Με αφετηρία την Ακρόπολη

04.03.2011
Σαββάτο μεσημέρι, τουρίστες με σακίδια που περιμένουν υπομονετικά τη σειρά τους, οικογένειες, παιδιά, φοιτητές Αρχαιολογίας που ξεναγούν ένα γκρουπ Γιαπωνέζων και το πωλητήριο του Μουσείου ασφυκτικά γεμάτο.

Σαββάτο μεσημέρι, τουρίστες με σακίδια που περιμένουν υπομονετικά τη σειρά τους, οικογένειες, παιδιά, φοιτητές Αρχαιολογίας που ξεναγούν ένα γκρουπ Γιαπωνέζων και το πωλητήριο του Μουσείου ασφυκτικά γεμάτο. «Οταν ήρθε η πρόταση για μια σειρά αντικειμένων για τα εγκαίνια του Νέου Μουσείου Ακρόπολης δεν το πιστεύαμε», εξηγεί ο Βασίλης Σταθόπουλος. Μαζί με τον αδελφό του, Στάθη, είχαν επτά χρόνια στην Αθήνα, έπειτα από σπουδές στα οικονομικά ο ένας και στο βιομηχανικό σχέδιο ο άλλος, στις Ηνωμένες Πολιτείες, και το μεγαλύτερο μέρος της δουλειάς τους είχε γίνει γνωστό από στόμα σε στόμα. «Είχαν δει έργα μας στα ετήσια μπαζάρ που οργανώνουμε και μας πρότειναν μια συλλογή.Κάπως έτσι έφτασαν σε μας».

Η αλήθεια είναι πως όταν βλέπεις πρώτη φορά το δελφίνι από ένα μπρούτζινο αγαλματίδιο του 5ου π.Χ. αιώνα, την κουκουβάγια από τη μαρμάρινη επιγραφή στην είσοδο του Μουσείου και τον ταύρο που οδηγείται στη θυσία νομίζεις ότι έχει ζωντανέψει μπροστά σου η Ιστορία. Με μια μεταμοντέρνα, όμως, ματιά. Τίποτα φολκλόρ. Ενα νέο έργο Τέχνης που έχει το γονίδιό του βαθιά στον χρόνο.

Αυτή είναι, άλλωστε, και η δυναμική των Vast (από τα αρχικά των ονομάτων τους). «Είχαμε και οι δυο τις σπουδές μας, τα σχέδιά μας για το μέλλον. Υπήρχε, όμως, κάτι που μας έλειπε. Μια προσωπική σχέση με το αντικείμενο της δουλειάς μας. Και όταν αποφασίσαμε να οργανώσουμε το στούντιό μας, είχαμε τις αμφιβολίες μας, αλλά ξέραμε μέσα μας ότι δεν υπήρχε άλλη επιλογή». Εγκατέλειψαν, λοιπόν, τις προηγούμενες θέσεις τους και αποφάσισαν να πάρουν το ρίσκο. Δύσκολο στην αρχή, αφού δεν υπήρχε καμία βοήθεια. Ο Βασίλης ανέλαβε το οικονομικό και ο Στάθης το σχεδιαστικό κομμάτι. «Επρεπε να φτάσουμε πολλές φορές σε αδιέξοδο για να καταλάβουμε ότι πρέπει να διεκδικούμε τα αυτονόητα».

Τα πρώτα σχέδια περιλάμβαναν έπιπλα, φωτιστικά και κεραμικά. «Ιδέες υπήρχαν. Και η αποδοχή του κόσμου ήταν ενθαρρυντική. Τα εμπόδια, όμως, βρίσκονταν στην εφαρμογή. Προσπαθήσαμε να εντοπίσουμε τεχνίτες στην Ελλάδα, αλλά οι βιοτεχνίες είχαν ήδη κλείσει. Εχουμε εξαιρετικά ταλέντα, αλλά όχι τον απαραίτητο μηχανισμό να τα υποστηρίξουμε».

