Χάντερ Σ. Τόμσον Ρhotoγράφων

06.03.2007
Μία έκθεση με στιγμιότυπα ζωής και ένα λεύκωμα φέρνουν ξανά στον αφρό της δημοσιότητας τον εισηγητή της gonzo δημοσιογραφίας, μια καλτ φυσιογνωμία της δεκαετίας του 60 που ζούσε και έγραφε αντλώντας εμπειρίες από τις υπερβολές και τις καταχρήσεις.

Από τη Νατάσα Γιαννούση

Οταν αυτοκτόνησε το 2005, στο ράντσο του στο Κολοράντο, η λογοτεχνία και η δημοσιογραφία έχασαν έναν ανήσυχο και ταλαντούχο τυχοδιώκτη, που ζούσε επικίνδυνα και στη συνέχεια έγραφε για τις απρόβλεπτες περιπέτειές του. Ο Χάντερ Σ. Τόμσον, Αμερικανός συγγραφέας, δημοσιογράφος και καλτ φυσιογνωμία που αναδύθηκε από την υποκουλτούρα της δεκαετίας του 60, δημιούργησε τη δική του εκδοχή της δημοσιογραφίας, που ονόμασε gonzo. Ενα ιδιότυπο στυλ γραφής που πάντρεψε δημοσιογραφία με μυθιστόρημα μέσα από την υποκειμενική ματιά του γράφοντος.

Συχνά βρισκόταν χαμένος μέσα στη δική του ιδιόρρυθμη πραγματικότητα, ιδωμένη μέσα από το παραληρηματικό πρίσμα των παραισθησιογόνων. Ο κόσμος του ήταν ένας κόσμος γεμάτος αντικομφορμισμό, ναρκωτικά και τρέλα, που το ευρύ κοινό γνώρισε μέσα από τις συνεργασίες του με το περιοδικό Rolling Stone, αλλά και μέσα από μυθιστορήματα όπως το Φόβος και παράνοια στο Λας Βέγκας και το Hells Angels, που αφηγείται το χρονικό της γνωριμίας του με τη γνωστή συμμορία των μοτοσικλετιστών.

Ομως, εκτός από τις συγγραφικές του ανησυχίες, ο Τόμσον είχε πάθος και με τη φωτογραφία. Στην παραμονή του στο Πουέρτο Ρίκο ως ξένος ανταποκριτής, στις περιπλανήσεις του με τους Hells Angels, στην προσπάθειά του να εκλεγεί σερίφης στο Κολοράντο, υποσχόμενος ελεύθερη χρήση των ναρκωτικών, στο περιπετειώδες ταξίδι του προς το Λας Βέγκας μαζί με τον δικηγόρο του, στη θητεία του στην Αεροπορία (απολύθηκε με τιμητικό έπαινο αλλά και με την επισήμανση ότι «αν και ταλαντούχος, αυτός ο αεροπόρος δεν υπακούει στις οδηγίες και μερικές φορές με την επαναστατική και υπεροπτική συμπεριφορά του παρασύρει και τους συναδέλφους του»), ο Τόμσον είχε πάντα μαζί του και μια φωτογραφική μηχανή.

Τις περισσότερες φορές τις φωτογραφίες τις τραβούσε ο ίδιος -είτε επρόκειτο για την αυτοπροσωπογραφία του με φόντο τον Ειρηνικό Ωκεανό, είτε για το πορτρέτο της πρώτης συζύγου του, της Σάντι, γυμνή, να αγναντεύει την εντυπωσιακή ακτογραμμή του Μπιγκ Σουρ, παρέα με τον σκύλο τους Αγκαρ. Σε άλλο στιγμιότυπο, ο Χάντερ, σε μια σπάνια στιγμή ηρεμίας, πληκτρολογεί στη γραφομηχανή του, ψηλά στην απόκρυμνη καλιφορνέζικη ακτή, με φόντο τη θάλασσα. Ολες οι φωτογραφίες βρέθηκαν στο προσωπικό του αρχείο μετά τον θάνατό του, μαζί με άλλες, που τράβηξαν φίλοι ή η Σάντι - όποιος βρισκόταν διαθέσιμος.

Οι φωτογραφίες του Χάντερ Σ. Τόμσον, που παρουσιάζονται αυτές τις μέρες για πρώτη φορά στην Ευρώπη από την γκαλερί Michael Hoppen στο Λονδίνο, προσφέρουν μια διεισδυτική ματιά στη ζωή του, ασυμβίβαστη και παραβατική όπως ήταν: «Εχω βρει έναν τρόπο να ζω εκεί έξω όπου φυσάει ο "πραγματικός" άνεμος -να κοιμάμαι αργά, να διασκεδάζω, να κάνω τρέλες, να πίνω ουίσκι και να οδηγώ γρήγορα σε άδειους δρόμους χωρίς να έχω τίποτα άλλο στο μυαλό μου εκτός από το να ερωτευτώ και να μη με συλλάβουν», έγραψε ο ίδιος για τη ζωή του. Και συνέχιζε στο ίδιο πνεύμα σε ένα από τα πιο γνωστά, βιτριολικά αποφθέγματά του: «Μισώ να συνηγορώ υπέρ των ναρκωτικών, του αλκοόλ, της βίας ή της τρέλας, αλλά πάντα δούλευαν για μένα».

Η έκθεση συνεχίζεται μέχρι τις 10 Μαρτίου και συμπίπτει με την κυκλοφορία του λευκώματος Gonzo (εκδ. ammo books), στο οποίο είχε και ο ίδιος συνεργαστεί πριν από τον θάνατό του. Το λεύκωμα κυκλοφόρησε τελικά με τη συνδρομή της οικογένειάς του, της πρώην γυναίκας του Σάντι (χώρισαν το 1980, ύστερα από 19 χρόνια γάμου), της δεύτερης γυναίκας του Ανίτα και του γιου του Χουάν, ο οποίος ήταν αυτός που ανακάλυψε το πτώμα του πατέρα του έξω από το ράντσο. Ο στενός φίλος του Χάντερ, ηθοποιός Τζόνι Ντεπ (ο οποίος έχει γράψει και τον πρόλογο του λευκώματος), ήταν αυτός που πραγματοποίησε την τελευταία του επιθυμία: εκτόξευσε τις στάχτες του Χάντερ στο αγαπημένο κτήμα στο Ασπεν από ένα κανόνι που στεκόταν σε βάθρο πενήντα μέτρων. Το αποχαιρετιστήριο γράμμα του Τόμσον ήταν λιτό και επιγραμματικό: «Οχι άλλα παιχνίδια. Οχι άλλες βόμβες. Οχι άλλο περπάτημα. Οχι άλλη πλάκα. Οχι άλλο κολύμπι. Είμαι 67. Εχω ζήσει 17 χρόνια μετά τα 50, δηλαδή 17 περισσότερα από αυτά που χρειαζόμουν ή ήθελα. Βαρετό. Συνέχεια γκρινιάζω. Καθόλου πλάκα - για κανέναν. Γίνεσαι άπληστος. Πρέπει να συμπεριφερθείς ανάλογα με την ηλικία σου. Χαλάρωσε - αυτό δεν θα πονέσει».

[info] Michael Hoppen Gallery, 3 Jubilee Place, Λονδίνο, Μεγ. Βρετανία, τηλ.: 0044 20 73523649, www.michaelhoppengallery.com