Το φως το ελληνικόν

11.06.2007
Στο καινούριο του βιβλίο, ο Γάλλος συγγραφέας και ένθερμος φιλέλληνας Ζαν-Μαρί Ντρο εξυμνεί τη ζωή, τον έρωτα, τη θάλασσα, τη γυναίκα και, πάνω απ’ όλα, το αγαπημένο του νησί, την Ιο.

Συνέντευξη στη Νατάσα Γιαννούση
Photos: ΠΡΟΣΩΠΙΚΟ ΑΡΧΕΙΟ ΖΑΝ-ΜΑΡΙ νΤΡΟ

Με τη βαθιά στεντόρεια φωνή του και την επιβλητική παρουσία του, ο Ζαν-Μαρί Ντρο είναι αδύνατον να περάσει απαρατήρητος, είτε στη μικρή οθόνη είτε από κοντά. Ανήσυχη, πολυσχιδής προσωπικότητα, αναρωτιέσαι με ποια ιδιότητά του να τον συστήσεις σε κάποιο φίλο. Ως συγγραφέα, σκηνοθέτη ή σεναριογράφο για τη Γαλλική Τηλεόραση; 'Η σαν πρώην μορφωτικό ακόλουθο στη Γαλλική Πρεσβεία της χώρας μας; Αν μάθαινες γαλλικά στο Γαλλικό Ινστιτούτο Αθηνών από το 1982 μέχρι και το 1984, πάντως, θα τον θυμόσουν ως τον γενικό διευθυντή. Με αυτή την ιδιότητα τον θυμούνται οι περισσότεροι στη χώρα μας, αλλά και με μια ακόμα: ο Ζαν-Μαρί Ντρο είναι ένας γνήσιος φιλέλληνας, όπως λίγοι σήμερα. Φιλέλληνας με τη ρομαντική έννοια, στα χνάρια του Μπάιρον. Το τελευταίο βιβλίο του Το πρώτο πρωινό του κόσμου είναι ένα «κυκλαδίτικο βιβλίο», όπως λέει ο ίδιος, ένα αφήγημα που ξυπνάει τις αισθήσεις και περισσότερο απ’ οτιδήποτε άλλο εξυμνεί το φως το ελληνικόν, όπως ο ίδιος το βιώνει συχνά στο πολυαγαπημένο του νησί, την Ιο. στο ίδιο βιβλίο εκθειάζει επίσης και τη δύναμη της γυναίκας. Αναγκαστικά, λοιπόν, μια συζήτηση μαζί του, που διεξάγεται σε μια γλωσσική Βαβέλ (σπαστά ελληνικά, γαλλικά και αγγλικά), θα περιστρέφεται γύρω από αυτά τα θέματα...

Εικόνες: Γιατί γράψατε αυτό το μικρό, τόσο ερωτικό βιβλίο;

Ζαν-Μαρί Ντρο: Είναι ένα τρόπος να πω ένα μεγάλο ευχαριστώ στην Ελλάδα, στην Ιο και στο ελληνικό φως. Και στη γυναίκα, που παίζει πάντα τον κεντρικό ρόλο στη ζωή όλων μας. Οχι ότι είναι όλα ρόδινα. Νιώθω ότι στον κόσμο που ζούμε είναι όλο και πιο δύσκολο καθένας να ανακαλύψει και να κρατήσει τον προσωπικό του παράδεισο, όπως και για τον ήρωα του βιβλίου.

Πώς ανακαλύψατε την Ελλάδα;

Πρέπει να έγινε γύρω στο 1956 με 1957. Εμενα στο Παρίσι και ήταν καλός φίλος μου ο Ελληνας ζωγράφος Γιάννης Γαϊτης. Αυτός επέμενε ότι πρέπει να έρθω στην Ελλάδα. Ενα καλοκαίρι, λοιπόν, το αποφάσισα. Μείναμε λίγες μέρες στο σπίτι του στην οδό Μαυρομματαίων, αλλά κάποια στιγμή ο Γαϊτης μου είπε «Η Αθήνα δεν είναι Ελλάδα. Πρέπει να πάμε σε κάποιο νησί». Τότε έτυχε να πιούμε καφέ στην Πλατεία Κολωνακίου με τον Γερμανό ζωγράφο Ρίνγκε, ο οποίος μόλις είχε γυρίσει από την Ιο. Αυτός μας έδωσε την ιδέα.

