Εγώ, ο Εαυτός μου & η Μαμά

22.01.2014
Το πολυπαινεμένο αυτοβιογραφικό θεατρικό one-man show του Γκιγιόμ Γκαλιέν μεταφέρεται στην μεγάλη οθόνη, διατηρώντας σε μεγάλο βαθμό την χαριτωμένη γοητεία του χάρη κυρίως στον υπέροχο πρωταγωνιστή του, παρόλο που η αποσπασματική φύση της εξομολογητικής αφήγησης δεν λειτουργεί εξίσου καλά στο σινεμά, όπως στο θέατρο.

Λίγοι κινηματογραφικοί ήρωες έχουν κάνει τόσο περιπετειώδεις διαδρομές για να ανακαλύψουν τον εαυτό τους και τον σεξουαλικό τους προσανατολισμό, όσο ο Γκιγιόμ του «Εγώ, ο Εαυτός μου & η Μαμά». Μεγαλωμένος σε μια οικογένεια που μοιάζει να έχει αποφασίσει από νωρίς ότι είναι γκέι, και του φέρεται αναλόγως (ο εύστοχος γαλλικός τίτλος μεταφράζεται ως «Αγόρια και Γκιγιόμ, στο τραπέζι!»), ο Γκιγιόμ λατρεύει την απόμακρη συναισθηματικά μητέρα του, διατηρεί τις αποστάσεις από τα μεγαλύτερα αδέρφια του και απογοητεύει συχνά τον πατέρα του, δείχνοντάς του ξανά και ξανά ότι δεν είναι σαν τους άλλους γιους του.

Για τον Γκιγιόμ, η απάντηση είναι απλή (απλώς, είναι «κορίτσι») και η πανέξυπνη αφήγηση του Γκαλέν καταφέρνει να μας παραπλανήσει για αρκετό διάστημα πριν αρχίσουμε να αντιλαμβανόμαστε ότι αυτή η «διάγνωση» μπορεί να είναι ακόμη μία λανθασμένη υπόθεση όλων γύρω του, που ποτέ δεν μπορούσαν να καταλάβουν την περίπλοκη και αντισυμβατική προσωπικότητά του, και αποφάσισαν για αυτόν πριν από αυτόν. Το άχαρο αλλά τόσο αναγνωρίσιμο ταξίδι του προς την αυτογνωσία, όσον αφορά την σεξουαλική του ταυτότητα αλλά και τον αυτοπροσδιορισμό σε ό,τι έχει να κάνει με την οικογένειά του, είναι γεμάτο γκάφες, εσφαλμένες εκκινήσεις, και πολύ, πολύ μπέρδεμα.

Στην πραγματικότητα η προσκόλληση του Γκιγιόμ Γκαλέν στο φορμά του φπβερά επιτυχημένου αυτοβιογραφικού θεατρικού one-man show του (η ταινία ξεκινά με αυτόν να ανεβαίνει στη σκηνή και επιστρέφει συχνά εκεί για να μας θυμίσει ότι βλέπουμε τον μονόλογό του) βλάπτει το φιλμ, αφού η εξομολογητική φύση της αφήγησης, που ταιριάζει γάντι στο θέατρο, δεν μεταφράζεται ως εξίσου αποτελεσματικό κινηματογραφικό φορμά και χάνει στην πορεία αρκετή από την αποτελεσματικότητά της.

Ο Γκαλέν, όμως, είναι τόσο αφοπλιστικά ειλικρινής και αυτο-σαρκαστικός, και η πορεία του ταξιδιού του τόσο αναπάντεχη, που ακόμη και αυτή η αντίρρηση δεν σημαίνει ότι η ταινία τελικά αποτυγχάνει παρά τα στραβοπατήματα. Είναι, εξάλλου, απολαυστικότατος στον διπλό του ρόλο ως Γκιγιόμ (σε όλες τις ηλικίες, μάλιστα) και πειστικός ως μητέρα του Γκιγιόμ (ακόμη κι αν το εύρημα αυτό, το ότι δηλαδή υποδύεται την μητέρα του, περιέργως ποτέ δεν λειτουργεί πέρα από το προφανές συμβολικό επίπεδο), και καταφέρνει να περισώσει ακόμη και τις αρκετές αδύναμες σκηνές με το κωμικό του ταλέντο και την ειλικρίνειά του.