Μπήκαμε στις πρόβες της Ζιζέλ στο θέατρο Ολύμπια και μιλήσαμε με τη Μαρία Κουσουνή και τον Γιώργο Βαρβαριώτη [συνέντευξη +photos]

13.12.2016
Η Ζιζέλ, ένα από τα διασημότερα μπαλέτα του ρομαντισμού, σε γοητευτική μουσική του Αντόλφ Αντάμ, επιστρέφει στην Εθνική Λυρική Σκηνή από τις 16 Δεκεμβρίου στο θέατρο Ολύμπια, σε χορογραφία του Ιρέκ Μουχαμέντοφ και μουσική διεύθυνση Ηλία Βουδούρη και Ζωής Ζενιώδη.

Για το πολυπληθές κοινό του χορού, η Ζιζέλ δεν γερνάει ποτέ, γιατί είναι ένα έργο που φωτίζει πολύ βαθιά συναισθήματα, όπως ο έρωτας, η ζήλια, η προδοσία και πάνω από όλα περιγράφει την τεράστια αγάπη που καταφέρνει να ξεπεράσει τον θάνατο για να προστατεύσει την ίδια τη ζωή.

Εμείς μπήκαμε στις πρόβες της πολυαναμενόμενης παράστασης και μιλήσαμε με την Μαρία Κουσουνή που θα ενσαρκώσει τη Ζιζέλ και τον Γιώργο Βαρβαριώτη που θα υποδυθεί τον Ιλαρίωνα σε μία από τις διανομές της παράστασης.

Πώς αισθάνεται η Μαρία Κουσουνή που θα ερμηνεύσει τη Ζιζέλ... «Είναι μία ιδιαίτερη και πολύ ξεχωριστή στιγμή. Το μπαλέτο αυτό το διδάχτηκα στο ξεκίνημα της καριέρας μου στην όπερα της Βιέννης από θρύλους του χορού. Είχα την τύχη να βιώσω στιγμές που σπάνια ένας χορευτής συναντά στην καριέρα του. Μέσα στα χρόνια έχω χορέψει όλους τους ρόλους μέσα σε αυτό και διδάχτηκα το χωριάτικο στυλ της πρώτης πράξης και το ρομαντικό στυλ της δεύτερης. Γνωρίζω κάθε λεπτομέρεια μέσα σε αυτό καθώς ήμουν η Μύρτα του Β. Μαλάχοφ και ήμουν πάντα υπό την καθοδήγησή του και τις πολύτιμες του γνώσεις. Έχω το μικρό θησαυρό που βίωσα από τις πρόβες και τις παραστάσεις με τις υπέροχες Ζιζέλ και τον ίδιο. Αισθάνομαι ότι είναι η πιο κατάλληλη στιγμή για αυτό. Είχα πάντα το όνειρο αυτού του ρόλου όμως όταν είσαι πολύ νέος και άπειρος έχεις την αφέλεια να τον φαντάζεσαι διαφορετικά. Καταλαβαίνω πλέον ότι είναι μεγάλος ρόλος για μία μπαλαρίνα γιατί τελικά χρειάζεται μεγάλη ωριμότητα, μεγάλους δασκάλους και μεγάλη εμπειρία. Πλέον βλέπω τη Ζιζέλ τελείως διαφορετικά από τότε και είμαι πολύ χαρούμενη που έχει φτάσει αυτή η όμορφη στιγμή τώρα. Η τέχνη του χορού έχει εξελιχθεί τόσο πολύ μέσα στα χρόνια που ξεπεράστηκε το κλισέ της ψηλής μπαλαρίνας για αυτό το ρόλο. Οι περισσότερες ερμηνεύτριες πλέον είναι ψηλές και βέβαια αυτό έδωσε μία νέα διάσταση στην ερμηνεία του ρόλου. Εδώ βρίσκεται η ουσία αυτής της τέχνης. Μπορούμε να δούμε εξαιρετικές ερμηνείες, τελείως διαφορετικές μεταξύ τους και ανάλογες με τα χαρίσματα της κάθε χορεύτριας».

