Να κάνω ομοιοπαθητική;

12.06.2015
Μάθε όσα χρειάζεσαι να γνωρίζεις για την ομοιοπαθητική και λύσε τις απορίες που έχεις για αυτή την εναλλακτική ιατρική προσέγγιση.

Μια διαφορετική προσέγγιση της ασθένειας και της θεραπείας μάς προτείνει η ομοιοπαθητική ιατρική, η οποία βασίζεται στη μοναδικότητα του κάθε ανθρώπου και στη δυναμική σχέση σώματος - ψυχής - διάνοιας. Ο δρ Σπύρος Κυβέλλος λύνει τις απορίες μας σε μια ενδιαφέρουσα συνέντευξη.

ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΗ με το δρ Σπύρο Α. Κυβέλλο - Ιατρό, γ.γ. Έρευνας Διεθνούς Ακαδημίας Κλασικής Ομοιοπαθητικής, επιστ. συνεργ. Κέντρου Κεφαλαλγίας ΓΝΑ «Γ. Γεννηματάς»

Κύριε Κυβέλλο, τι είναι η ομοιοπαθητική ιατρική;

Πρόκειται για ένα αυτοτελές ιατρικό θεραπευτικό σύστημα, εδραιωμένο εδώ και 200 περίπου έτη, όταν ο Γερμανός ιατρός Samuel Hahnemann εφάρμοσε με επιστημονική επιτυχία τη ρήση του Ιπποκράτη: «Τα όμοια τοις ομοίοις εισίν ιάματα», δηλαδή «τα όμοια θεραπεύονται με τα όμοια». Πρόκειται για τη θεραπευτική αντίδραση ενός οργανισμού, όταν του χορηγηθεί μια υπερ-αραιωμένη φυσική ουσία, στην οποία έχει πειραματικά αποδειχθεί η ομοιότητα της δράσης της με τα συμπτώματα του ασθενούς. Η κρατούσα ιατρική άποψη είναι ότι τα συμπτώματα ενός οργανισμού προκαλούνται από την ασθένεια. Η ομοιοπαθητική ιατρική, αντίθετα, αντιλαμβάνεται τα συμπτώματα σαν αντίδραση του οργανισμού ενάντια στην ασθένεια, καθώς προσπαθεί να την ξεπεράσει. Στοχεύει στη διέγερση αυτής της αντίδρασης και όχι στην καταπίεσή της.

Σε ποια σημεία διαφοροποιείται από τη συμβατική ιατρική;

Η Ομοιοπαθητική Ιατρική είναι κλάδος της Ιατρικής και ασκείται νόμιμα μόνο από ιατρούς που συνεργάζονται με τις υπόλοιπες ειδικότητες, ιδιαιτέρως δε σε περιστατικά χρόνιων νοσημάτων. Βασικός νόμος της είναι η ολιστική και εξατομικευμένη προσέγγιση του ασθενούς, ο οποίος θεωρείται μοναδική οντότητα, με διαφοροποιήσεις στο σωματικό, συναισθηματικό και διανοητικό επίπεδο. Η επιλογή του απόλυτα «όμοιου φαρμάκου», δηλαδή ενός φαρμάκου κάθε φορά που έχει τη μέγιστη δυνατή «ομοιότητα» με τα συμπτώματα του ασθενούς, γίνεται με βάση τη συνολική σωματική και ψυχοδιανοητική του κατάσταση, με άλλα λόγια το νευρο-ενδοκρινο-ανοσολογικό του προφίλ. Όμως, αν αναλογιστεί κάποιος τη συνολική εικόνα της σωματικής ή της ψυχικής του συμπτωματολογίας σε σχέση με το χρόνο, θα διαπιστώσει ότι αυτή μεταβάλλεται με τα χρόνια, κάτι που είναι εμφανές σε ασθενείς που έχουν λάβει για χρόνια χημική αγωγή. Ως αποτέλεσμα έχουμε τη μετακίνηση του οργανισμού από την αρχική, φυσική αντίδραση στο παθογόνο ερέθισμα προς μια πιο τεχνητή, η οποία όμως τώρα είναι αυτή που βρίσκεται στην επιφάνεια. Η χρόνια χρήση φαρμάκων που καταστέλλουν το σύμπτωμα και όχι την αιτιολογική προδιάθεση του οργανισμού οδηγεί στη μετακίνηση μιας προδιάθεσης προς βαθύτερα και ζωτικότερα συστήματα του οργανισμού.

