Gainsbourg

15.04.2010
Η ζωή του διάσημου μουσικοσυνθέτη αποτυπώνεται σε διαδοχικά μουσικά εσταντανέ, μέσα από τη σχέση του με τις γυναίκες που σημάδεψαν τη ζωή του.

Ο δημιουργός του "Gainsbourg", ο Ζοάν Σφαρ, δεν είναι σκηνοθέτης. Είναι ένας αθεράπευτος παραμυθάς, που λατρεύει τις καλές ιστορίες και είναι αποφασισμένος να τις αφηγείται με όποιο μέσο τον γοητεύει κάθε φορά. Με μακρόχρονη και υπερ-επιτυχημένη θητεία στο χώρο τον κόμικς, ο Σφαρ προέρχεται από το ίδιο στούντιο με τη Μαρζάν Σατραπί ("Περσέπολις") και τον Ριάντ Σατούφ ("Τα Ομορφόπαιδα"), που προσφάτως έκαναν τις πρώτες τους ταινίες. Όπως και οι συνάδελφοί του, ο Σφαρ δεν αφήνει τη σχεδιαστική του εμπειρία και την κομιξάδικη αισθητική του να γίνει βαρίδιο της ταινίας του, αντίθετα, τις χρησιμοποιεί για να την απογειώσει. Και αντί για τη συνηθισμένη ταινία-βιογραφία, βρισκόμαστε να παρακολουθούμε τον μύθο -ή καλύτερα τους μύθους- της ζωής ενός ανθρώπου που επηρέασε τη γαλλική και ευρωπαϊκή ποπ κουλτούρα όσο λίγοι. Σπανίως μαγευόμαστε παρακολουθώντας ένα βιογραφικό φιλμ. Κι όμως εδώ, ο Γκενσμπούργκ του Σφαρ - ο καλλιτέχνης, ο άντρας, το είδωλο - μας παίρνει τα μυαλά.

Χρησιμοποιώντας ένα εύρημα δανεισμένο από την ψυχολογία κι εφαρμοσμένο με όρους εικαστικούς, ο Σερζ Γκένσμπουργκ παρουσιάζεται στους θεατές διττά: Ως ο ήπιος, ανθρώπινος φίλος, εραστής, σύζυγος και γιος, ενσαρκωμένος από τον Ελμοσνινό, και ως η σκοτεινή, άγρια και έντονα καλλιτεχνική πλευρά του, που εμφανίζεται στο φιλμ ως γιγάντια μαριονέτα με χαρακτηριστικά της όψης του. Η υπέροχη δουλειά που έκανε η ομάδα που έφτιαξε τα τέρατα και στον "Λαβύρινθο του Πάνα" αποδίδει τα μέγιστα, καθώς χαρίζει σε αυτό το υπερμέγεθες πλάσμα υπόσταση σχεδόν σαρκική, όπως χορεύει, καπνίζει ή παίζει πιάνο κυριεύοντας τον Γκενσμπούργκ. Μέσα από τα πιο διάσημα τραγούδια του ωραίου Σερζ, γινόμαστε θεατές, με χρονολογική σειρά, των πιο θυελλωδών σχέσεων του καλλιτέχνη, του αγώνα του με την τέχνη, της ανόδου αλλά και της πτώσης του.

Υπέροχες γυναίκες παρελαύνουν στην οθόνη χορεύοντας και τραγουδώντας: από τη Λετίσια Κάστα-Μπριζίτ Μπαρντό, μέχρι την αδικοχαμένη Λούσι Γκόρντον-Τζέιν Μπίρκιν, τις ερωτευόμαστε μαζί με τον πρωταγωνιστή. Δυστυχώς, ο γοργός αλλά στρωτός ρυθμός που εδραιώνει ο Σφαρ στο πρώτο μέρος της ταινίας, στο δεύτερο σταδιακά ασθμαίνει για να καταλήξει παραπαίοντας, καθώς η ευρηματικότητα δίνει τη θέση της στην επαναληψιμότητα και το τέλος μοιάζει να έρχεται βεβιασμένα. Και στα 130 λεπτά που διαρκεί η ταινία, η βιασύνη δεν έχει καμία θέση.

Φαίδρα Βόκαλη