ΙΕΡΑ ΟΔΟΣ 2004-05: Χατζηγιάννης, Τερζής (σε τροχιά)

01.03.2005
Και μου το είχαν πει τα (οκτώ, 19χρονα) παιδιά με τα οποία είχα πάει να δω τον Χατζηγιάννη πέρυσι. «Αυτός, κυρία Λαιμού, έχει καβαλήσει καλάμι». Εγώ όμως ήθελα να κάνω την έξυπνη και δήλωσα εγγράφως ότι «προβλέπω», η ηλίθια Πυθία, «πως δε.. νομίζω..» και άλλες τέτοιες ανοησίες. Καθόμουν χτες στο 3ο επίπεδο του 2ου επιπέδου της Ιεράς Οδού (πάλι σε περίοπτη θέση στο πατάρι μας βόλεψαν οι αρμόδιοι έναντι 50 ευρώ το κεφάλι) και σκεφτόμουν ότι δεν πειράζει που δεν έβλεπα σχεδόν τίποτα από την πίστα διότι και έξω στο δρόμο να ήμουνα τον Χατζηγιάννη πάλι θα τον έβλεπα. Διότι το άτομο ξεπέρασε το στάδιο του καβαλημένου καλαμιού και βγήκε κατευθείαν σε τροχιά περί τον πλανήτη. Ποια ΝΑΣΑ; Η Κύπρος να δεις διαστημικό πρόγραμμα που έχει.
ΠΡΙΝ ΠΑΣ
ΤΗΛΕΦΩΝΟ: 210-34.28.272-275
ΔΙΕΥΘΥΝΣΗ: Ιερά Οδός 18-20
ΗΜΕΡΕΣ ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΑΣ: Πέμπτη-Κυριακή
ΕΝΑΡΞΗ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑΤΟΣ: 23:30 Κυριακή: 22:30

ΤΙΜΕΣ
Εισιτήριο: 15 & 20 ευρώ
Φιάλη Ουίσκι/4 άτομα: 190 & 220 ευρώ (κομπλέ)
Φιάλη Κρασί/2 άτομα: 95 ευρώ

Ημουν κι εγώ εκεί...
Κάτι με τις δηλώσεις για το «μαγαζάκι του έντεχνου που έκλεισε», κάτι με το γιατί δεν τον ενημέρωσε ο Λάκης Παπαδόπουλος που χρησιμοποίησε πλάνα του Μέγα Μιχαλάκη στο βιντεοκλίπ του (ντροπής πράγματα), είχε αρχίσει να μυρίζει το πράγμα.
Αλλά από την άλλη αν δεν δεις με τα μάτια σου μπορείς να διαμορφώσεις άποψη;
Γι’ αυτό, κι ενώ είχα πει φέτος ότι δε θα πάω στην Ιερά Οδό, τελικά το τόλμησα.

Πήγα περιμένοντας να δω περίπου τα ίδια που είχα δει και πέρυσι: τον ποπάνθρωπο Χατζηγιάννη να τρέχει γύρω-γύρω, να διακόπτει τα τραγούδια για να λέει διάφορα «Δώσε» και «Πάμε» και «Δικό σας» (τα οποία είναι, λέει, επικοινωνιακά τρικ για να συμμετέχει το κοινό στο δρώμενο), να κάνει σκέρτσα και νάζια, και γενικώς να έχει αρπάξει λίγο στις άκρες..
Περίμενα να τον ακούσω και να τραγουδάει.
Επεσα όμως, φαίνεται, στην κακή του μέρα..
Διότι στο πρώτο μέρος του προγράμματος τον άκουσα να δυναμιτίζει τα ίδια του τα σουξέ με όλους τους τρόπους.
(Όχι, δε θα ασχοληθώ με τα στοναρίσματα και τα φάλτσα διότι αυτά ήταν τα πταίσματα του συνολικού ηχητικού αποτελέσματος ?αν και ήταν πάρα πολλά, ειδικά στην αρχή).

Για τα κορινθιακά κιονόκρανα με τα οποία «στόλιζε» τις «δραματικές» στιγμές των τραγουδιών θα πω.
Και για τα περίτεχνα ροκοκό σκαλίσματα τα οποία μας σέρβιρε ως «γυρίσματα» θα διαμαρτυρηθώ.
Και με τις φιοριτούρες και τις «καντρίλιες» με τις οποίες διάνθιζε το «πάθος» και τα ερωτόλογα των επιτυχιών του θα απελπιστώ -ξανά.

