Οι περιπέτειες του Ιντιάνα Τζόουνς τζούνιορ

22.07.2008
Οταν το ονομα σου σημαίνει «δόξα τω Θεώ για τα βόδια» και ο μπαμπάς σου ήταν πλανόδιος κλόουν σε τσίρκα, τότε το πιθανότερο είναι να έχεις πολλά να αντιμετωπίσεις στο σχολείο ως έφηβος.

Οταν το ονομα σου σημαίνει «δόξα τω Θεώ για τα βόδια» και ο μπαμπάς σου ήταν πλανόδιος κλόουν σε τσίρκα, τότε το πιθανότερο είναι να έχεις πολλά να αντιμετωπίσεις στο σχολείο ως έφηβος. Εκτός αν το πάρεις απόφαση και το σταματήσεις μια και καλή. Ο Σάια Λα Μπαφ έχει μάθει να παίρνει τέτοιες δραστικές αποφάσεις από τα 10 του κι αν σκεφτείς ότι γιόρτασε τα 21α του γενέθλια στο πλατό του «Ιndiana Jones 4» δίπλα στον Χάρισον Φορντ, μάλλον του έχουν βγει σε καλό.

Οταν εχεις καταφερει να αγοράσεις το δικό σου σπίτι στα 18 και να γίνεις πρωταγωνιστής του Στίβεν Σπίλμπεργκ σε μια ταινία που συζητιόταν επί 15 ολόκληρα χρόνια, εύκολα μπορούν να πάρουν τα μυαλά σου αέρα. Η παιδική ηλικία όμως του ηθοποιού το γαλούχησε έτσι ώστε να είναι υπερβολικά προσγειωμένος. Ο Σάια Λα Μπαφ (του οποίου το όνομα σημαίνει «δόξα τω Θεώ για τα βόδια») γεννήθηκε κάπου μεταξύ του δεύτερου Indiana Jones και του τρίτου, δηλαδή το 1986, και είναι το μοναχοπαίδι μιας μπαλαρίνας και ενός κλόουν. Η μητέρα του ήταν χίπισσα εβραϊκής καταγωγής η οποία μετά από ένα πρόβλημα στο γόνατό της σταμάτησε την καριέρα της και έφτιαχνε κοσμήματα για να ζήσει. Ο πατέρας του, ένας βετεράνος του Βιετνάμ, ήταν εθισμένος στα ναρκωτικά και το αλκοόλ και εμφανιζόταν ως κλόουν στα τσίρκα κάνοντας ένα νούμερο με κοτόπουλα. «Προέρχομαι από μια οικογένεια με 5 ολόκληρες γενιές αποτυχημένων καλλιτεχνών», εξηγεί ο Σάια. Η πρώτη παράσταση που έδωσε ποτέ ήταν στα δύο του χρόνια, όταν οι γονείς του τον έντυναν κλόουν και τον γύριζαν στα πάρκα πουλώντας hot dog. Ο ίδιος έχει περιγράψει την παιδική του ηλικία ως «χίπικη» και τους γονείς του ως «λίγο περίεργους» μάλλον, γιατί ο μπαμπάς του φύτευε χασισόδεντρα στην αυλή και κάπνιζε μαζί του μαριχουάνα όταν ήταν 10 ετών ή γιατί τον έπαιρνε για παρέα στις συναντήσεις των Ανώνυμων Αλκοολικών. Στην ίδια ηλικία έκανε και το πρώτο του stand up νούμερο μαζί με τον πατέρα του σε τοπικά μπαράκια. «Το νόημα ήταν ότι έβγαινε στη σκηνή ένα 10χρονο και μιλούσε σαν 50άρης, οι πρώτες κουβέντες που έλεγα ήταν δώστε βάση, μαλάκες», λέει εξηγώντας τον πρώτο ρόλο της ζωής του.

