ΑΘΗΝΩΝ ΑΡΕΝΑ 2004-05: Γ. Νταλάρας & Α. Ρέμος (*)

13.01.2005
Ο Γιώργος Νταλάρας με τη φωνή, την κιθάρα του και τα μεγάλα τραγούδια του, και ο Αντώνης Ρέμος με τα λευκά γαρύφαλλά του, τα αστεία του και το παθιασμένο κοινό του σε ένα πρόγραμμα που προσπαθεί να τα έχει όλα και να τα κάνει όλα. Μόνο που, ως γνωστόν, κάθε φορά που συναντιούνται δύο διαφορετικοί κόσμοι, όλα δεν είναι εύκολο να γίνουν χωρίς «παράπλευρες απώλειες» τουλάχιστον.
ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ:
Ο Γιώργος Νταλάρας με τη φωνή, την κιθάρα του και τα μεγάλα τραγούδια του, και ο Αντώνης Ρέμος με τα λευκά γαρύφαλλά του, τα αστεία του και το παθιασμένο κοινό του σε ένα πρόγραμμα που προσπαθεί να τα έχει όλα και να τα κάνει όλα. Μόνο που, ως γνωστόν, κάθε φορά που συναντιούνται δύο διαφορετικοί κόσμοι, όλα δεν είναι εύκολο να γίνουν χωρίς «παράπλευρες απώλειες» τουλάχιστον.
ΠΡΙΝ ΠΑΣ
ΤΗΛΕΦΩΝΟ: 210-34.71.111
ΔΙΕΥΘΥΝΣΗ: Πειραιώς 166
ΗΜΕΡΕΣ ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΑΣ: Πέμπτη-Κυριακή
ΕΝΑΡΞΗ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑΤΟΣ: 22:30 και 21:30 τις Κυριακές

ΤΙΜΕΣ
Εισιτήριο με ποτό στο μπαρ: 15 ευρώ
Φιάλη απλή/4 άτομα: 130 ευρώ (κομπλέ-2ο θεωρείο)
Φιάλη απλή/4 άτομα: 170 ευρώ (κομπλέ-πλατεία και 1ο Θεωρείο)

Ημουν κι εγώ εκεί...
Ξέρω ότι σε τρώει η περιέργεια γι’ αυτό θα ξεκινήσω από την αίθουσα της «Αθηνών Αρένας».
Λοιπόν αυτό είναι ένα τεράστιο μαγαζί που στην αρχή της βραδιάς, όταν γέμισε με 1.500 ανθρώπους, θύμιζε τον Τιτανικό όταν σάλπαρε από το Σαουθάμπτον και στο τέλος, άδειο από κόσμο και γεμάτο από τόνους σκουπιδιών, τον Τιτανικό μετά το παγόβουνο.
Τριώροφη, αχανής και χαώδης, η Αθηνών Αρένα νόμιζα ότι θα πρόσφερε (τουλάχιστον) χώρο ανάσας στους πελάτες της.
Φευ, όμως κι εδώ μια από τα ίδια είναι.
Στρίμωγμα ανελέητο, άνθρωποι που πρέπει να πηδήξουν πάνω από καρέκλες άλλων για να μετακινηθούν, σερβιτόροι που σε σκουντάνε και σε πατάνε για να σε σερβίρουν και τα λοιπά γνωστά.
Τη «νέα ποιότητα στη διασκέδαση», για την οποία είχα ακούσει στη συνέντευξη τύπου, δεν την είδα όταν πήγα.
Ενα λογαριασμό όμως τον είδα στο τέλος, να στέκει ψηλότερος από την τριώροφη αίθουσα.

