Επτά Ψυχοπαθείς

15.10.2012
Ο σκηνοθέτης του «Αποστολή στην Μπριζ», Μάρτιν ΜακΝτόνα, επιστρατεύει για δεύτερη φορά τον Κόλιν Φάρελ στον πρωταγωνιστικό ρόλο και επανέρχεται δριμύτερος με μια ακόμα πιο εκκεντρική, ακραία και αιματοβαμμένη μαύρη κωμωδία, που χάνει όμως σταδιακά κάθε έλεγχο και σεναριακή ισορροπία.

Έπειτα από το απολαυστικό μεγάλου μήκους ντεμπούτο του, «Αποστολή στην Μπριζ», που –παρά τις κάποιες αδυναμίες– ξεδίπλωσε το πληθωρικό ταλέντο ενός πολλά υποσχόμενου σεναριογράφου και σκηνοθέτη, οι προσδοκίες ήταν ιδιαίτερα υψηλές για το νέο εγχείρημα του Μάρτιν ΜακΝτόνα – ειδικά από τη στιγμή που στα credits του άρχισε να προστίθεται ένα εξαιρετικά ιντριγκαδόρικο καστ.

Και τα στοιχεία που θα μπορούσαν να εκπληρώσουν και με το παραπάνω τις προσδοκίες ήταν όλα εδώ: μια εκτροχιασμένη γκανγκστερική πλοκή, σινεφιλικές αναφορές, μια σειρά ταλαντούχων ηθοποιών πρόθυμων να ακολουθήσουν μέχρις εσχάτων τους ιδιόρρυθμους χαρακτήρες τους και –ακόμα πιο φιλόδοξα– μια σουρεαλιστική σπουδή για τον εφιάλτη κάθε γραφιά – στα πρότυπα ίσως του αριστουργηματικού «Μπάρτον Φινκ» των αδελφών Κοέν.

Στην προκειμένη περίπτωση του σεναριογράφου Μάρτι (ο Κόλιν Φάρελ ως alter ego του σκηνοθέτη;) που, μπλοκαρισμένος στην προσπάθειά του να ολοκληρώσει το νέο του πόνημα με τίτλο «Επτά Ψυχοπαθείς», στρέφεται για βοήθεια στον φίλο του Μπίλι (Σαμ Ρόκγουελ), έναν άνεργο ηθοποιό και ενίοτε απαγωγέα σκύλων και στον συνένοχο του τελευταίου, Χανς (Κρίστοφερ Γουόκεν), έναν θρήσκο με βίαιο παρελθόν. Σταδιακά, οι προτεινόμενες ιστορίες τους μπλέκονται με εξίσου εξωφρενικές διηγήσεις δευτερευόντων χαρακτήρων, και οι φανταστικές διηγήσεις μπερδεύεται αξεδιάλυτα με την πραγματικότητα σε ένα ξέφρενο μείγμα παράλογης βίας και σουρεαλιστικής διάθεσης.

Το βασικότερο χάρισμα του ΜακΝτόνα, που βρίσκεται αναμφίβολα στους πνευματώδεις, άλλοτε απλά ανισόρροπους και άλλοτε ιδιοφυείς μέσα στην υπερβολή τους διαλόγους, αποτελεί κι εδώ την ελκυστικότερη αρετή της ταινίας. Δυστυχώς όμως, η απουσία κάθε λογικής και συνοχής στην πλοκή τον παρασύρει σε θανάσιμη υπερδοσολογία τους, κάνοντας το φιλμ να καταρρεύσει υπό το βάρος ενός ανελέητου βομβαρδισμού επιτηδευμένων εξυπνακισμών και ενός καρτουνίστικου σαδισμού, που χάνουν τη φρεσκάδα τους μετά το πρώτο μισάωρο.

Παρά το γεγονός ότι σύσσωμο το καστ, από το βασικό τρίο πρωταγωνιστών των Φάρελ, Γουόκεν και Ρόκγουελ μέχρι τις σύντομες αλλά εμπνευσμένες εμφανίσεις των Χάρι Ντιν Στάντον και Τομ Γουέιτς, ανταποκρίνεται παθιασμένα στο ξέφρενο όραμα βίας και τρέλας που στήνει ο ΜακΝτόνα, το αρχικά ευπρόσδεκτο ντελίριο διαδέχεται η κούραση και η επανάληψη, αφήνοντας ακόμα κι αυτούς τους συνεπέστατους επαγγελματίες στο έλεος της καρικατούρας, παρά τον εμφανή ενθουσιασμό τους.

ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΑ ΣΤΗΝ ΙΔΙΑ ΚΑΤΗΓΟΡΙΑ