Είδαμε το Μιστέρο Μπούφο της ομάδας Επτάρχεια(****)

13.12.2012
"Ακόμα και τον τρόμο σου να τον κάνεις γέλιο. Φέρνε τα πάνω κάτω στους παμπόνηρους που πάνε να σας ευνουχίσουν με τα λόγια και με τις κομπορρημοσύνες τους! …Και κάνε τους όλους να σκάνε απ’ τα γέλια…με το γέλιο χάνονται όλοι οι φόβοι!"

"Ακόμα και τον τρόμο σου να τον κάνεις γέλιο. Φέρνε τα πάνω κάτω στους παμπόνηρους που πάνε να σας ευνουχίσουν με τα λόγια και με τις κομπορρημοσύνες τους! …Και κάνε τους όλους να σκάνε απ’ τα γέλια…με το γέλιο χάνονται όλοι οι φόβοι!"

Υπάρχουν κάποιες παραστάσεις που δε χρειάζονται πολλά παραπάνω πράγματα για να μπεις στο κλίμα της ιστορίας και να σε βάλουν στον κόσμο τους. Ούτε εξυπνακίστικες σκηνοθετικές κομπίνες για να σε ξεγελάσουν και να επικαλύψουν τις ερμηνείες ούτε γκροτέσκο καρικατούρες στα πατώματα και όρια των άκρων.

Αρκούν έξι μαυροντυμένοι ηθοποιοί με πολύχρωμα καπέλα αρλεκίνου, κάποια ξύλινα καρεκλάκια κι ένας άδειος χώρος ανάμεσα στους θεατές για να μην πέφτεις σε κενά αέρος όταν φεύγεις από το θέατρο και να ψάχνεις απεγνωσμένα την έξοδο κινδύνου. Σε μία απόσταση δύο μέτρων, ίσως και λιγότερο έχεις την πιο ξεγυμνωμένη εκδοχή της υποκριτικής τέχνης, σχεδόν ακατέργαστη να συνδυάζεται με την σωστή τεχνική σε μία διαδικασία που όλα φαίνονται εύκολα.

Το «Μιστέρο Μπούφο» του Ντάριο Φο δεν υπόκειται στους τυπικούς κανόνες ενός θεατρικού κειμένου, δεν έχει συγκεκριμένη σειρά σκηνών κι έχει τόσο έξυπνο, κατάμαυρο χιούμορ που δύσκολα παραμένεις ήσυχος. Μιλάει με τόσο έξυπνο τρόπο για πράγματα τα οποία πολλοί δεν αγγίζουν όπως τα θεία και τις συμφορές του ανθρώπου, σατιρίζοντας τα πάντα και δεν αφήνει περιθώριο παρεξήγησης και άσχημων αντιδράσεων. Εκτός αν είσαι υπερβολικά κολλημένος ,δε μπορείς να καταλάβεις την έννοια του καλού αστείου και του κοινωνικοπολιτικού σχολίου που στοχεύει κατευθείαν στην καρδιά της ουσίας και δεν εκτιμάς έργα που κατέτκησαν το Νόμπελ.

Όμως δεν αρκεί μόνο ένα κείμενο για να φέρει την άνοιξη. Θέλει μαγκιά, ευστροφία, αντακλαστικά και να μην αφήνεις καμία λέξη να πέσει κάτω για να πάρεις ένα τέτοιο έργο και να το ανεβάσεις στο θέατρο χωρίς να φτιάξεις κάτι χαοτικό για τον διπλανό σου και στο τέλος να μπερδευτείς κι εσύ ο ίδιος και να μην θυμάσαι τι ήθελες πραγματικά να πεις.

Τα Επτάρχεια (Αργύρης Ξάφης, , Άννα Μάσχα, Κώστας Μπερικόπουλος, Άννα Καλαϊτζίδου, Θάνος Τοκάκης, Γιώργος Χρυσοστόμου) δεν υστερούν σε κάτι από τα παραπάνω και ως ανεπίσημη ομάδα έχουν αποδείξει πάρα πολλές φορές σε δώματα, υπόγεια, μεγάλες και μικρές σκηνές πως η γοητεία που κρύβει το δύσκολο και το επίπονο είναι το σήμα κατατεθέν τους και τα ασταμάτητα χειροκροτήματα οι σίγουρες συνέπειες των «καταστροφών» τους.

Η συγκεκριμένη παράσταση της επίσημης ομάδας πια με σκηνοθέτη τον Θωμά Μοσχόπουλο, είναι σαν να σηματοδοτεί μία καινούρια εποχή της μέχρι τώρα κοινής πορείας τους και μπορεί να λείπουν όλα αυτά τα ονειρικά και μεγαλεπήβολα σκηνικά που έχουμε συνηθίσει σε άλλες δουλειές τους αλλά το φοβερό είναι πως δεν μας έλειψε κάτι.

Οι ερμηνείες όλων είχαν τεράστια δύναμη και πρόσεξαν τον κάθε ρόλο τους μέχρι την τελευταία λεπτομέρεια, σε κάνουν να χαίρεσαι πραγματικά γιατί έχεις μπροστά σου γήινους ανθρώπους που στα λεπτά όρια σκηνής και της θέσης σου προσφέρουν απόλυτη πληρότητα συναισθημάτων, με το μοναδικό ταλέντο τους και ο μαέστρος τους έχει απόλυτα συγχρονισμένους.

Οι αμέτρητοι κι απολαυστικοί τύποι στο πρόσωπο του Τοκάκη, ο εκπληκτικός Γελωτοποιός του Χρυσοστόμου, η Παναγία με τις φίλες της δια χειρός υπέροχης Μάσχα, ο ξακαρδιστικός μεθυσμένος του Μπερικόπουλου, ο εξαιρετικός τρελός του Ξάφη με τον Θάνατο της πολύ καλής Καλαιτζίδου επιβεβαιώνουν γι άλλη μία φορά γιατί θα παραμείνουμε πιστοί στην κερκίδα τους.

Κείμενο/φωτογραφία:Κική Παπαδοπούλου