Κι έτσι πήγατε. Πώς ήταν τότε η Ιος;

Τέλη δεκαετίας του ‘50 ξέρεις πώς ήταν ο Μυλοπότας; Υπήρχαν μόνο δύο μικρές ταβέρνες στις δύο άκρες της παραλίας. Τίποτε άλλο. Ομως αυτό το νησί μίλησε στην καρδιά μου. Για όλα όσα μου πρόσφερε απλόχερα έγραψα αυτό το βιβλίο. Για όλα τα πρωινά που έχω ζήσει εκεί, για τα αρώματα του βασιλικού και της ρίγανης, για τις μυρωδιές της σμαραγδένιας θάλασσας, για τον καυτό μεσημεριανό ήλιο, και, βέβαια, για το κυκλαδίτικο φως, δώρο ανυπολόγιστης αξίας που μου πρόσφερε η Ελλάδα.

Ηταν άμεση η απόφασή σας να αποκτήσετε σπίτι εκεί;

Την πρώτη φορά που πήγα στην Ιο θυμάμαι ότι πέρασα τις μέρες μου προσπαθώντας να γράψω. Κοίταζα τη θάλασσα, παρατηρούσα τα πουλιά... Είναι δύσκολο να δουλεύεις κάτω από τον καυτό ήλιο. Πολύ γρήγορα αποφασίσαμε με τον Γαϊτη να αγοράσουμε ένα κομμάτι γης εκεί. Για μας ήταν πολύ απλό. Σχεδόν αυτονόητο. Είχαμε> >βρει τον δικό μας μικρό παράδεισο. Ο Γαϊτης έκανε το σχέδιο του σπιτιού μου. Είναι το μόνο αρχιτεκτονικό του σχέδιο. Σχεδίασε πρώτα το δικό μου σπίτι και μετά, πολλά χρόνια αργότερα, έχτισε και το δικό του σπίτι ακριβώς απέναντι. Παρά το γεγονός ότι θα μπορούσε να μείνει στην Τήνο, όπου είναι ο τόπος καταγωγής του.

Τι το ιδιαίτερο έχει για σας το κυκλαδίτικο φως;

Μέχρι και σήμερα κάθε φορά που επιστρέφω στην Ιο είμαι πολύ ευτυχισμένος που λούζομαι σε αυτό το πολύ περίεργο, δυνατό φως που δεν έχω καταφέρει να βρω οπουδήποτε αλλού στον κόσμο. Ακόμα και σε άλλα μέρη της Ελλάδας. Γιατί το κυκλαδίτικο φως είναι πάρα πολύ διαφορετικό. Είναι ταυτόχρονα διακριτικό αλλά και έντονο. Ισως γι’ αυτό ο Απόλλωνας γεννήθηκε σε τούτη την ξεχωριστή γωνιά του κόσμου. Συμφωνώ απόλυτα με τον Νίκο Καζαντζάκη, ο οποίος είχε εκθειάσει το φως το ελληνικό... Αλλά και με τον Οδυσσέα Ελύτη, ο οποίος είναι ο κατ’ εξοχήν ποιητής του φωτός.

Πώς είναι η κατάσταση σήμερα στο νησί;

Εκεί που μένουμε εμείς δεν έχει αλλάξει σχεδόν τίποτα από το 1963... Στον Μυλοπότα άλλαξε πολύ. Υπάρχουν περισσότερα σπίτια τώρα, αλλά το φως είναι πάντα το ίδιο, η θάλασσα η ίδια! Το καινούριο λιμάνι είναι πολύ ωραίο. Τότε δεν υπήρχε λιμάνι και το πλοίο δεν μπορούσε να αράξει κοντά στην παραλία -μας έφερναν με μικρά καϊκια. Στην Ιο δεν αισθανόμαστε την αλλαγή στο τοπίο των Κυκλάδων που βλέπεις σε άλλα νησιά. Βοηθάει ότι εκεί που είμαστε εμείς δεν υπάρχει δρόμος. Δεν μας είναι χρήσιμος!

Εχετε ταξιδέψει πάρα πολύ εξαιτίας της δουλειάς σας. Ποια άλλα μέρη έχουν μείνει χαραγμένα στη μνήμη σας;

Εχω σκηνοθετήσει περίπου 200 ντοκιμαντέρ -ταξιδιωτικά και καλλιτεχνικά- για τη Γαλλική Τηλεόραση. Βρέθηκα από την Πολωνία στο Περού, από την Αίγυπτο στις Ηνωμένες Πολιτείες και στην Ιαπωνία. Στην Πολωνία γνώρισα φανταστικούς καλλιτέχνες και είναι ένας τόπος όπου η ιστορία έχει δείξει την τραγική της διάσταση. Στην Αϊτή έχω πάει 30 φορές και έχω γυρίσει πέντε ντοκιμαντέρ. Εκεί μου άρεσαν οι ναϊφ και βουντού ζωγράφοι της χώρας, θέλησα να τους ανακαλύψω. Αλλά πουθενά δεν βρήκα το όμορφο φως της Ιου.