Υπάρχει κάποιου είδους επιστημονικό υπόβαθρο σε αυτά που πρεσβεύει η ομοιοπαθητική;

Το επιστημονικό υπόβαθρο της Ομοιοπαθητικής Ιατρικής γίνεται όλο και πιο συχνά θέμα διαλέξεων σε συνέδρια, αναλύσεις σε έγκυρα ιατρικά περιοδικά αλλά και καθημερινών συζητήσεων σε επίπεδο ανταλλαγής επιστημονικών απόψεων ανάμεσα σε ιατρούς διαφόρων ειδικοτήτων και ασθενείς. Πάνω από 300 κλινικές μελέτες για την Ομοιοπαθητική Ιατρική έχουν δημοσιευτεί σε έγκυρα ιατρικά περιοδικά, ενώ περίπου 3.500 αναφορές υπάρχουν στην ιατρική βιβλιοθήκη PubMed. Σε πολλές χώρες της Ευρώπης, δε, ασκείται σε νοσοκομειακό επίπεδο, ως επίσημη υποειδικότητα της Ιατρικής.

Σε ποιες περιπτώσεις εφαρμόζεται;

Η θεραπευτική δράση της Ομοιοπαθητικής αποδεικνύεται καθημερινά στην κλινική πράξη και σε πολλά δυσεπίλυτα νοσήματα. Εφαρμόζεται λοιπόν σε χρόνια νοσήματα (δερματοπάθειες, ημικρανίες), νοσήματα του γαστρεντερικού (ευερέθιστο έντερο και φλεγμονώδεις νόσοι του εντέρου), νοσήματα του αναπνευστικού (βρογχικό και αλλεργικό άσθμα), θυρεοειδοπάθειες, γυναικολογικά και ανδρολογικά νοσήματα, υποτροπιάζουσες λοιμώξεις, νοσήματα του μυοσκελετικού, της ψυχικής σφαίρας κ.α. Στα σοβαρά περιστατικά και ιδιαίτερα σε ασθενείς που δεν λαμβάνουν συχνά χημικά φάρμακα η ανταπόκριση του οργανισμού στα ομοιοπαθητικά φάρμακα είναι άμεση και οδηγεί τον οργανισμό σε κατάκτηση μιας ακόμα ισχυρότερης ανοσοποιητικής εξισορρόπησης. Οξείες λοιμώξεις του ανώτερου και κατώτερου αναπνευστικού και οξείες φλεγμονές είναι τα κατεξοχήν νοσήματα που ανταποκρίνονται στην Ομοιοπαθητική.

Γιατί να ακολουθήσει κάποιος ασθενής την Ομοιοπαθητική Ιατρική αντί της συμβατικής;

Τα βασικά θεραπευτικά πλεονεκτήματα της Ομοιοπαθητικής Ιατρικής είναι τα εξής:

  1. Η θεραπεία στοχεύει στη μόνιμη ίαση και όχι στην ανακούφιση των συμπτωμάτων. Επιτυχημένη ομοιοπαθητική θεραπεία σημαίνει η έλλειψη της ανάγκης για επιπλέον χορήγηση φαρμάκων, είτε συμβατικών είτε ομοιοπαθητικών, για το συγκεκριμένο πρόβλημα.
  2. Η δράση της επεκτείνεται σε όλα τα επίπεδα του οργανισμού, σωματικό αλλά και ψυχοδιανοητικό, επιφέροντας μια ισορροπία που δύσκολα επιτυγχάνεται με τη βιοχημική δράση των συμβατικών φαρμάκων.
  3. Είναι εξατομικευμένη. Ο ομοιοπαθητικός ιατρός, λαμβάνοντας πάντα υπόψη του τη συμβατική διάγνωση της ασθένειας, υπεισέρχεται σε μία εξατομικευμένη διάγνωση και αντιμετώπιση που συνιστά και την ασφαλιστική δικλίδα της επιτυχούς θεραπείας.
  4. Είναι ακίνδυνη, χωρίς παρενέργειες ή αλληλεπιδράσεις με άλλα φάρμακα.

