Βιβλία ιστορίας στην πυρά της κοινης γνώμης

16.10.2007
Μπορεί στην Ελλάδα η κόντρα να επηρέασε ακόμα και τις πολιτικές εξελίξεις, ωστόσο δεν είμαστε οι μόνοι. Από τα πεδία που εξακολουθούν να πολώνουν, η ιστοριογραφία, έχει υπογραμμίσει με ιδεολογικό μελάνι αντιπαραθέσεις σε πολλές χώρες.

Από τον Νικήτα Κουριδάκη
Ρhotos: VISUALPHOTOS.COM, Αρχείο Εθνους

Ιστορία τελείωσε» διακήρυττε ο Φράνσις Φουκουγιάμα, λίγο μετά την κατάρρευση του πάλαι ποτέ ανατολικού μπλοκ. Και εκείνη τον εκδικήθηκε τοποθετώντας το απόφθεγμά του ανάμεσα στις μεγαλύτερες κοτσάνες που ακούστηκαν ποτέ... Η Ιστορία δεν δείχνει κανένα σημάδι γήρατος. Εξακολουθεί να γράφεται, όπως πάντα, με αίμα. Και το πώς γράφεται είναι ένα θέμα άκρως σοβαρό. Γέννησε διεθνείς κρίσεις, όπως αυτή μεταξύ της Ιαπωνίας και χωρών που υπήρξαν κατακτήσεις της, αλλά υπέθαλψε και εσωτερικές διαμάχες, σαν τη γνωστή γύρω από το σχολικό βιβλίο της ΣΤ Δημοτικού.

  • Η ελληνική περίπτωση δεν είναι αυτή με τα περισσότερα θύματα. Μια υπουργός Παιδείας που «μαυρίστηκε» στις εκλογές και ένα βιβλίο που αποσύρθηκε δεν έχουν το ειδικό βάρος των συμβάντων στο Ισραήλ. Το 2000, η κυβέρνηση των Εργατικών του Μπάρακ κατέρρευσε μετά την αντίδραση για την αφαίρεση από το σχολικό εγχειρίδιο ορισμένων αναφορών, που κρίθηκε ότι εξάπτουν τα εθνικά πάθη. Η πολιτική σκοπιμότητα σ' αυτήν την περίπτωση γίνεται πιο φανερή από το γεγονός ότι το εν λόγω εγχειρίδιο επέζησε έως σήμερα. Ο φοιτητής τότε Τέντι Κατζ σύρθηκε στα δικαστήρια, όπου καταδικάστηκε για συκοφαντική δυσφήμηση βετεράνων του πολέμου. Ο λόγος ήταν η αναφορά που έκανε σε μια -βαθμολογημένη με άριστα- μεταπτυχιακή εργασία του για τη σφαγή 200 αμάχων Παλαιστινίων από τον ισραηλινό στρατό στον πόλεμο του 1948. Τα γεγονότα αυτής της χρονιάς οι Ισραηλινοί τα εντάσσουν στον «Πόλεμο της Ανεξαρτησίας». Οι Παλαιστίνιοι τα περιγράφουν χρησιμοποιώντας μια λέξη: «Νάκμπα», κοινώς καταστροφή.
  • Επίσης, φέτος, ένα βιβλίο προορισμένο αποκλειστικά για Αραβες μαθητές της Γ Δημοτικού ξεσήκωσε πάλι την οργή των εθνικιστικών κύκλων. Και αυτό διότι αρνείται έναν βασικό μύθο της επίσημης ισραηλινής ιστορίας, που λέει ότι οι Παλαιστίνιοι έφυγαν οικειοθελώς μόλις ανακηρύχθηκε το Ισραήλ ανεξάρτητο κράτος το 1947. Η αναγνώριση του διωγμού τουλάχιστον 700.000 Παλαιστινίων ήταν ήπια («μερικοί εγκατέλειψαν τη χώρα και μερικοί εκδιώχθηκαν απ αυτήν»). Προκάλεσε, όμως, ισχυρούς τριγμούς στην κυβέρνηση συνασπισμού. Ο Αβιγκντορ Λίμπερμαν, υπουργός Στρατιωτικών Υποθέσεων, αντιπρόεδρος της κυβέρνησης και ηγέτης του ακροδεξιού κόμματος Yisrael Beiteinu (Ισραήλ, το Σπίτι μας) στηλίτευσε τον «μαζοχισμό και την ηττοπάθεια της Αριστεράς, που συνεχώς θέλει ν απολογείται επειδή κάναμε αυτό που έπρεπε». Η Εργατική υπουργός Παιδείας, Γιούλι Ταμίρ, απάντησε το αυτονόητο. «Οι Αραβες έχουν το δικαίωμα να εκφράσουν τα συναισθήματά τους», είπε, επιχειρώντας έμμεσα μια διαφορετική ερμηνεία στην έννοια της Ιστορίας. Το εγχειρίδιο τιτλοφορείται «Συμβίωση στο Ισραήλ», δίνοντας στην πολεμική και μια δόση πικρής ειρωνείας.