Τον Μιχάλη Χατζηγιάννη τον παρακολουθώ από την εποχή που βγήκε -μικρό, ντροπαλό παιδί- πρώτη φορά σε σκηνή και ακίνητο σχεδόν ΤΡΑΓΟΥΔΑΓΕ τα ευχάριστα και ανέφελα τραγούδια του.
Τώρα όμως ο Σούπερ «Χα/ης» έχει μάθει τα «κόλπα» της πίστας όλα.
Έχει μάθει, για παράδειγμα ότι όταν έχεις από κάτω ένα κοινό που δεν έχει έρθει για να σε ακούσει να τραγουδάς αλλά για να σε φωτογραφίσει με το κινητό, κανένας δεν θα προσέξει που εσύ αλλάζεις τα φώτα των τραγουδιών.
Έχει μάθει την τέχνη του ρεφρέν, ρεφρέν, ρεφρέν και του «Θέλω να δω όλα τα χέρια σηκωμένα!» και του «ΔΙΚΟ ΣΑΣ!!!» (που από τα πολλά «δικά μας» είπε κι ο φίλος μου ο Γιώργος στο τέλος ότι θα πάει να ζητήσει από την επιχείρηση το μεροκάματο του Μιχαλάκη γιατί πιο πολύ ώρα τραγούδησε αυτός παρά ο καλλιτέχνης).
Εχει μάθει επίσης να φωτογραφίζεται από κινητά.
Περιγράφω σκηνή:
Ο Χατζηγιάννης βγαίνει και λέει λαϊκά (πονεμένη ιστορία με την οποία θα ασχοληθώ πιο κάτω).
Πάνω στην πίστα εφορμούν περί τα διακόσια αγοράκια και κοριτσάκια για να χορέψουν δήθεν.
Δεν περνάνε τρία λεπτά και βλέπουμε διακόσια χέρια υψωμένα με κινητά ανά χείρας να προσπαθούν να τον φωτογραφίσουν.
Άλλα τρία λεπτά κι έχουν βγει και οι ψηφιακές φωτογραφικές και αρχίζουν οι παραγγελιές για πόζες: Ο «Χα» αγκαλιά με κοριτσάκι και έτερο κοριτσάκι μπροστά τους να απαθανατίζει τη στιγμή του εναγκαλισμού.
Χαμόγελα, αγγίγματα και πάμε στο επόμενο κοριτσάκι.

Στο μεταξύ ο Μιχαλάκης φωνάζει στην ορχήστρα «Πάμε τα βαριά!» και ρίχνει ένα «Με σκότωσε γιατί την αγαπούσα», ένα «Κάτω απ’ το πουκάμισό μου» κι ένα «Τα μαύρα μάτια σου».
Κάπου εκεί άρχισαν να ακούγονται τα κόκαλα του Στράτου, του Μανώλη Αγγελόπουλου και του Καζαντζίδη να τρίζουν και το μαγαζί να σείεται συθέμελα.
Η πίστα με τις λεύκες έγινε το κατάστημα. Κι από Κυριακή 27, έγινε Παρασκευή και δεκατρείς με τον Εξορκιστή να ρίχνει ζεϊμπεκιές πριν έρθει ο Χάρος αυτοπροσώπως να τον κλαδέψει με το δρεπάνι.
Κόλαση.
Κι η πίστα σα διαφήμιση της Vodafone, της TIM και της COSMOTE μαζί.

Λίγο πριν μας πει τι βρήκε κάτω από το πουκάμισό του, ο νεαρός σταρ παίρνει κι ένα δίσκο με γαρύφαλλα και τα ρίχνει με το χεράκι του επί της κεφαλής του. Σ’ αυτό το σημείο σταυροκοπήθηκα γιατί άλλον «λαϊκό» μετρ της πίστας δεν είχα ξαναδεί να αυτογαρυφαλλώνεται.
Μετά, και λόγω του ότι προφανώς τον ενέπνευσε το ότι «κάτω απ’ το πουκάμισό του/ η καρδιά του σβήνει» άρχισε να κουνάει και τη λεκάνη του αλά Έλβις για να ολοκληρώσει τη σύγχυση η οποία επικρατούσε έτσι κι αλλιώς.

