Renoir

27.12.2013
Το «Ρενουάρ» είναι ένα αδύναμο δράμα που φλερτάρει με την βιογραφία και μας μεταφέρει στην ηρεμία της Κυανής Ακτής κατά την διάρκεια του Α΄Παγκοσμίου Πολέμου για να μας περιγράψει τις σχέσεις μεταξύ του περφεξιονίστα ιμπρεσιονιστή ζωγράφου Πιερ Ογκίστ Ρενουάρ, της νεαρής μούσας που ποζάρει γι’ αυτόν και του γιου του, Ζαν Ρενουάρ, που την ερωτεύεται.

Αν η η αρχή είναι το ήμισυ του παντός, τότε το πρόβλημα με το «Ρενουάρ» ξεκινά από τον ίδιο του τον τίτλο. Αν είσαι ανυποψίαστος, έχεις προετοιμαστεί να παρακολουθήσεις την κινηματογραφική βιογραφία του φημισμένου Γάλλου ιμπρεσιονιστή ζωγράφου, Πιερ Ογκίστ Ρενουάρ (στον ρόλο του ο εξαιρετικός Μισέλ Μπουκέ). Στη συνέχεια και μετά την εμφάνιση του Βενσάν Ροτιέ, που υποδύεται τον Ζαν Ρενουάρ, πιστεύεις ότι το φιλμ θα καταπιαστεί τελικά με τον γιο του Πιερ Ογκίστ, γνωστό σήμερα και ως «πατέρα του γαλλικού σινεμά».

Σύντομα όμως καταλαβαίνεις πως ο φακός του σκηνοθέτη Ζιλ Μπουρντό εστιάζει κυρίως στην Αντρέ Χέσλινγκ (Κριστά Τερέ), αγαπημένο μοντέλο του σπουδαίου ζωγράφου και μετέπειτα σύζυγο και μούσα του θρυλικού σκηνοθέτη. Τότε, γιατί «Ρενουάρ»;

Η ιστορία μάς γυρνάει πίσω στο 1915, στην Κυανή Ακτή της Γαλλίας, σε μια έπαυλη όπου έχει καταφύγει ο ηλικιωμένος πλέον ζωγράφος για να εμπνευστεί από την φύση αλλά και για να επωφεληθεί απ’ το μεσογειακό κλίμα που βοηθά στην αρθρίτιδα που τον ταλαιπωρεί. Η γυναίκα του έχει πεθάνει, ο γιος του έχει τραυματιστεί σε μια μάχη του Α’ Παγκοσμίου Πολέμου και ο αδύναμος Πιερ Ογκίστ βλέπει την ψυχολογία του να κατρακυλάει.

Ο ερχομός της Αντρέ, ενός νεαρού κοριτσιού που καταφθάνει για να εργαστεί γι’ αυτόν ως μοντέλο, του δίνει απρόσμενη ενέργεια και αναζωπυρώνει το πάθος του για δημιουργία. Η Αντρέ από την άλλη, ακαταμάχητα όμορφη και φανερά φιλόδοξη, είναι ένα κορίτσι που θέλει να γίνει ηθοποιός και προσπαθεί απεγνωσμένα να διεκδικήσει ένα επιτυχημένο μέλλον για την ζωή της.

Λίγο αργότερα, στην ιδιωτική Εδέμ των Ρενουάρ, επιστρέφει ο τραυματισμένος από το μέτωπο γιος του ζωγράφου, Ζαν, με σκοπό να παραμείνει εκεί ώσπου να αναρρώσει. Σύντομα όμως, ο νεαρός εντυπωσιάζεται από την ομορφιά και το ελεύθερο πνεύμα της Αντρέ, με αποτέλεσμα να ερωτευθεί παράφορα το μοντέλο του πατέρα του.

To «Ρενουάρ», που, αν και είχε διαγωνισθεί το 2012 στο «Ενα Κάποιο Βλέμμα» τμήμα του Φεστιβάλ Καννών, βρίσκει μόλις σήμερα τον δρόμο προς τις αίθουσες, είναι ένα άρτιο φιλμ από αισθητικής άποψης. Η αψεγάδιαστη φωτογραφία του Μαρκ Μπιν Πινγκ Λι (θα τον θυμάστε για τα θεαματικά αποτελέσματα της δουλειάς του στην «Ερωτική Επιθυμία» του Γουόνγκ Καρ-Βάι) αναδεικνύει στο μέγιστο τον λυρισμό του τοπίου των μεσογειακών ακτών, και εξερευνά με κάθε λεπτομέρεια τα σώματα και τις εκφράσεις των ηρώων, πάντα στα πρότυπα του ακαδημαϊκού σινεμά.

Δυστυχώς, όμως, στην παραπάνω εικαστική δεξιοτεχνία εξαντλούνται και οι αρετές μιας ταινίας, που προσπαθεί να αποκτήσει υπόσταση από τις διαφορετικές θεματικές που προσεγγίζει, αποτυγχάνοντας τελικά να εισχωρήσει στον πυρήνα έστω και μιας από αυτές. Έτσι στο «Ρενουάρ», μένει εντελώς ανεξερεύνητη η αρχετυπική σχέση πατέρα και γιου, την οποία γρήγορα μας συστήνει το φιλμ, στη συνέχεια το υποτιθέμενο πάθος μεταξύ Ζαν και Αντρέ αποτυπώνεται σε αισθησιακά στεγνές σκηνές χωρίς ίχνος ερωτισμού, ενώ σε έναν υποτιθέμενο δραματουργικό χάρτη η ταινία εκτείνεται όπως μια πεδιάδα - επίπεδη και χωρίς την παραμικρή κορύφωση.

Ακόμα, η νέα -για την εποχή- τέχνη του κινηματογράφου φαίνεται να μην συγκινεί κανέναν από τους πρωταγωνιστές και ειδικά τον Ζαν Ρενουάρ, του οποίου ο χαρακτήρας είναι τόσο αδιάφορα γραμμένος ώστε η απόφασή του να ασχοληθεί με το σινεμά ή να ξαναγυρίσει στον πόλεμο, περιλαμβάνει περίπου την ίδια συναισθηματική φόρτιση.

Σε κάθε περίπτωση, το «Ρενουάρ» δεν συνιστά την βιογραφία ούτε του διάσημου ζωγράφου, ούτε του πιονέρου κινηματογραφιστή γιου του. Αντίθετα, είναι ένα δράμα που εκτυλίσσεται νωχελικά, κομμένο και ραμμένο στα πρότυπα μιας αξιοπρεπούς, από άποψη παραγωγής, τηλεταινίας.

ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΑ ΣΤΗΝ ΙΔΙΑ ΚΑΤΗΓΟΡΙΑ