Ενημερωτικά: Η παρέα μου ήταν έξι άτομα (μαζί με εμένα που δεν τρώω και δεν πίνω).
Ανοιξαν δύο μπουκάλια ουίσκι (που στο τιμοκατάλογο κάνουν 170 ευρώ το ένα, αλλά κάτι μου ψέλλισε ο σερβιτόρος περί 180 που δεν τα έπιασα ακριβώς διότι μάλλον το «απέσυρε» ταχέως), ήπιαν λίγο από το δεύτερο και πήραν τρία πιάτα περιέχοντα πέντε άθλια «καναπεδομεζεδάκια» έκαστο.
Τελικός λογαριασμός 520 ευρώ.
Νομίζω ότι κάποιος από τους φίλους μου ακόμη την παλεύει την πρόσθεση αλλά δεν ξέρω σε τι συμπέρασμα έχει καταλήξει.

Να σε ενημερώσω, επίσης, ότι όλα τα γαρύφαλλα (που κάνουν την εμφάνισή τους όταν βγαίνει ο Ρέμος για να πει τα δικά του), είναι λευκά και οι λουλουδούδες ομοιόμορφα ντυμένες με «κουλτουριάρικα» ρούχα στο πλαίσιο φαντάζομαι της αναβάθμισης της ποιότητας της διασκέδασης.

Χρειάζεται να θυμίσω ποιος είναι ο Γιώργος Νταλάρας; Απίστευτο μου φαίνεται...
Απίστευτο, αλλά θα το κάνω γιατί έχω λόγους.
Ο Γιώργος Νταλάρας λοιπόν, ανήκει σε μια πολύ σημαντική γενιά τραγουδιστών: Αλεξίου, Πάριος, Γαλάνη, Παπακωνσταντίνου.
Τραγουδιστές που έδωσαν φωνή στην Ελλάδα επί δεκαετίες.
Ερμηνευτές που καθόρισαν με τη φωνή τους -και τα τραγούδια των μεγάλων δημιουργών που είπαν-, ένα υψηλότατο επίπεδο αισθητικής σ’ αυτόν τον τόπο και χάρισαν απέραντη συγκίνηση σε εκατομμύρια Έλληνες ανά τον πλανήτη.

Τον Γιώργο Νταλάρα αυτής της γενιάς τον έχω παρακολουθήσει να τα κάνει όλα κατά τη διάρκεια της μεγάλης πορείας του στο ελληνικό τραγούδι.
Τον έχω ακούσει να λέει πολύ μεγάλα λαϊκά τραγούδια και να κληροδοτεί στην ιστορία με τη φωνή του πολύ σημαντικά «έντεχνα» τραγούδια.
Να γεμίζει στάδια και γήπεδα και να συνεργάζεται με τα σημαντικότερα θηρία της ελληνικής μουσικής του 20ου αιώνα.
Να μαθαίνει, ως νέος, την τέχνη του δίπλα σε μύθους του λαϊκού και ρεμπέτικου τραγουδιού, και να επιλέγει ως συνεργάτες (αναδεικνύοντας μέσα από αυτές τις συνεργασίες) μερικούς από τους πιο αξιόλογους νεώτερους τραγουδοποιούς και τραγουδιστές που αγαπήσαμε τις τελευταίες 3 δεκαετίες.
(Τον έχω δει δηλαδή να ενώνει με την παρουσία του το ένδοξο παρελθόν με ένα ελπιδοφόρο μέλλον).

Τον έχω παρακολουθήσει να γυρίζει τον κόσμο τραγουδώντας, να λατρεύεται και να παρεξηγείται, να συμπράττει με μεγάλες συμφωνικές ορχήστρες ή να τραγουδάει δίπλα σ’ ένα σκέτο μπουζούκι, ένα μπαγλαμά ή μια κιθάρα.
Τον έχω δει να δουλεύει επί χρόνια όσο δέκα άνθρωποι μαζί.
Έχω δει κι ακούσει τα αποτελέσματα της παροιμιώδους «τελειομανίας» του (η οποία είναι ένα από τα στοιχεία του που εκτιμώ αφάνταστα) στις καλοκουρδισμένες ορχήστρες που τον συνοδεύουν στα εύηχα και γενικώς άψογα προγράμματα που κατά καιρούς παρουσιάζει.

Αυτόν τον Γιώργο Νταλάρα τον έχω δει να κάνει σωστά και λάθη (όπως όλοι), επιτυχίες (όσο λίγοι) και να συνεχίζει ακάματος και ακάθεκτος (όσο ελάχιστοι).