Συνήθως πόσο διαρκεί μια ομοιοπαθητική θεραπεία;

Η διάρκεια εξατομικεύεται ανάλογα με την περίπτωση. Πολύ καλή είναι η θεραπευτική δράση των ομοιοπαθητικών φαρμάκων στα οξέα περιστατικά, όπου η θεραπεία ξεκινά άμεσα και διαρκεί συνήθως λιγότερο χρονικό διάστημα απ’ ό,τι αυτό της αντίστοιχης συμβατικής θεραπείας. Στα χρόνια περιστατικά η διάρκεια της θεραπείας εξαρτάται από συγκεκριμένους παράγοντες κατά περίπτωση, τα δε αποτελέσματα φαίνονται συνήθως νωρίς. Ως παράδειγμα θα αναφέρουμε ότι ένας ασθενής με πενταετές ιστορικό ημικρανιών είναι δυνατόν με μία τρίμηνη έως πεντάμηνη ομοιοπαθητική αγωγή να οδηγηθεί στην πλήρη και μόνιμη ίαση.

Πώς δρουν τα ομοιοπαθητικά φάρμακα; Ποια είναι η προέλευσή τους και πόσο ασφαλής είναι η χορήγησή τους;

Η δράση των ομοιοπαθητικών φαρμακευτικών σκευασμάτων δεν ακολουθεί τη συμβατική φαρμακολογική δράση μέσω υποδοχέων. Φαίνεται ότι οι σύγχρονες μελέτες της νανοφαρμακολογίας και της δράσης σε κεντρικές νευροβιολογικές δομές του ανθρώπινου οργανισμού προσεγγίζουν καλύτερα τον τρόπο δράσης τους. Τα ομοιοπαθητικά φάρμακα έχουν φυσική προέλευση. Προέρχονται κατά κύριο λόγο από φυτά, δευτερευόντως από ορυκτά και πολύ λίγα είναι ζωικής προέλευσης. Δεν πρέπει να ταυτίζονται με τα φυτοθεραπευτικά σκευάσματα, τα βότανα, ούτε βέβαια με τις βιταμίνες και τα ιχνοστοιχεία. Πρόκειται για ενεργειακά φάρμακα με ισχυρή θεραπευτική δράση. Είναι αναγνωρισμένα από τον ΕΟΦ με την υπ’ αριθ. ΔΥΓ3(α)/83657 απόφαση, δημοσιευμένη στο ΦΕΚ. αρ. φυλ.59/24-01-06, και χορηγούνται μόνο από εξειδικευμένους ομοιοπαθητικούς ιατρούς.

Υπάρχουν αντενδείξεις ως προς τη χορήγησή τους;

Δεδομένου του τρόπου παρασκευής τους, που περιλαμβάνει τεράστιες αραιώσεις, τα ομοιοπαθητικά φάρμακα είναι τελείως ασφαλή, μη τοξικά και δεν προκαλούν κανενός είδους εθισμό. Στερούνται παρενεργειών και δίδονται με ασφάλεια σε νεογνά, παιδιά, εγκύους ή θηλάζουσες γυναίκες, βαρέως πάσχοντες ή ανοσοκατασταλμένους ασθενείς. Δεν έχουν αλληλεπιδράσεις με τα συμβατικά φάρμακα, δεδομένου ότι τα πρώτα δρουν σε βιοενεργειακό επίπεδο και τα δεύτερα σε βιοχημικό. Συχνά, ιδιαίτερα σε χρόνια περιστατικά, ακολουθείται επιτυχώς η παράλληλη θεραπεία. Ωστόσο πρέπει να αναφερθεί ότι η συγχορήγηση με βαριά χημικά φάρμακα, όπως κορτικοστεροειδή ή σύγχρονα ανοσοκατασταλτικά, εξασθενεί αρκετά τη δράση των ομοιοπαθητικών φαρμάκων και απαιτούνται ειδικές τεχνικές χορήγησης για να είναι αποτελεσματικά. Επίσης, η Ομοιοπαθητική Ιατρική δεν έχει ένδειξη χορήγησης σε νοσήματα με μόνιμες παθολογοανατομικές βλάβες.