Είστε ένας ταξιδευτής, λοιπόν, με την πλήρη έννοια του όρου.

Ισως επειδή γεννήθηκα σε μια τυπική γαλλική πόλη, το Νανσί. Από πολύ μικρός ένιωσα την ανάγκη να δω όλο τον κόσμο, να πάω παντού. Λατρεύω να είμαι κοσμοπολίτης, δεν είμαι καθόλου εθνικιστής. Λατρεύω να ταξιδεύω. Να πηγαίνω, να έρχομαι, και πάλι από την αρχή. Η δουλειά μού έδινε μια πολύ καλή δικαιολογία για να πραγματοποιήσω το όνειρό μου. Εχω γυρίσει αρκετά ντοκιμαντέρ και στην Ελλάδα. Ενα από τα πιο ανεξίτηλα στη μνήμη μου θα μείνει αυτό που έκανα για τους Αναστενάρηδες στη Μακεδονία.

Συγγραφέας, σκηνοθέτης, ταξιδευτής. Σας κούρασαν ποτέ οι περιπλανήσεις σας;

Οχι. Είναι σημαντικό να μπορείς να φεύγεις. Δεν υπάρχει καλύτερο πράγμα στον κόσμο. Πάντα συμβαίνει κάτι στο ταξίδι. Κάποιον θα συναντήσεις, κάτι θα συμβεί. Ακόμα και ένα χαμόγελο από κάποιον που δεν θα ξαναδείς ποτέ στη ζωή σου είναι σημαντικό. 'Η μπορεί να ανακαλύψεις ένα μοναδικό έργο τέχνης. Σε κάθε ταξίδι ανταμείβεσαι για τον κόπο που απαιτείται για να ταξιδέψεις. Γι’ αυτό θα έλεγα σε όλους να μη χάνουν τον καιρό τους, ειδικά όσο είναι νέοι. Να ταξιδέψουν όσο μπορούν περισσότερο.

Τέλος, ποια είναι η πιο έντονη ανάμνησή σας από τον καιρό που διατελέσατε πρόεδρος του Γαλλικού Ινστιτούτου Αθηνών;

Η φιλία με τη Μελίνα. Δουλεύαμε πολύ μαζί, γιατί τότε ήθελα να δημιουργήσω στο Γαλλικό Ινστιτούτο ένα πραγματικό ελληνογαλλικό ινστιτούτο! Με τη Μελίνα συνεργαστήκαμε στενά γιατί θελήσαμε να φτιάξουμε έναν χώρο ανταλλαγής ιδεών και διαλόγου μεταξύ των δύο χωρών. Τον έναν μήνα διοργανώναμε έκθεση Γάλλου καλλιτέχνη και τον επόμενο μήνα Ελληνα. Η Μελίνα ήταν φανταστική. Εξυπνη, όμορφη, ικανή. Γυναίκα με γάμμα κεφαλαίο. Θα ήθελα να την είχα δει να φτάνει μέχρι το αξίωμα του Προέδρου της Δημοκρατίας.

Who is who
O Ζαν-Μαρί Ντρο γεννήθηκε το 1929 στο Νανσί της Λορένης. Συγγραφέας (μυθιστορήματα, ποίηση, δοκίμια για την τέχνη) και σεναριογράφος-σκηνοθέτης στη Γαλλική Τηλεόραση από το 1950. Είναι δημιουργός των τηλεοπτικών σειρών L’ art et les Hommes, Les Heures Chaudes de Montparnasse, Journaux de voyages, Le musee imaginaire d’ Andre Malraux (έχει προβληθεί και από την Ελληνική Τηλεόραση). Υπήρξε μορφωτικός ακόλουθος της Γαλλικής Πρεσβείας στην Αθήνα και διευθυντής του Γαλλικού Ινστιτούτου Αθηνών από το 1982 μέχρι το 1984, διευθυντής της Γαλλικής Ακαδημίας στη Ρώμη από το 1985 μέχρι το 1994 και πρόεδρος της SCAM (Societe Civile des Auteurs Multimedia) από το 1995 μέχρι το 1999.