  • Στη Βραζιλία, η περίπτωση ενός ακόμα βιβλίου ιστορίας του Δημοτικού, αποδόθηκε πάλι σε... κομμουνιστική συνωμοσία. Ο αρθρογράφος της Ο Globo, Αλί Κάμελ, φωνή ενός πολύ ισχυρού ομίλου ΜΜΕ, επιτέθηκε στον ακαδημαϊκό και ιστορικό συγγραφέα Μάριο Σμιντ διότι προσπαθεί να κάνει τους μαθητές «να πιστέψουν ότι ο καπιταλισμός είναι κάτι κακό». Το βιβλίο φέρει τον (ύποπτο για... μαρξιστική διαλεκτική) τίτλο Νέα Κριτική Ιστορία. Εξυμνείται και η περίοδος της Πολιτιστικής Επανάστασης στην Κίνα, ισχυρίζεται ο Κάμελ. Κρίνει εγκωμιαστική τη λεπτομερή περιγραφή της διαπόμπευσης απ τους ερυθροφρουρούς όσων κατηγορήθηκαν ως «γραφειοκράτες», αν και δύσκολα συμπαθεί κανείς τους κομμουνιστές διαβάζοντάς την. Πιθανότατα, πιο ενοχλητική είναι η πλάγια σύγκριση με τη Βραζιλία σ' ένα σχόλιο για την Κούβα, που «αν κάποτε επιστρέψει στον καπιταλισμό υπάρχει η πιθανότητα να εμφανιστούν παραγκουπόλεις και παιδιά πεταμένα στους δρόμους». Αυτή, ωστόσο, είναι η πραγματικότητα της βραζιλιάνικης φαβέλας και των χαμινιών της. Παρ ότι κυκλοφορούσε από το 2002, είχε επαναξιολογηθεί το 2005 και είχε ήδη διδαχτεί σε ένα εκατομμύριο μαθητές, το βιβλίο τελικά αποσύρθηκε λόγω «εννοιολογικών προβλημάτων».
  • Στη Ρωσία τα λάβαρα του Κόκκινου Στρατού έχουν επιστρέψει και η αίγλη των σοβιετικών χρόνων της υπερδύναμης αποκαθιστά -εν μέρει- τον Στάλιν, σ' ένα βιβλίο για καθηγητές Ιστορίας. Ο Βλαντιμίρ Πούτιν, που έχει ενδιαφερθεί προσωπικά για το συγκεκριμένο σχολικό μάθημα, δήλωσε: «Δεν πρέπει να νιώθουμε ένοχοι για την ιστορία μας. Τα προβλήματα δεν είναι τόσο τρομερά όσο άλλων χωρών». Κεντρικό ιστορικό γεγονός στην περίοδο 1945-2006 θεωρείται η νίκη στον «Μεγάλο Πατριωτικό Πόλεμο». Ετσι, ο Στάλιν ονομάζεται «εκσυγχρονιστής» και «ο μεγαλύτερος σοβιετικός ηγέτης», που βέβαια έκανε κάποια λάθη, στα οποία «δεν υπέπεσε ο πρόεδρος... Πούτιν». Για τον τελευταίο αναφέρεται χαρακτηριστικά ότι «ενεργητικός και υγιής, απέδειξε πόσο ευρεία είναι η προεδρική εξουσία». Η αντιπολίτευση σπανίζει στη χώρα, οπότε, όσα γράφονται στο εγχειρίδιο-οδηγό για τα επόμενα σχολικά βιβλία, προκάλεσαν ειρωνικά σχόλια κάποιων καθηγητών και μόνο.