Αληθεύει ότι στην πρώτη φάση της θεραπείας μπορεί να έχουμε μια έξαρση των συμπτωμάτων;

Η ήπια επιδείνωση κάποιων σωματικών συμπτωμάτων με την έναρξη της ομοιοπαθητικής θεραπείας καλείται «θεραπευτική κρίση» και είναι απλώς η ένδειξη ότι το φάρμακο λειτουργεί. Πρόκειται για ευεργετική για τον οργανισμό διαδικασία, που διαρκεί πολύ λίγο. Είναι ήπια αντίδραση, αφορά δε μόνο σε κάποια συγκεκριμένα σωματικά συμπτώματα − συνήθως κεφαλαλγίες και δερματικά εξανθήματα. Δεν παρατηρείται πάντοτε.

Κάποιοι υποστηρίζουν ότι τα ομοιοπαθητικά σκευάσματα έχουν δράση placebo (αυθυποβολής). Το θεωρείτε πιθανό;

Κάθε προσδοκία του ασθενούς να θεραπευτεί με τη λαμβάνουσα θεραπεία μπορεί ένα επιφέρει δράση placebo σε αυτόν. Αυτό ισχύει και στη συμβατική, όπως και σε κάθε είδους θεραπευτική. Στην ομοιοπαθητική φαρμακευτική η δυσκολία έγκειται στην ανίχνευση του σωστού φαρμάκου για κάθε ασθενή ξεχωριστά, οπότε κάθε φάρμακο που δεν είναι το σωστό μπορεί να έχει δράση placebo. Όχι όμως και το σωστό, «όμοιο» φάρμακο, αυτό που θα διεγείρει το ανοσοποιητικό σύστημα. Ο οργανισμός θα απαντήσει σε αυτό το φάρμακο με τρόπο αντίθετο του placebo effect. Θα υπάρξει στην αρχή έξαρση των συμπτωμάτων, γεγονός που δεν παρατηρείται στο placebo, ενώ στα χρόνια νοσήματα μπορεί να παρατηρηθεί επανεμφάνιση παλαιάς λοίμωξης ή επανεμφάνιση υψηλού πυρετού ύστερα από πολλά χρόνια, ενδείξεις διέγερσης του ανοσοποιητικού. Επίσης η Ομοιοπαθητική έχει ισχυρή δράση σε νεογνά και βρέφη, καθώς και σε ζώα που δεν αυθυποβάλλονται. Τέλος, πολλές έρευνες έχουν δείξει ισχυρή δράση των ομοιοπαθητικών σκευασμάτων σε κυτταρικές σειρές εργαστηρίου, όπου αναιρείται βέβαια το placebo.

Έχετε αναφερθεί σε άρθρα και σε ομιλίες σας στην «επίκτητη προσωπικότητα». Τι σημαίνει ο όρος; Επιδρά και σε ποιο βαθμό στην κατάσταση υγείας ενός ανθρώπου;

Κατά τη διάρκεια της πρώτης ομοιοπαθητικής συνέντευξης με τον ασθενή, εκτός της κλασικής ιατρικής εξέτασης, γίνεται ανίχνευση του ιδιοσυγκρασιακού προφίλ του ασθενούς. Ωστόσο δεν ανιχνεύεται το πνευματικό του επίπεδο, αλλά το νευρο-ενδοκρινο-ανοσο-βιολογικό του προφίλ. Παρατηρούμε συμπεριφορές και αντιδράσεις άμυνας ή επιβίωσης του οργανισμού να επαναλαμβάνονται σε ανθρώπους με τελείως διαφορετικό πνευματικό ή πολιτισμικό επίπεδο, συνιστώντας μια κοινή ιδιοσυγκρασία. Αυτή όμως η ιδιοσυγκρασία, που υποδηλώνει τον τρόπο με τον οποίο το νευρο-ενδοκρινο-διανοητικό μας σύστημα επιβιώνει και αντιδρά έναντι των εξωτερικών ερεθισμάτων, μπορεί να μεταβληθεί κατά τη διάρκεια της ζωής μας. Τότε μια επίκτητη ιδιοσυγκρασία έρχεται να υποκαταστήσει την πρωτογενή. Όσο μεγαλύτερη απόσταση έχει η επίκτητη από την πρωτογενή ιδιοσυγκρασία τόσο πιο ευάλωτος στην ανάπτυξη νοσημάτων γίνεται ο οργανισμός. Ένας άνθρωπος που έμαθε να μη λέει όχι, να μη διεκδικεί, να μην κλαίει, ή αντίθετα που εκπαιδεύτηκε στην υπεραντίδραση, στην υπερευαισθησία, στην ευερεθιστότητα, μπορεί να έχει μια επίκτητη ιδιοσυγκρασία, οπότε στο πλαίσιο μιας υποκείμενης νόσου απαιτείται και διαφορετικό ομοιοπαθητικό φάρμακο από αυτό που χρειαζόταν παλαιότερα ή ως παιδί. Κάθε μεγάλη απόσταση από τη φύση μας μπορεί να είναι η βάση σοβαρών νοσημάτων, κυρίως αυτοάνοσων.