Ηθοποιος απο τα 11 του - Ενώ όλα τα παιδιά στα 11 τους λένε «όταν μεγαλώσω θα γίνω ηθοποιός», ο Σάια βαριόταν να περιμένει μέχρι την ενηλικίωση. Μια μέρα συνάντησε στην παραλία ένα αγόρι με μια φοβερή σανίδα του σερφ και έμαθε πως έπαιζε στην τηλεοπτική σειρά «Dr Quinn». Θυμάται αυτή τη σκηνή και λέει «αυτό το παιδί είχε όλα όσα ήθελα, εννοώ σε υλικό επίπεδο, γιατί αν πας στο σχολείο με καινούργια Fila, δεν σε ενοχλεί κανένας εκείνη τη μέρα». Στα 11 του λοιπόν είχε την επιφοίτηση που άλλοι έχουν στα 30: το κλειδί για να αγοράσει καινούργια Fila ήταν να κάνει αυτό που ήξερε καλύτερα, να παίζει ρόλους. Έτσι αποφάσισε να γίνει ηθοποιός και να πάρει την οικονομική κατάσταση της οικογένειας στα χέρια του. Έβγαλε το χρυσό οδηγό στο τραπέζι, πήγε στο λήμμα με τίτλο «ατζέντηδες» και άρχισε να παίρνει τηλέφωνα. Έκανε ένα 5λεπτο κομμάτι από το stand up comedy και από την άλλη γραμμή τον άκουγαν περισσότερο από σοκ παρά από ενδιαφέρον. Τελικά βρήκε έναν ατζέντη ο οποίος ανέλαβε όλη την οικογένεια Λα Μπαφ, αφού ο πατέρας τού Σάια είχε μπει σε νοσοκομείο για αποτοξίνωση, ενώ παράλληλα έψαχνε κατάλληλες οντισιόν για το μικρό ταλεντάκι. Λίγα χρόνια μετά, στα 14, κι ενώ οι γονείς του είχαν πια χωρίσει, είχε πάρει ήδη ένα βραβείο Emmy και είχε πολλούς 12χρονους φαν για τον πρωταγωνιστικό του ρόλο στη σειρά του Disney «Εven Stevens». Με τη σειρά βρέθηκε σ' ένα μικρό παράδεισο, έπαιζε όλη μέρα στη Disneyland, πήγαινε ελάχιστα στο σχολείο ενώ παράλληλα βρήκε τον τρόπο να είναι όλη μέρα με τον πατέρα του ορίζοντάς τον κηδεμόνα του στο πλατό. Το 2003 κάνει άλλη μια ταινία με την Disney, το «Ηoles», η οποία στάθηκε η αφορμή να τον προσέξει ο Στίβεν Σπίλμπεργκ και να τον χαρακτηρίσει ως το νέο Τομ Χανκς. Ένα χρόνο αργότερα ο Σάια έκανε ένα τατουάζ στον καρπό του Σάια Λα Μπαφ: 1986-2004. Ήταν ο τρόπος του να δηλώσει πως η παιδική του ηλικία είχε τελειώσει οριστικά.

ενας συνηθισμενος ανθρωπος - Αυτό που έμεινε από την παιδική του ηλικία ήταν η εμπειρία, τα λεφτά για να αγοράσει ένα δυάρι στο Burbank της Καλιφόρνια και την προσοχή ενός από τους πιο μεγάλους σκηνοθέτες. Εξοπλισμένος με αυτά τα εφόδια μπορείς να κάνεις σπουδαία πράγματα αν έχεις λίγο μυαλό και δεν το ρίξεις στα ξενύχτια, στα ναρκωτικά και στις γκόμενες. Έχοντας πάρει μερικά μαθήματα από το αντι-παράδειγμα μπαμπά που είχε, άφησε τα ναρκωτικά για τους ανώριμους συνομήλικούς του και άρχισε να χτίζει την καριέρα του με μικρούς ρόλους σε καλές ταινίες όπως το «Βobby» και το υποτιμημένο «Εγχειρίδιο Αναγνώρισης Αγίων». Η μόνη κατάχρηση που δεν μπορεί να κόψει είναι το τσιγάρο, παρόλο που είχε δηλώσει πως μετά την ταινία «Constantine» δεν θα ξανακάπνιζε ποτέ, γιατί «σιχάθηκε τον Κιάνου Ριβς που καπνίζει ασταμάτητα στο πλατό». Αν το είχε κάνει, δεν θα τον έπιαναν το Φεβρουάριο με το τσιγάρο στο στόμα στους δρόμους του Burbank, κάτι που απαγορεύεται εκεί. Καθώς είχε ξεχάσει να πληρώσει την κλήση του έφυγε για εκδρομή. Επέστρεψε μετά από ένα μήνα, για να βρεθεί καταζητούμενος από τις αρχές. Αυτή όμως δεν ήταν η πρώτη φορά που βρέθηκε να έχει πάρε-δώσε με την αστυνομία. Τον Νοέμβριο του 2007, ελαφρώς μεθυσμένος στην Καλιφόρνια, αρνήθηκε να φύγει από ένα κατάστημα καλλυντικών, το Walgreens, (κάτι σαν το δικό μας Hondos φαντάσου), πριν βάλει κρέμα για τα σπυράκια του. Η αστυνομία τον έδιωξε με τη βία, αλλά οι κατηγορίες αποσύρθηκαν. «Συνέχεια με συλλαμβάνουν για τους πιο γελοίους λόγους», λέει απογοητευμένος, «προσπαθώ τόσο πολύ να ζω μια καλή ζωή, αυτή η δημοσιότητα δεν είναι κάτι που επιζητώ». Κατά τα λοιπά, διασκεδάζει όπως ένας φυσιολογικός άνθρωπος. Μαζεύεται με τους φίλους του σε σπίτια και βλέπουν ταινίες, παρακολουθεί ανελλιπώς την αγαπημένη του ομάδα, τους Clippers, και ασχολείται με τα δυο του μπουλντόγκ, τον Rex και τον Brandon. Το μόνο εξτρίμ που μπορούμε να του καταλογήσουμε είναι ένα σχέδιο του Μακ Έσθερ που βάρεσε στο στήθος του για τατουάζ. Δεν έχει ούτε ένα celebrity κολλητό και μέχρι τα 20 τα είχε τρία χρόνια με τη φιλενάδα του από το σχολείο. Πάντως έχει φιληθεί με celebrities, τουλάχιστον στα γυρίσματα των ταινιών και από τις δηλώσεις του φαίνεται πως ξέρει να χειρίζεται τις γυναίκες: «έχω ερωτευτεί όλες μου τις συμπρωταγωνίστριες, αλλά αυτό κρατάει μόνο τρεις μήνες κάθε φορά. Δεν ξέρω αν είναι αμοιβαίο, αλλά στο τέλος θα πρέπει να με φιλήσουν ούτως ή άλλως, οπότε εγώ παίρνω αυτό που θέλω». Τους τελευταίους δύο μήνες πάντως βγαίνει με το μοντέλο Λορίν Χάστινγκς. Μένει να δούμε σε πόσους μήνες του περνά ο έρωτας με τα μοντέλα.

