Μείνε Δίπλα Μου

07.10.2013
Φορτωμένο φεστιβαλικούς επαίνους και με αδιαφιλονίκτητες αρετές, το καλαίσθητο αυτό δράμα αποτελεί δουλειά ενός σίγουρα χαρισματικού σκηνοθέτη ο οποίος προτιμά, όμως, εδώ να στηρίζεται σε καλλιτεχνικά δάνεια άλλων δημιουργών, αντί να προσπαθεί να αποκτήσει την δική του μοναδική φωνή.

Τα περισσότερα κείμενα που έχουν γραφτεί μέχρι στιγμής για την τέταρτη μεγάλου μήκους δημιουργία του (ακόμη άγνωστου στο ευρύ κοινό) Ντέιβιντ Λόουερι, την συγκρίνουν συνήθως με το σινεμά του Τέρενς Μάλικ και ακόμη πιο συγκεκριμένα, με το θρυλικό ντεμπούτο του, το «Badlands» (1973).

Αν υπάρχει, παρ', όλα αυτά, μια ταινία με την οποία το «Μείνε Δίπλα μου» μοιάζει να συγγενεύει πιο πολύ, αυτή είναι το «Thieves Like Us» (1974) του Ρόμπερτ Όλτμαν: Εκείνο το πανέμορφο και ελεγειακό φιλμ πάνω στην ιστορία δυο κυνηγημένων από την αστυνομία εραστών και τις προσπάθειές τους να επιβιώσουν σε μια ρημαγμένη Αμερική των ημερών του οικονομικού κραχ.

Όπως στο υποτιμημένο δράμα εποχής του Όλτμαν, έτσι κι εδώ, η μελαγχολική καρδιά της δημιουργίας του Λόουερι χτυπάει δυνατά για ένα νεαρό ζευγάρι παρανόμων, οι οποίοι καλούνται να αναμετρηθούν με την αντίξοη τύχη τους.

Ερμηνευμένοι ιδανικά από τον Κέισι Άφλεκ και τη Ρούνεϊ Μάρα, ο Μπομπ και η Ρουθ αναγκάζονται να μείνουν χωριστά για ένα διάστημα τεσσάρων χρόνων και προσπαθούν να συντηρήσουν εξ αποστάσεως τη δυνατή αγάπη που τους έδεσε εξαρχής. Εκείνος πίσω από τα κάγκελα της φυλακής, εκείνη προσπαθώντας να μεγαλώσει μόνη το κοριτσάκι που φέρνει στον κόσμο. Όπως αποδεικνύεται, όμως, η ζωή έχει άλλα (και όχι απαραιτήτως ευοίωνα) σχέδια γι΄αυτούς...

Σκηνοθέτης με όλη τη σημασία της λέξης, ο Ντέιβιντ Λόουερι φαίνεται πως έχει επενδύσει την καλαισθησία, το πάθος και τις κινηματογραφικές αναφορές του σε κάθε πλάνο. Δίνοντας μεγάλη έμφαση στην ατμόσφαιρα, απλώνει στην οθόνη μια ονειρική, σχεδόν μυθική άποψη του αμερικανικού Νότου (η ταινία εκτυλίσσεται στο Τέξας του 1970) και δουλεύει πυρετωδώς προκειμένου να μεταδώσει στο κοινό του την αίσθηση του ιδρώτα, της κάψας και της σκόνης που περικυκλώνει τους ήρωές του.

Γενναιόδωρο σε εικόνες που μοιάζουν να έχουν φωτογραφηθεί υπό το γλυκό και μυσταγωγικό φως του δειλινού (αγαπημένη κινηματογραφική ώρα του Μάλικ), προικισμένο με ένα χαμηλότονο λυρισμό, το «Μείνε Δίπλα μου» μπορεί κανείς σίγουρα να το εκτιμήσει, δύσκολα εντούτοις, θα καταφέρει να το αγαπήσει.

Λες και πρωταρχικό μέλημα του σκηνοθέτη είναι να αφοσιωθεί σε μια καλλιγραφία εποχής που όχι μόνο να μην έχει τίποτε να ζηλέψει στυλιστικά από το ένδοξο αμερικανικό σινεμά του '70 και από τις πιο αρχετυπικές ιστορίες ρομαντικών παρανόμων της μεγάλης οθόνης, αλλά και να μπορεί να τα αναπαράγει με ακρίβεια, η ταινία παρουσιάζει τον εαυτό της σαν ένα πιστό αντίγραφο παλιότερων και καλύτερων φιλμ.

Ξεκάθαρα ταλαντούχος, ο Λόουερι προτιμά να ανατρέχει στις δουλειές άλλων αντί να προσπαθεί να στηριχτεί στα δικά του πόδια. Κι ενώ παραδίδει ένα άρτιο τεχνικό αποτέλεσμα, το οποίο παραμένει απολύτως κολακευτικό στο μάτι, ακόμα και όταν δείχνει να αντιμετωπίζει τους χαρακτήρες και την πλοκή του ως δευτερεύοντα συστατικά, η ουσία με το «Μείνε Δίπλα μου» είναι πως παραμένει σε όλη την διάρκειά του συνεπαρμένο με τον εαυτό του και στοιχειωμένο από τις ίδιες τις αναφορές του.

ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΑ ΣΤΗΝ ΙΔΙΑ ΚΑΤΗΓΟΡΙΑ