Τελικά «αλλάζουμε» προσωπικότητα κατά τη διάρκεια της ομοιοπαθητικής θεραπείας;

Δεν αλλάζουμε προσωπικότητα και σίγουρα αυτή δεν επηρεάζει την πνευματικότητα και την ηθική. Αντιθέτως, η απαλλαγή από την επίκτητη ιδιοσυγκρασία, τις επίκτητες στρεβλές δηλαδή αμυντικές δομές επιβίωσης, οδηγεί τον οργανισμό στο να ξαναβρεί την προσωπικότητα και την ομοιοστασία του. Αναιρείται το επίκτητο και αναδύεται το υγιές.

Μπορούν τα συναισθήματά μας να μας «αρρωστήσουν»;

Ναι, τα συναισθήματά μας μπορούν να μας αρρωστήσουν, όταν βιώνονται με διαφορετικό τρόπο από αυτόν που είναι ρυθμισμένη η πρωτογενής μας ιδιοσυγκρασία να το κάνει. Τόσο η υπερευαισθησία όσο και η απάθεια μπορούν να μεταβάλουν τη νευρο-ενδοκρινική ομοιοστασία ενός ανθρώπου και αυτή να εκφραστεί ως νόσος. Πρέπει εδώ να τονίσουμε ότι επιβαρυντικό ή ακόμα και γενεσιουργό παράγοντα νόσου αποτελεί και η αδυναμία έκφρασης των αρνητικών συναισθημάτων. Το σύνδρομο του κοινωνικά αποδεκτού «καλού παιδιού» που επί καιρώ δεν εκφράζει την δυσαρέσκειά του συνιστά κακό ήθος έναντι των πρωτογενών κυτταρικών νευροβιολογικών δομών του οργανισμού, που μπορεί να εκφραστεί ως καρκινική κακοήθεια αργότερα.


Τα βασικά με μια ματιά

  • Η Ομοιοπαθητική Ιατρική αντιλαμβάνεται τα συμπτώματα σαν αντίδραση του οργανισμού ενάντια στην ασθένεια, καθώς προσπαθεί να την ξεπεράσει.
  • Ο ασθενής θεωρείται μοναδική οντότητα, με διαφοροποιήσεις στο σωματικό, συναισθηματικό και διανοητικό επίπεδο, που απαιτούν εξατομικευμένη θεραπεία, ακόμα και εάν το νόσημά του είναι κοινό με αυτό κάποιου άλλου ασθενούς.
  • Τα ομοιοπαθητικά φάρμακα είναι τελείως ασφαλή, μη τοξικά και δεν προκαλούν κανενός είδους εθισμό. Στερούνται παρενεργειών και δίδονται με ασφάλεια.
  • Τα συναισθήματά μας μπορούν να μας αρρωστήσουν όταν βιώνονται με διαφορετικό τρόπο από αυτόν που είναι ρυθμισμένη η πρωτογενής μας ιδιοσυγκρασία να το κάνει.

Οι παρεχόμενες πληροφορίες στοχεύουν αποκλειστικά στην ενημέρωση. Όταν έχεις οποιοδήποτε πρόβλημα υγείας, πρέπει να συμβουλεύεσαι το γιατρό σου.

ΑΠΟ ΤΗ ΛΕΤΙΤΣΙΑ ΜΟΥΣΤΑΚΗ

Πρώτη δημοσίευση: Περιοδικό Αρμονία τεύχος 149.
Επικαιροποίηση: Ιούνιος 2015.