Ο Γιώργος Βαρβαριώτης για το ρόλο του, τον Ιλαρίωνα... «O Ιλαρίων είναι κι αυτός ένα έντονα δραματικό πρόσωπο μέσα στη ρομαντική ιστορία της Ζιζέλ, μιας και όντας βαθιά ερωτευμένος μαζί της,παίρνει την απόφαση να αποκαλύψει στην αγαπημένη του την πραγματική του ταυτότητα, αυτή του πρίγκιπα Άλμπρεχτ. Η υπόθεση όμως παίρνει μια αναπάντεχη τροπή γι' αυτόν, αφού αντί να προστατέψει την αγαπημένη του από έναν άμοιρο έρωτα,τη βλέπει να πεθαίνει μπροστά του εφ΄όσον η καρδιά της δεν άντεξε την πραγματικότητα,δηλαδή την ευγενική καταγωγή του Άλμπρεχτ και το ότι είναι ήδη αρραβωνιασμένος με την πριγκίπισσα Μπατίλντα. Στη Β΄ Πράξη συναντά κι αυτός με τη σειρά του το θάνατο,αφού τα Ουίλις,πνεύματα των απατημένων γυναικών,τον αναγκάζουν να χορεύει όλη τη νύχτα,μέχρι να εξαντληθεί τελείως κι έπειτα τον πετούν μέσα στη λίμνη. Το ρόλο αυτό επέλεξε να χορέψει τον Ιούνιο του 1841,ο πρώτος χορογράφος της Ζιζέλ, Ζαν Κοραλί που σε συνεργασία με τον Ζιλ Περό,έδωσαν υπόσταση στο λιμπρέτο των Σεν Ζορζ και Γκοτιέ».

Και τι τον γοητεύει στην ιστορία της Ζιζέλ; «Ο ρομαντισμός της ιστορίας και η ατμόσφαιρα,κυρίως της Β' Πράξης, όπου η ζωή και η ύπαρξη, περνούν από το φυσικό στο μεταφυσικό».

Ο ρόλος της Ζιζέλ έχει χαρακτηριστεί ως "ο Άμλετ του μπαλέτου" και λέγεται πως αποτελεί έως σήμερα την ύψιστη πρόκληση για την καθιέρωση μιας χορεύτριας κλασικού μπαλέτου. Ισχύει αυτό και γιατί για την Μαρία Κουσουνή; «Είναι μεγάλη αλήθεια... Τα δύο μέρη του μπαλέτου διαφέρουν πάρα πολύ, για πολλούς λόγους. Αρχικά είναι το μοναδικό ρομαντικό μπαλέτο ανάμεσα στα μεγάλα κλασικά και χρειάζεται γνώση του ρομαντικού στυλ. Η μπαλαρίνα καλείται να ερμηνεύσει ένα κορίτσι αγνό, γήινο. Να μεταφέρει το πρώτο σκίρτημα έρωτα με τον πιο μοναδικό τρόπο και να μεταφέρει το άρωμα εκείνης της εποχής που τοποθετείται το έργο. Να βιώσει την προδοσία του έρωτά της από αυτόν που αγαπά και να πεθάνει πληγωμένη μέσα στην απόγνωση χάνοντας τον έλεγχο της ύπαρξής της. Στο δεύτερο μέρος η ερμηνεία της περνάει σε άλλη διάσταση. Πλέον ως εξωτικό, άυλη, πνεύμα. Καλείται να ξεπεράσει την ύλη του σώματος και να εκφραστεί η ψυχή και οι αρετές της. Να γίνει αγάπη, να προστατεύσει και να συγχωρέσει. Για να εκφραστούν αυτά χρειάζεται ο συνδυασμός του στυλ και της τεχνικής που τελικά πρέπει να ξεπεράσεις και να μετασχηματίσεις μέσα από αυτό που η ίδια είσαι και καταλαβαίνεις».

Τι ξεχωριστό θα δούμε σ΄αυτήν την Ζιζέλ.. «Αν υπάρχει κάτι πιο ξεχωριστό στη διανομή μας είναι η σχέση που έχουμε με τον παρτενέρ μου όχι μόνο ως καλλιτεχνικό ζευγάρι, αλλά και στη ζωή (ο λόγος για τον σύζυγό της Βαγγέλη Μπίκο που ενσαρκώνει το ρόλο του Κόμη Άλμπρεχτ) . Καλλιτεχνικά, υπάρχουμε αναπνέουμε και κινούμαστε αρμονικά το ίδιο σε μεγάλο βαθμό. Υπάρχει ένας άλλος τρόπος επικοινωνίας και εμπιστοσύνης με αποτέλεσμα τη μεγαλύτερη ελευθερία έκφρασης», αναφέρει η Μαρία Κουσουνή και ο Γιώργος Βαρβαριώτης προσθέτει «Θα δούμε ένα άρτιο υπερθέαμα,με εξαιρετικούς ερμηνευτές,φαντασμαγορικά σκηνικά και κοστούμια και μια ώριμη χορογραφική ματιά,ενός πολύ σπουδαίου σύγχρονου Καλλιτέχνη,του Ιρέκ Μουχαμέντοφ».