Αυτόν τον Γιώργο Νταλάρα όμως, δεν τον είχα δει ποτέ όσο αμήχανο, «απολογητικό» και ζορισμένο τον είδα προχτές το βράδυ μέσα στην «Αρένα» να προσπαθεί να επικοινωνήσει με ένα κοινό που δεν του αξίζει και δεν του πρέπει.

Ένα κοινό που τον αντιμετώπισε ως τραγουδιστή του «σημερινού» σουξέ του, και ως καλοπληρωμένο «διασκεδαστή» του.
Όπως δηλαδή αντιμετωπίζει (αυτό το κοινό της πίστας), όλα τα «πρώτα ονόματα» που ταΐζει γαρύφαλλα και από τα οποία απαιτεί να εισπράξει μια ακόμα μεθυσμένη νύχτα.

Ένα κοινό που είχε περισσότερα κινητά από αναπτήρες -με αποτέλεσμα κατά τη διάρκεια της βραδιάς να πάρουν φωτιά οι γραμμές της κινητής αλλά ν’ ανάψουν λίγα «κεράκια» σε αναγνώριση των συγκινητικών τραγουδιών που ακούστηκαν.

Με το Γιώργο Νταλάρα επί σκηνής είδα την ακριβοντυμένη 20άρα που καθόταν μπροστά μου να παίρνει στο κινητό την κολλητή της για να τη βάλει να ακούσει live το «Προαίσθημα» και αμέσως μετά -στο «Ένας κόμπος η χαρά μου»- να σηκώνεται να φεύγει από το τραπέζι.
Περιττό, νομίζω, να πω πόσα γαρύφαλλα θυσίασε στα πόδια του Ρέμου η ίδια δεσποινίς μαζί με την παρέα της.]

Όχι, δεν έχω ΚΑΝΕΝΑ πρόβλημα με το γλέντι ούτε τραβάω κάνα ζόρι άμα βλέπω κόσμο να διασκεδάζει ή να πετάει λουλούδια στα είδωλά του.
Δεν είναι αυτό το «θέμα» μου.
Ούτε είμαι από εκείνους που «σοκάρονται» ή «αναστατώνονται» όταν ένας μεγάλος τραγουδιστής επιλέγει να πει οποιοδήποτε τραγούδι (μικρό, μεγάλο ή μεσαίο) ή να συνεργαστεί με οποιονδήποτε σταρ της εποχής.

Αρα σβήσε όσα σκέφτεσαι
γιατί αυτό που προσπαθώ να σου πω είναι το πόσο στενοχωρήθηκα προχτές.

Γιατί στενοχωρήθηκα όταν είδα τον Γιώργο Νταλάρα να ρωτάει αυτό το κοινό ποιο τραγούδι νομίζει ότι πάει μετά το "Στα τραγούδια που σου γράφω" και αν "αντέχει" να ακούσει κάτι πιο "παλιό"...
[Να σημειώσω, τονίζοντάς το, ότι "παλιό" τραγούδι από το στόμα του Νταλάρα εγώ δεν άκουσα εκείνο το βράδυ.
Και το εννοώ αυτό με τη σημερινή έννοια του "παλιού", που ισούται με το "περυσινό σουξέ" με την ημερομηνία λήξης στη συσκευασία παραγωγής.
Από τον Νταλάρα άκουσα μόνο μεγάλα λαϊκά τραγούδια, ανεξαρτήτως ηλικίας και εποχής, πολύ σοφά επιλεγμένα από τον ίδιο για ένα πρόγραμμα που να μπορεί να διασκεδάζει και να συγκινεί.
Τελεία.]