  • «Η Ελβετία πλούτισε απ το χρυσάφι των θυμάτων των ναζί». Αυτό ήταν το συμπέρασμα ιστορικών και ερευνητών της ανεξάρτητης επιτροπής Μπερζιέ. Για πέντε χρόνια η επιτροπή προσπαθούσε να ρίξει φως στην υπόθεση. Οταν κατέληξε στα συμπεράσματά της, το Ομοσπονδιακό Κοινοβούλιο, που είχε συστήσει την επιτροπή το 1996, ύστερα από πιέσεις εβραϊκών οργανώσεων, θεώρησε το θέμα της ιστορικής εκπαίδευσης εκτός αρμοδιοτήτων του. Μόλις το 2006 εμφανίστηκε αναφορά στην ελβετική εμπλοκή σ' ένα επικουρικής διδασκαλίας βιβλίο στη Ζυρίχη και προκάλεσε τη σφοδρή αντίδραση του δεξιού Λαϊκού Κόμματος.
  • Στην Ισπανία, το 2000, ο Ενρίκε Βιγιάρ, αντιπρόσωπος της κυβέρνησης Αθνάρ στη Χώρα των Βάσκων, έκανε λόγο για κίνδυνο στην εκπαίδευση «με πιθανές επιπτώσεις σοβαρότερες αυτής καθαυτής της τρομοκρατίας». Σε βιβλίο Ιστορίας του Λυκείου η ΕΤΑ χαρακτηριζόταν ως «Κίνημα Βάσκων για Εθνική Απελευθέρωση, προϊόν της Πατριωτικής Αντίστασης, ανεξάρτητη από κάποιο κόμμα, οργάνωση ή οργανισμό». Αυτό προκάλεσε τη μήνιν του Βιγιάρ. Η βασκική αυτόνομη κυβέρνηση πάντως έκλεισε το ζήτημα λέγοντας πως «όπως πολλοί πολίτες, από καιρό έχουμε πάψει να τον ακούμε».
  • Οι -πάντα πρωτοπόρες- ΗΠΑ ήταν η χώρα, όπου η επιχειρηματολογία περί τη σχολική Ιστορία ήταν παρόμοια με την εντόπια. Κομμουνιστές δεν ενεπλάκησαν στη συγγραφή αυτή τη φορά -ήταν αδύνατον...- αλλά «μεταμοντέρνοι οπαδοί του πολιτιστικού σχετικισμού». «Πράκτορες του Σόρος» θα ήθελε να συμπληρώσει η νυν κυρία αντιπροέδρου Τσένι, Λιν, όμως εκεί είναι εύκολες οι αγωγές. Ο δημόσιος διάλογος ξεκίνησε το 1994 με ένα άρθρο της Τσένι στη Wall Street Journal με τον -κλεμμένο- τίτλο «Το τέλος της Ιστορίας» και κυριάρχησε στην επικαιρότητα για 18 μήνες. Ηταν άλλο ένα μέτωπο στον «πολιτιστικό πόλεμο», όπως τον ονόμασε ο Ουίλιαμ Μπένετ, υπουργός Παιδείας του Ρίγκαν. Συμπτωματικά, όπως εδώ φέτος, μεσολάβησαν εκλογές, το 1996. Οι Ρεπουμπλικανοί απέκτησαν τον έλεγχο του Κογκρέσου, το βιβλίο καταδικάστηκε. Η συγγραφική ομάδα είχε κατηγορηθεί από τη σταυροφόρο του νεοσυντηρητικού πατριωτισμού για «αποδόμηση», «υποτίμηση του αμερικανικού έπους» και «υπερπροβολή πατριωτικά ατιμωτικών στιγμών», όπως η σφαγή των Ινδιάνων. Αντί άλλου σχολίου, ο διάλογος των Αμερικανών συγγραφέων Ουίλιαμ Ντιν Χάουελς και Μαρκ Τουέιν.

Χάουελς: «Αναρωτιέμαι γιατί μισούμε τόσο το παρελθόν».
Τουέιν: «Μα είναι τόσο ντροπιαστικό...».
Κι αυτό ισχύει παντού...