Βασίλης Βαφέας: Ισορροπώντας ανάμεσα σε δύο άκρα

02.04.2008
Είκοσι οκτώ χρόνια μετά την «Ανατολική Περιφέρεια» που ήταν το ντεμπούτο του Βασίλη Βαφέα, οι «Γυναικείες Συνωμοσίες» γίνονται η όγδοη ταινία του. Στην πραγματικότητα όμως η απόσταση που χωρίζει τόσο τη μια από την άλλη, όσο και κάθε του ταινία από όλες τις υπόλοιπες, είναι μικρή.

Συνέντευξη στην Ιωάννα Παπαγεωργίου

«Τα σενάρια μου τα γράφω αυτόματα. Γράφω ό,τι μου κατεβαίνει στο μυαλό. Αφού καταγράψω όλο το υποσυνείδητο υλικό, μετά αρχίζω να λειτουργώ λογικά και να το τακτοποιώ, να το οργανώνω και να το δομώ. Γι αυτό και οι «Γυναικείες Συνωμοσίες» κινούνται συνεχώς μεταξύ φαντασίας και πραγματικότητας. Εχω μια αδυναμία σε αυτή την ακροβασία... Ολες οι γυναίκες, ξεκινώντας από τις μανάδες και τις γιαγιάδες μας, είναι - όπως λέει και ο Φεντερίκο Φελίνι - πλάσματα που τα αγόρια γνωρίζουν όταν είναι ακόμα μικρά και αδύναμα. Αυτήν την αδυναμία την κουβαλάμε σε όλη μας τη ζωή. Είναι ένα σύνδρομο το οποίο φαντάζομαι ότι το πληρώνουν όλες οι γυναίκες που μας συντροφεύουν. Αυτό όμως κάποια στιγμή, μοιραία μας γυρίζει μπούμερανγκ. Οι γυναίκες παίρνουν την εκδίκησή τους. Από τον συγκεκριμένο ήρωα (τον Αλέξη) στη συγκεκριμένη ταινία (τις «Γυναικείες Συνωμοσίες»). Γιατί είναι η οπτική του.

Στο «120 Ντεσιμπέλ» βλέπαμε τις απόψεις του περίγυρου για τον ήρωα. Εδώ βλέπουμε μόνο την άποψη του ίδιου του «αδύνατου σώματος». Βλέπουμε πώς αυτό αντιλαμβάνεται τον περίγυρο. Είναι μια κεντρομόλος ταινία, αντίθετα με τα φυγόκεντρα Ντεσιμπέλ... Οι γυναίκες είναι αυτές που προκαλούν στον ήρωα τρόμο και ταυτόχρονα πόθο. Τις αγαπά και ταυτόχρονα τις μισεί, όπως ακριβώς κι εκείνες εκείνον. Είναι ένα παιχνίδι. Σε κάθε περίπτωση όμως πρόκειται για μια ερωτική σχέση. Το χειρότερο απ όλα είναι να μην αισθάνεσαι τίποτα. Αυτός είναι ο θάνατος... Το χιούμορ που υπάρχει μέσα στην ταινία ήταν σαφώς συνειδητό. Ακόμα και τα πιο τραγικά πράγματα δεν μπορώ παρά να τα δω με χιούμορ. Χωρίς χιούμορ και η ζωή και αυτή η ταινία θα ήταν αφόρητες. Είναι ένα ξόρκι και ένα σωσίβιο το χιούμορ... Ναι, η Αθήνα της ταινίας είναι αλλόκοτα ερημική και ήσυχη. Γιατί ο Αλέξης βρίσκεται στο σύνορο με τον θάνατο. Είναι κάτι που επιδιώξαμε και για να τα καταφέρουμε κάναμε γυρίσματα όταν η Αθήνα ήταν μια νεκρή πόλη: Κυριακές πρωί, γιορτές, αργίες, 3:00 και 4:00 τα ξημερώματα. Οταν δουλεύεις σε φυσικούς χώρους οφείλεις να πηγαίνεις κόντρα στο ρεύμα: να δουλεύεις εσύ όταν δεν δουλεύουν οι άλλοι... Ζούμε πολλές φορές σε συνθήκες κοινοβίου. Συχνά από ανάγκη. Τα χρόνια, για παράδειγμα, που ήμασταν φοιτητές. Και αυτή η κατάσταση έχει επίσης δύο όψεις: την ποθητή και την αποκρουστική.

Εξάλλου ο Αλέξης κινείται σε δύο άξονες αναζήτησης: στον έναν ψάχνει δουλειά, στον άλλο ερωτική σύντροφο. Κάποια στιγμή αυτοί οι δύο άξονες αναγκαστικά ταυτίζονται: στο κοινόβιο της βίλας, στη Σύρο, συνυπάρχουν οι επαγγελματικές υποχρεώσεις και τα ερωτικά φαντάσματά του. Εκεί συντελείται επίσης το πρώτο τέλος της ταινίας, όταν συναντιούνται για πρώτη φορά όλοι οι ήρωες πριν ξαναβρεθούν στο δεύτερο, οριστικό τέλος. Αγαπώ τις ταινίες με δύο φινάλε... Αγαπώ επίσης τον κύβο.

Γι αυτό, κάθε τόσο, κάνω μια κυβιστική ταινία, σαν αυτή. Αγαπώ τον κύβο γιατί αυτό το σχήμα έχουν η ζωή και οι ανθρώπινες σχέσεις: δεν είναι ποτέ ένα επίπεδο, είναι πολλά... Οι εμμονές μας είναι η αδυναμία αλλά και η δύναμή μας ως καλλιτέχνες. Αν χάσουμε αυτή τη δύναμη θα χάσουμε κι ένα πολύ σημαντικό κομμάτι από το ενεργειακό μας φορτίο, το οποίο έχουμε ανάγκη για να συνεχίσουμε να πορευόμαστε δημιουργικά για πολύ καιρό...».

  • Συμμετέχοντας για άλλη μια φορά σε ταινία του Βασίλη Βαφέα, ο Κώστας Βουτσάς τείνει να γίνει ο ηθοποιός - φετίχ του σκηνοθέτη.