ζωής πουθενά και το ανθρώπινο είδος είναι πλέον παρελθόν. Έχουν εξαφανιστεί όλοι. Ή μάλλον σχεδόν όλοι. Οι μοναδικοί επιζώντες από την ανελέητη καταστροφή του κόσμου είναι δύο άντρες οι οποίοι προσπαθούν με ό,τι μέσα έχουν να επιβιώσουν στα συντρίμμια και τα ερείπια χωρίς καμία βοήθεια στο έλεος του τέλους του μάταιου κόσμου.

Όλο αυτό θα μπορούσε να είναι η περιγραφή ενός μεγάλου δράματος με πανεύκολη συγκίνηση, έκπληκτα πρόσωπα, πανικόβλητους πολίτες, πολύ τρέξιμο, όπως οι γνωστές μπλοκμπαστερικές ταινίες με τα τσουνάμι, τους διάφορους Γκοτζίλες, τους δολοφονικούς τυφώνες και όλα τα κακά του κόσμου που οδηγούν στους τίτλους τέλους του πλανήτη. Έτσι όμως δε θα είχε πλάκα. Ούτε ο Κωστάκης θα γούσταρε τη χωριάτισσα.

Ο Γιώργος Παπαγεωργίου μαζί με τον Αντίνοο Αλμπάνη και με τον chief των Abovo, Γιάννη Σαρακατσάνη να τους σκηνοθετεί, φωνάζουν "I Will Survive" εννοώντας το πραγματικά και το καλύτερο είναι πως σε κάνουν να το τραγουδήσεις κι εσύ αυθόρμητα χωρίς να το σκεφτείς δεύτερη φορά. Κι εκτός απ’ αυτό, είσαι πανέτοιμος να σηκωθείς από την καρέκλα σου και να κάνεις ό,τι σου ζητήσουν χωρίς να σκέφτεσαι ποιο είναι το βαθύτερο νόημα της κάθε τους κίνησης. Έτσι γιατί όπως λένε κι οι ίδιοι αυτοσαρκαζόμενοι αυτό που βλέπεις δεν είναι και Τσέχωφ.

Για όλα φταίει η Βάνα Μπάρμπα, αλλά ούτε που φαντάζεσαι τι είναι ικανή να κάνει. Η επιτυχία της παράστασης δε βασίζεται στο χιλιοειπωμένο κλισέ ότι σε περίοδο κρίσης «το κοινό θέλει να δει κάτι ανάλαφρο για να ξεχαστεί» αλλά στο ότι οι δύο πρωταγωνιστές του είναι αυθεντικοί, σου δίνουν την αίσθηση πως έχεις πάει σε κάποιο φιλικό πάρτυ, η ατμόσφαιρα είναι πέρα για πέρα παρείστικη, και ξέρουν από καλό χιούμορ. Οι μάσκες τους έχουν μόνο χαμόγελα, οι μιμήσεις τους σε χαρακτηριστικά γραφικά πρόσωπα (όπως πορτιέρηδες και κλασσικοί χαλαροί Θεσσαλονικείς του απολαυστικού Παπαγεωργίου) δεν υπάρχει περίπτωση να μην σε κάνουν να γελάσεις, το interactive παιχνίδι μες όσους βρίσκονται στο χώρο δεν έχει πάνω του την ταμπέλα επικού fail και δεν έπεσαν στην παγίδα ενός επιθεωρησιακού χαβαλέ.

Ασταμάτητοι αυτοσχεδιασμοί, θετικά vibes, πολύ λίγα σκηνικά, DIY κλίμα, δύο ωραίους τρελούς τύπους με φοβερη χημεία να μη σ’ αφήνουν να θες να βρεις την έξοδο- κι όπου βγάλει. Είναι μεγάλη μαγκιά να πάρεις μια παράσταση που έχει κάνει όλη τη Σαλόνικα να μιλάει γι αυτήν, να την κατεβάσεις στην χαοτική και μίζερη Αθήνα και να ρισκάρεις να πέσεις ξαφνικά στο κενό χωρίς ανταπόκριση. Όμως οι δυο τους επιβίωσαν όπως θα κάνεις κι εσύ όταν βγεις από το θέατρο Θησείον- περιμένοντας ίσως μια καλύτερη έκπληξη για φινάλε- έχοντας κλειστή την ομπρέλα ακόμα κι αν βρέχει καταρρακτωδώς.

Κική Παπαδοπούλου