Να μην πω τώρα ότι για να πει ένα τραγουδιστής λαϊκά τραγούδια δεν αρκεί να έχει μια οποιαδήποτε φωνή αλλά μια πολύ συγκεκριμένη λαϊκή καρδιά, γιατί αυτά είναι γνωστά και αυτονόητα.

Να πω μόνο ότι το «Eίναι επικίνδυνα εδώ», το «Πάρτυ» κι εκείνο το «Σ’ αγαπάω, Σ’ αγαπάω, Σ’ αγαπάω» -"Δικό σας!!") τα ακούσαμε περί τις τρεις φορές στη διάρκεια του προγράμματος και πάλι ευχαριστημένοι φύγαμε που δεν τα ακούσαμε δεκατρείς.

Σημείωση για την αποκατάσταση της τάξης:
Το «Πάρτυ» βρε παιδιά ΔΕΝ είναι του Χατζηγιάννη.
Είναι ενός ευλογημένου συνθέτη που λέγεται Kiki Lesendric, σε στίχους της Λίνας Νικολακοπούλου και με πρώτο ερμηνευτή τον εξαιρετικό Μανώλη Μητσιά.
Δίσκος με πολλά υπέροχα τραγούδια, και τίτλο «Στο δρόμο με τα χάλκινα» που κυκλοφόρησε το 1996.
Αυτά γιατί έχω βαρεθεί ν’ ακούω περί του «Πάρτυ» του Χατζηγιάννη και τι ωραίο τραγούδι που έγραψε πάλι..

Με διέκοψα όμως και δε θυμάμαι πού ήμασταν.
Ευκαιρία λοιπόν να ξεκαθαρίσουμε τι είναι πίστα και τι κρυφόπιστα (που παριστάνει τη μουσική σκηνή).

Πίστα είναι
κατάστημα του οποίου το πρόγραμμα έχει την εξής δομή:
Στην αρχή και επί μία ώρα περίπου πριν βγει το τρίτο όνομα του μαγαζιού, εμφανίζονται τα ανασούρμπαλα ενδεδυμένα νούμερα στα οποία έχω αναφερθεί εκτενώς σε άλλα κείμενα.
Μετά βγαίνει το τρίτο όνομα της αφίσας, ακολουθούμενο από το δεύτερο και τελικά μετά από μια τρίλεπτη μελοδραματική εισαγωγή της ορχήστρας βγαίνει και το Νούμερο Ένα, μαζί με τις λουλουδούδες, τα μπαλέτα και ότι άλλο κουλό διαθέτει το κατάστημα και αρχίζει να λέει τα ρεφρέν των σουξέ του.

Κρυφόπιστα αντιθέτως είναι:
Κατάστημα στο οποίο το πρόγραμμα ξεκινάει με τα μεγάλα ονόματα να άδουν μαζί τα ρεφρέν των σουξέ τους.
Τα ονόματα αυτά είναι συνήθως του «έντεχνου» ή και του «ποιοτικού λαϊκού» χώρου, ενώ στην πίστα είναι τα συνθηματικώς λεγόμενα.. ξεκόλλα (με τον τόνο στο ξέ, ωμέγα, ένα λάμδα).
Μετά ακολουθούν τα τσικό (στην προκειμένη περίπτωση του προγράμματος «Χατζηγιάννη-Τερζή», δυο ξανθιές και μία μελαχρινή που διέθεταν φωνή αλλά ήταν ντυμένες και οι τρεις με μαύρα.
Στο 4ο μαύρο που βγήκε στη σκηνή φώναξα και ρώτησα τον σερβιτόρο αν έχουμε κάποιο εθνικό πένθος που μου έχει διαφύγει αλλά ούτε αυτός ήξερε.
Τελικά μάλλον λόγω «σέξι» τα φόραγαν τα μαύρα φορέματα-κολλάν ορισμένα εκ των οποίων ήταν και σε στιλ κουρέλι).
Να επανέλθω όμως στο θέμα της φωνής, για να σου πω ότι ενώ στις πίστες τα πρώτα νούμερα είναι κατά κανόνα ΕΝΤΕΛΩΣ άφωνα και κανονικά παράφωνα στις κρυφόπιστες διαθέτουν φωνές από συμπαθείς μέχρι πολύ καλές).