Στην Ελλάδα θεωρείται ακόμη ταμπού να ασχολούνται οι άνδρες με το κλασικό μπαλέτο… Πώς αποφάσισε ο Γιώργος Βαρβαριώτης να γίνει χορευτής και τι θα συμβούλευε τα νέα παιδιά που θέλουν να ασχοληθούν με τον κλασικό χορό; «Εγώ υπήρξα τυχερός γιατί οι γονείς μου είχαν ανοιχτό μυαλό,παρόλο που δεν ήταν καλλιτέχνες και ξεκίνησα χορό 8 ετών,ενώ τα περισσότερα αγόρια στην Ελλάδα,αναγκάζονται να περιμένουν την ενηλικίωση ,ώστε να έχουν την ελευθερία να ακολουθήσουν το όνειρό τους. Θα συμβούλευα τα νέα παιδιά να επιμείνουν στην απόφασή τους,μια και η ολοκλήρωση του Καλλιτέχνη και η ψυχική ανάταση που ζούμε,δεν επιτυγχάνεται με κανέναν άλλο τρόπο,παρά με το να υπηρετήσεις την Τέχνη σου. Και η ψυχική ανταμοιβή είναι τεράστια,αφού κάθε ρόλος που ερμηνεύεις,αντιστοιχεί σε μια ολόκληρη ζωή».

Ο «μύθος» λέει πως ζωή μιας χορεύτριας κλασικού μπαλέτου είναι εξαιρετικά σκληρή και απαιτεί ολοκληρωτικό ψυχικό και σωματικό δόσιμο. «Ισχύει για τις χορεύτριες του κλασικού χορού. Όμως έγκειται στη βαθμίδα που βρίσκεται κάποια (Corps de ballet, Σολίστ, Ά Χορεύτρια) και φυσικά το πως το αντιλαμβάνεται η κάθε μία και μέχρι πιο βαθμό μπορεί να φτάσει. Όσο περισσότερο κάποιος εμβαθύνει στην τεχνική και στην τέχνη του τόσο περισσότερο δίνεται», αναφέρει η Μαρία Κουσουνή.

Ποια είναι η μέχρι τώρα πιο έντονη στιγμή της καριέρας των δύο χορευτών;
Μαρία Κουσουνή:
Είναι πολλές. Χόρεψα τόσο γρήγορα και τόσο πολύ σε πολλά όμορφα μπαλέτα μεγάλων χορογράφων και με υπέροχους συναδέλφους στη Βιέννη και στο Αμβούργο. Η συγκίνηση ήταν το ίδιο μεγάλη κάθε φορά που με επέλεγαν και με εμπιστευόντουσαν. Το πιο συγκινητικό από όλα είναι ότι πάντα υπήρχε κάποιος που έβλεπε σε μένα κάτι που εγώ δεν γνώριζα. Συνέβη τόσες πολλές φορές που με εξέπλητταν συνέχεια. Αυτοί με έκαναν να είμαι δυνατή. Τελικά αυτοί ήταν που έστρωσαν με σιγουριά το μοναχικό αυτό δρόμο της μπαλαρίνας και μου έδωσαν όλα τα εφόδια για να μπορέσω να είμαι αυτό που είμαι σήμερα. Είμαι ευγνώμων σε όλους αυτούς που είχαν αυτήν τη διορατικότητα.

Γιώργος Βαρβαριώτης: Δεν μπορώ να ξεχωρίσω μόνο μία,γιατί στο δρόμο μου υπήρξαν πολλές δυνατές συγκινήσεις. Κάθε φορά που κοιτάζω πίσω,θυμάμαι έντονα α) την πρώτη μου παράσταση στη μεγάλη Σκηνή των Μπαλέτων Κίροφ στο Λένιγκραντ της Ρωσίας όπου ένιωθα πως έχω αγγίξει τον Καλλιτεχνικό μου "ουρανό", β) τη βράβευσή μου το 2002 από το Υπουργείο Πολιτισμού για την ερμηνεία μου στο "Μακ Μπεθ" της Λυρικής Σκηνής,όπου ένιωσα πως η προσφορά μου στην Τέχνη αναγνωρίστηκε και στη Χώρα μου και γ)τη στιγμή που βρέθηκα πάνω στη Σκηνή του Μεγάρου Μουσικής Αθηνών μαζί με τις 10 μαθήτριές μου από τη Σχολή Χορού "Μαριάννας Λουκάκη" , κι άκουγα το χειροκρότημα του κοινού που απευθυνόταν,όχι μόνο σε μένα,αλλά και σε εκείνες.

Συνέντευξη: Γεωργία Οικονόμου ([email protected])

Φωτογραφίες: Αγγελική Μπίτσικα (fb page: agelikibitsikaphotography)