Στενοχωρήθηκα επίσης παρακολουθώντας τον να προσπαθεί να αποδείξει (σε ποιον, αλήθεια;) ότι μπορεί να κάνει το κοινό να τραγουδήσει μαζί του ή να σηκωθεί να χορέψει.
Στενοχωρήθηκα περισσότερο όταν τον άκουσα αμέσως μετά το ρεφρέν
"Tου λαού τα ντέρτια λέω
κι όταν τραγουδάω κλαίω
γιατί είμαι πονεμένος/
και στη φτώχεια γεννημένος"
να λέει, πικρογελώντας, πως "είναι αλήθεια αυτό, πως έχω γεννηθεί στη φτώχεια, αλλά εσείς δεν το πιστεύετε? ε;" και το κοινό από κάτω να μένει απαθές και αδιάφορο.
Και θύμωσα με το μεθυσμένο νεαρό των Βορείων Προαστίων στα δεξιά μου (προφανή οπαδό του Ρέμου όπως πιστοποίησαν τα 20 καλάθια γαρύφαλλα που πέταξε μετά), ο οποίος του εκσφενδόνισε μια βρισιά κάποια στιγμή, άγνωστο για ποιο μεθυσμένο λόγο.
Όχι, δεν αξίζει τέτοιο κοινό ούτε στον Γιώργο Νταλάρα ούτε στα τραγούδια που λέει.
Όπως δεν αξίζουν σε κανέναν τραγουδιστή της γενιάς του, ούτε οι Β.Π. με τα κινητά, ούτε ο «χορός της Τραπέζης» στα δέκα τόσα τραπέζια δεξιά (που πέρασε ακίνητος αμίλητος, αγέλαστος και σε κατάσταση άγρυπνου κώματος 6 ώρες πρόγραμμα), ούτε ο «Σύλλογος κυρίων και δεσποινίδων» που κοίταζε "πόσο μεγάλο είναι αυτό το μαγαζί" και σχολίαζε με γουρλωμένα μάτια πόσα λεφτά ξόδευαν οι νεαροί των πρώτων τραπεζιών σε ποτά και λουλούδια.

Σταματάω -δε θέλω άλλο.
Και κλείνω με το κάτωθι υπέροχο τραγούδι που ακούω αυτή τη στιγμή από τη φωνή του Γιώργου Νταλάρα:
Δε μ’ ακούει κανένας απόψε και τίποτα δε με βοηθάει
Η κιθάρα μου έχει θυμώσει απόψε και δε μου μιλάει
Πατάω σε σπασμένα γυαλιά...
Δε με νοιάζει με ποιον ακούς απόψε αυτό το τραγούδι
Σου άξιζε μια καλύτερη αγκαλιά...

Κι αυτό είναι το μόνο για το οποίο είμαι σίγουρη.

Για τον Αντώνη Ρέμο δεν έχω τίποτα να προσθέσω...
...πέραν των όσων ήδη ξέρεις. Αυτός ο άνθρωπος έχει μιαν απίστευτη ευκολία στην αβίαστη επικοινωνία με τον κόσμο.
Πάνω στην πίστα ο «Ρέμος» είναι ο «Αντώνης» που είναι:
ένας κανονικότατος τύπος, χαλαρός, χαμογελαστός και χαρούμενος που λες κι έχεις βγάλει απλώς το κεφάλι του από το παράθυρο του σπιτιού του και «μιλάει» στους γείτονες τραγουδώντας.

Χαιρετάει, κάνει αστεία, πειράζει τους μουσικούς και το κοινό του, φωνάζει «Ελα ρε Γιώργο» (εν προκειμένω), πιάνει τα λουλούδια στον αέρα και τα πετάει με δύναμη και τρομερή ακρίβεια στο τραπέζι που στοχεύει, ρωτάει «Τι κάνεις, ρε Βαγγέλη;» το νεαρό που κάθεται μπροστά του και δεν ξεχνάει να κοιτάξει και να τραγουδήσει κάθε τόσο για τους πάνω ορόφους. Δεν παραλείπει άλλωστε να την "πει" σε όποιον και σε ότι τον ενοχλεί ή αισθάνεται ότι δεν του ταιριάζει.
[Επίσης λέει και αυτός όρθιος τα λαϊκά και καθιστός τα πιο... «έντεχνα» τραγούδια, μανία που τους έχει πιάσει όλους, την οποία δεν καταλαβαίνω καθόλου.]