Αφού λοιπόν ακούσουμε τα τρέχοντα σουξέ -«έντεχνα» και από τα.. άλλα- από τα τσικό (τα οποία τα λέω έτσι γιατί ποτέ κανείς δεν μαθαίνει τα ονόματά τους), μετά εμφανίζεται ο πιο έντεχνος ή πιο ποπ από τα ονόματα και λέει τα δικά του ρεφρέν και μετά ο πιο λαϊκός που, αν είναι σαν τον Τερζή, κάπου ανάμεσα στα ρεφρέν χώνει και κανένα ολόκληρο τραγούδι.

Γαρύφαλλα οι πίστες έχουν πάντα, ενώ οι κρυφόπιστες έχουν ενίοτε, ενώ φέτος είδαμε και την παγκόσμια πρωτοτυπία στο ίδιο πρόγραμμα το ένα όνομα να δέχεται λουλουδοπόλεμο και το άλλο να τον «σνομπάρει» με αποτέλεσμα ένα ακόμη μπέρδεμα, Γιώργο μου.

Φιλοσοφικό συμπέρασμα:
Όλα ένα είναι στη ζωή και πού πας βρε Καραμίχαλε, με 220 ευρώ το μπουκάλι ενώ μπορείς, αν ανήκεις σε κάποιο ΚΑΠΗ ή στο σύλλογο συνεργείων αυτοκινήτων, να δεις το ίδιο πρόγραμμα με 20 ευρώ το κεφάλι;

Για τον Τερζή θέλεις να σου πω;
Ε, δεν έχω και πολλά να πω. Αυτός ο καλός λαϊκός τραγουδιστής, είχε την τύχη, πρώτον, να ανήκει σε άλλη γενιά και, δεύτερον, να γίνει «επιτυχής» αργά στη ζωή του.
Οπότε, παρόλο που έχει ψιλοαρπάξει κι αυτός λίγο στις άκρες, τα βασικά τα κάνει και τα λέει.
Μόνο που στο συγκεκριμένο πρόγραμμα ο σταρ είναι ο «Χα» και με την αφόρητη Χατζηγιαννίταδα που έχει πιάσει όλους τα τελευταία χρόνια, το κοινό είναι του Μιχαλάκη -το περισσότερο.
Οπότε τι να πει κι ο Τερζής;
Ρίχνει κι αυτός τα ρεφρέν του, λέει και τα σουξέ του, εισπράττει το νυχτοκάματό του και όλοι μια χαρά είμαστε.
Να έχει ξεχάσει να τραγουδάει πάντως δεν τον άκουσα ούτε και περίμενα βεβαίως να τον δω να ροκοκορωνίζεται άνευ λόγου και αιτίας.

Τελικά αξίζει να πάω;
Είναι επικίνδυνα εδώ
Γι’ αυτό καλύτερα να φεύγεις
Χρόνια προσπαθώ να σε πείσω
να το αποφεύγεις..

(το κακοτόπι...)
Αλλά από ότι είδα όλα εκεί ήσασταν, μωρά μου, όρθια, στριμωγμένα, ποδοπατημένα και κουφά, αλλά μέσα στην καρδιά της επιτυχίας πάλι.
Το γεγονός ότι ο Χατζηγιάννης είναι κάθε χρόνο και χειρότερος δε νομίζω ότι απασχολεί κανέναν. Σωστά;
Και σ’ ανώτερα λοιπόν.
Να προσέξουμε μόνο μη συγκρουστεί με κάνα δορυφόρο της ΝΑΣΑ και μας ρίξουνε πρόστιμο οι Αμερικάνοι που το αφήσαμε αυτό ανεξέλεγκτο να στροβιλίζεται στο διάστημα.
Άλλα κερατιάτικα δεν έχω όρεξη να πληρώνω.

ΟΙ ΜΟΥΣΙΚΟΙ & Ο ΗΧΟΣ:
Ηχος καλός (από εκεί που καθόμουν εγώ τουλάχιστον γιατί έκανα και μία βόλτα στο μαγαζί και άκουσα διάφορα ηχητικά έκτροπα στην περιοχή κάτω από τον εξώστη).
Άκουσα κι έναν καλό σαξοφωνίστα και έναν καλό πιανίστα αλλά κι έναν απαράδεκτο τύπο που βασάνιζε μια ηλεκτρική κιθάρα ο οποίος παραλίγο να μου βγάλει το μάτι.
Ουφ! τα είπα πάλι (τα ίδια).

Γεωργία Λαιμού.
Ησουν κι εσύ εκεί; Πες μου τι είδες μ' ένα mail...: [email protected]