Και υστερα ηρθε ο Indiana Jones - Ο ρόλος που του χάρισε τον τίτλο του Indiana Jones Junior εκτόξευσε την καριέρα του με ταχύτητα πυραύλου που φεύγει από αμερικάνικη βάση. Ο Στίβεν Σπίλμπεργκ εξηγεί τους λόγους της προτίμησής του: « Έχει μια πολύ ρεαλιστική και ανθρώπινη φυσιογνωμία με την οποία μπορούν να ταυτιστούν όλοι. Είναι ο γιος κάθε μητέρας, το καμάρι κάθε πατέρα, ο καλύτερός σου φίλος και το όνειρο κάθε κοριτσιού». Τη μέρα του πρώτου επαγγελματικού ραντεβού τους ο Σάια παραδέχεται πως έπαθε «κρίση πανικού», αλλά φαίνεται πως διατήρησε την ψυχραιμία του και κατάφερε τελικά να ψελλίσει το «ναι». Ίσως έπαθε την κρίση επειδή φοβήθηκε μήπως ο Στίβεν θυμηθεί παλιότερη δήλωσή του όπου έλεγε «στην Disneyland μου αρέσει το Space Mountain, το τρενάκι του Indiana Jones είναι για φλώρους». Στα πραγματικά γυρίσματα όμως η κατάσταση δεν ήταν φλώρικη. Το αντίθετο. Χρειάστηκε να εγκαταλείψει το αγαπημένο του σερφ και να κάνει τρεις ώρες γυμναστική την ημέρα, μια ώρα τρέξιμο και δύο ώρες βάρη, ενώ άρχισε ειδική δίαιτα με πρωτεϊνες μέχρι να πάρει 14 κιλά. Ο ίδιος σχολίασε την υπερπροσπάθειά του με χιούμορ: «Δεν θες να είσαι δίπλα στον Χάρισον Φορντ και να μην είσαι στην καλύτερη φόρμα που ήσουν ποτέ στη ζωή σου. Είναι φοβερά γυμνασμένος, είναι μια ζωή σε φόρμα και τρέχει πάνω-κάτω σαν 17χρονο!». Στα γυρίσματα ήταν πάντα στην ώρα του και ανταπεξήλθε άψογα κερδίζοντας με την ωριμότητα, την απλότητα και το χιούμορ του ακόμα και τον Φορντ, ο οποίος δήλωσε, «εγώ δεν τον έμαθα τίποτα, αυτός μου έμαθε περισσότερα, το ευχαριστήθηκα πάρα πολύ που βρέθηκα μαζί του στο πλατό».

Όταν βλέπεις την πορεία του 22χρονου ηθοποιού, αρχίζεις να έχεις δεύτερες σκέψεις για τη λειτουργική οικογένεια στην οποία μεγάλωσες με τις συντηρητικές αρχές και την απουσία ηρωίνης στο ντουλάπι με τα μπισκότα. Με τόσα που έχει πετύχει επαγγελματικά και προσωπικά αναρωτιέσαι: γιατί δεν σε έσπρωξαν προς την ηθοποιία, αφού δεν τη σήκωνες την Άλγεβρα και την Αγωγή του Πολίτη; Πέρα από το ταλέντο που μπορεί να έχει, η αποφασιστικότητα, η αυτοπεποίθηση και η προσωπικότητά του τον κάνουν να ξεχωρίζει από τη μάζα των ηθοποιών και celebrities που προτιμούν τη «φτηνή ηδονή», όπως λέει, του clubbing και της δημοσιότητας. Αντίθετα, ο ίδιος προτιμά να κρύβεται από τα κουτσομπολίστικα περιοδικά και να δηλώνει: «Δεν θέλω να γίνω άλλος ένας μαλάκας ηθοποιός, μένω μακριά από τους παπαράτσι». Μήπως τα «καλά παιδιά» είναι και πάλι της μόδας;