Αυτός ήταν και ο λόγος που αναγκάστηκαν να εγκαταλείψουν τα έπιπλα και τα φωτιστικά και να επικεντρωθούν στα πιάτα και τα κεραμικά αναζητώντας λύσεις στη διεθνή αγορά. «Μέσα σε τρεις εβδομάδες είχαμε επικοινωνήσει με δέκα βιοτεχνίες στην Πορτογαλία με στοιχεία που μας είχαν δώσει από το αντίστοιχο επιμελητήριο, μας έστειλαν δείγματα, προτάσεις, τιμές και αυστηρά χρονοδιαγράμματα που τηρούνται με ακρίβεια».

Η συλλογή τους αποτελείται από επτά σειρές σε πιάτα, μπολ, πιατέλες, κούπες με διαφορετικά μοτίβα (Zώα, Κυκλοφορία, Ρομπότ, Παιδιά, Μοντερνισμός, Ελιά, Πόλεις), που διατίθενται σε καταστήματα design σε Αθήνα, Παρίσι, Λονδίνο, Μαδρίτη και Καλιφόρνια. «Η όλη σύλληψη μπορεί να φαίνεται παράδοξη με την πρώτη ματιά: Σχεδιάζουμε στην Ελλάδα, παράγουμε στην Ευρώπη και δίνουμε σε όλο τον κόσμο. Στο εξωτερικό, όμως, πρόκειται για συνήθη τακτική. Το να είσαι μια ανεξάρτητη ομάδα που επιμένει ελληνικά αντιστοιχεί πολλές φορές με Γόρδιο Δεσμό. Ομως, η έμπνευση είναι η Ελλάδα. Οχι με την κλασική έννοια, αλλά με μια βαθιά ιδέα που μετουσιώνεται σε κάτι πολύ σύγχρονο».

Και η αλήθεια είναι ότι βλέποντας τα μοτίβα που διηγούνται μια ιστορία το ένα δίπλα στο άλλο -τα κλωνάρια της ελιάς που σε κάθε πιάτο μεγαλώνουν και περισσότερο, τα χταπόδια που αγκαλιάζουν τις άκρες με τα πλοκάμια τους και τα αυτοκίνητα που συνωστίζονται στους δρόμους της πόλης- έχεις την αίσθηση ότι πρόκειται για την ίδια δωρική γραμμή που αναδεικνύει τη συνέχεια του ελληνικού πνεύματος. «Η αλήθεια είναι ότι δεν περιμέναμε τόσο μεγάλο ενδιαφέρον των ξένων, κυρίως, επισκεπτών για τη συλλογή του Μουσείου».

Μέσα σε λίγους μήνες οι πρώτες παραγγελίες εξαντλήθηκαν, ενώ υπήρχαν εξαιρετικές κριτικές στον ελληνικό και διεθνή Τύπο. «Το μεγαλύτερο διαβατήριο, όμως, είναι η συμμετοχή στις εκθέσεις όπως η Maison & Objet στο Παρίσι, το 100% Design στο Λονδίνο και η Ambiente στη Φρανκφούρτη. Εκεί συνειδητοποιείς ότι δεν έχει αξία από πού έρχεσαι αλλά τι καινούργιο προτείνεις». Οσο για το μέλλον; Ο Στάθης δουλεύει παράλληλα σαν εικονογράφος σε μια νέα σειρά παιδικών μπεστ σέλερ για τις εκδόσεις Ψυχογιός, Πατάκης και Ταξιδευτής, ενώ έχει στα σκαριά και το δικό του βιβλίο, ενώ o Βασίλης ταξιδεύει συχνά στο Λονδίνο για επαφές με τεχνίτες για μια νέα συλλογή πορσελάνινων πιάτων που τοποθετούνται στον τοίχο σαν έργα Tέχνης. «Πρόκειται για τη νέα τάση που επιστρέφει δυναμικά ανοίγοντας πολλές προοπτικές στο εξωτερικό. Αρκεί, βέβαια, να πιστέψει κανείς πραγματικά στο ελληνικό design».

ΡΟΖΑ ΚΡΑΜΕΡΗ
ΦΩTOΓΡAΦIEΣ: ΤΑΚΗΣ ΣΠΥΡΟΠΟΥΛΟΣ
www.takisspyropoulos.com