Το Λιμάνι της Χάβρης

19.12.2011
Ο Μαρσέλ Μαρξ, ένας μεσήλικας πρώην συγγραφέας, ο οποίος έχει αυτοεξοριστεί στη Χάβρη, το δεύτερο πιο πολυσύχναστο λιμάνι της Γαλλίας, μοιράζει την καθημερινότητά του ανάμεσα στο ταπεινό επάγγελμα του λούστρου, που πλέον εξασκεί, τις επισκέψεις στο αγαπημένο του μπαρ και την φροντίδα της βαριά άρρωστης συζύγου του, Αρλετί. Ένα παιχνίδι της μοίρας, όμως, θα τον φέρει πρόσωπο με πρόσωπο με έναν ανήλικο Αφρικανό λαθρομετανάστη. Τώρα, ο ταλαιπωρημένος Μαρσέλ, καλείται να αναζητήσει και τα τελευταία αποθέματα ανθρωπιάς που του έχουν απομείνει για να τον φροντίσει όσο καλύτερα μπορεί. Που θα τον οδηγήσει άραγε αυτή η αναζήτηση;

Η πιο γνήσια αισιόδοξη ταινία των τελευταίων χρόνων είναι ένα μαγικό παιχνίδι λιτότητας και μια υπέροχη έκρηξη καθαρών αισθημάτων. Και, πρώτα από όλα, ένα απίστευτο - και απολύτως λειτουργικό - μπέρδεμα ειδών, σχολών και επιρροών.

Ο τρελός Φιλανδός μάς άφησε και πάλι με ανοιχτό στόμα. Αυτή τη στιγμή είναι ο μόνος σκηνοθέτης που μπορεί να αποφλοιώνει τους χαρακτήρες του από κάθε συγκινησιακό βάρος και ταυτόχρονα να κάνει τον θεατή να ταυτίζεται μαζί τους και να συγκινείται.

Ένας ηλικιωμένος λούστρος (είχαμε θαυμάσει τον Γουίλμς στην «Μποέμικη Ζωή» το 1992) επιστρέφει κάθε βράδυ σπίτι του κουβαλώντας όλη την αστερόσκονη του κόσμου. Τίποτε δεν σηματοδοτεί την μιζέρια του ασήμαντου επαγγέλματός του, αφού κι ο ίδιος συμπεριφέρεται σαν σουρεαλιστής που βρίσκεται σε διαρκή πόλεμο με τον ποιητικό ρεαλισμό.
Η γυναίκα του (η εντελώς καουρισμακική Κάτι Ουτίνεν) έχει βγει κατευθείαν από τα παραμύθια των αδελφών Γκριμ, ενώ σε κάθε κουβέντα τους κρύβεται κι ένα απρόσμενα αιχμηρό αστείο. Ειπωμένο βεβαίως με ανέκφραστο πρόσωπο.

Και τότε - κατά το συνήθειο του Καουρισμάκι - εμφανίζεται ένα οξύ κοινωνικό-πολιτικό πρόβλημα. Η μετανάστευση: ένας εξαθλιωμένος πιτσιρικάς Αφρικανός βγαίνει από την κοιλιά του κοντέινερ που τον μετέφερε στην Ευρώπη και χάνεται στους δρόμους της Χάβρης, πιστεύοντας ότι βρίσκεται ήδη στο Λονδίνο. Ο λούστρος θα γίνει ο προστάτης του.

Το λιμάνι της Χάβρης - το δεύτερο, μετά την Μασσαλία, μεγαλύτερο λιμάνι της Γαλλίας - βρίσκεται στη Νορμανδία, στη Μάγχη, απέναντι από την Αγγλία. Είναι δηλαδή κόμβος - ένα πέρασμα μεταναστών, μια πόρτα για την είσοδό τους στην, υποτιθέμενη, ευρωπαϊκή ευημερία.

Την ώρα όμως που ο μικρός Αφρικανός ονειρεύεται να πάει στο Λονδίνο για να συναντήσει την μητέρα του, ένας Αστυνομικός της περιοχής βρίσκεται στο κατόπι του. Είναι ο σύγχρονος Ιαβέρης και ο Νταρουσάν που τον παίζει λες κι ακολουθεί κατά γράμμα τις περιγραφές του Ουγκώ. Κι ο λούστρος όμως θυμίζει πια τον Γιάννη Αγιάννη, με ντελικάτες εξάρσεις υπερβολής και εσωτερικής ακρίβειας.

Στην συνέχεια γίνεται «το έλα να δεις» (και δεν πρόκειται βέβαια να το αποκαλύψω).

Να γράψω μόνο ότι θα δούμε σκηνές εκπληκτικής ποίησης να πραγματώνονται μέσα στην μπαναλιτέ μιας σαπουνόπερας. Θα δούμε θαύματα απρόσμενα και υπέροχα - και γι' αυτό πέρα για πέρα αληθινά. Θα δούμε επίσης τον Ζαν Πιέρ Λεό των «400 Κτυπημάτων» σαν σουρεαλιστικό φάντασμα και τον μοναδικό Πιέρ Εταίξ, τον σκηνοθέτη του «Γιο Γιο», να παίζει τον γιατρό και να ορίζει την ποιητική αυτών των θαυμάτων.

Δείτε το «Λιμάνι της Χάβρης» με καθαρή καρδιά. Θα σας ταξιδέψει στην χώρα που τα θαύματα είναι ακόμη εφικτά. Το έχετε ανάγκη.

Ορέστης Ανδρεαδάκης