Εκείνο το βράδυ (της Κυριακής) που ήμουν κι εγώ εκεί, τον άκουσα να σχολιάζει με επιμονή και πονηρογελώντας το «ωράριο» του προγράμματος το οποίο έχει επιβάλλει ο Γιώργος Νταλάρας και με το οποίο καταλαβαίνει ότι το κοινό του μάλλον δυσανασχετεί.
«Πω, πω, ακόμα έντεκα είναι η ώρα... κι εγώ νομίζω ότι είναι τουλάχιστον μιάμιση το πρωί».

Σε αυτές τις «τέχνες» (και ειδικά στην τεχνική της συλλογής και επαναρίψεως των ανθέων) ο Γιώργος Νταλάρας απεδείχθη άπειρος. Και αμήχανος.
Εχει συνηθίσει, βλέπεις, να τραγουδάει και να διασκεδάζει τον κόσμο με τη φωνή του μόνο.

Τελικά αξίζει να πάω;
Θεωρητική η ερώτηση γιατί ξέρω ότι:
Θα πας για να δεις την αίθουσα.
Θα πας, σίγουρα, αν είσαι φαν του Αντώνη Ρέμου.
Θα πας, ελπίζοντας, να ακούσεις το Γιώργο Νταλάρα που ξέρεις.
Θα πας για να τους δεις «μαζί» και να ‘χεις μετά να λες στους φίλους σου.
Θα πας, τέλος, με τον «χορό» της εταιρείας σου.
Το πόσο καλά θα περάσεις εξαρτάται από το σε ποια από τις παραπάνω ομάδες κοινού ανήκεις.

ΟΙ ΜΟΥΣΙΚΟΙ & Ο ΗΧΟΣ:
Ξεκινώ με ένα άριστα δέκα στον ήχο που παρά το μέγεθος της αίθουσας ήταν ήπιος, ευγενικός με τα αυτιά και γενικώς "ακριβής" και εξαίρετος (πρωτοφανές για τέτοιου είδους μαγαζί).
Συνεχίζω με μία τεράστια απορία:
Γιατί η ορχήστρα έχανε κάθε τρίτο τραγούδι το tempo όλο το βράδυ;
Γιατί έπρεπε να γυρίζει ο Γιώργος Νταλάρας ή ο Αντώνης Ρέμος προς τους μουσικούς κάθε φορά που πέρναγαν από τραγούδι ενός ρυθμού σε τραγούδι ενός άλλου για να προσπαθούν να «ανεβάσουν» ή να συντονίσουν την ορχήστρα;
Πόσες φορές είδα τον Γιώργο Νταλάρα να κλείνει τα μάτια σφιχτά και να κουνάει αποκαρδιωμένος το κεφάλι κάθε φορά που η ορχήστρα "έχασκε" ή "έφευγε";
Ποιος να ξέρει άραγε.

ΔΕΚΑΟΚΤΩ ΜΟΥΣΙΚΟΙ ΚΑΙ ΟΙ ΕΞΗΣ ΟΚΤΩ ΝΕΟΙ ΤΡΑΓΟΥΔΙΣΤΕΣ ΠΛΑΙΣΙΩΝΟΥΝ ΑΥΤΟ ΤΟ ΥΠΕΡ-ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ:
1. Ανδριάνα Μπάμπαλη:
Κόκκινο κραγιόν, έντονο βάψιμο, μαλλί πλεγμένο σε μικρές πλεξούδες από το κρανίο μέχρι το πηγούνι.
Ντυμένη με το.. καλύτερο μαύρο χύμα τούλι της, (που το συγκρατούσε στη θέση του μια «αγριεμένη» δερμάτινη ζώνη), ένα μαύρο κολάν, ένα άσπρο μακό που πάνω του είχε ‘ραμμένα’ δυο χρυσά κομμάτια υφάσματος σε σχήμα σταυρού, ένα μαύρο γάντι, και μαύρη "ελβιέλα" με χοντρά κορδόνια στα πόδια (κάτω από το τούλι), η συμπαθέστατη Ανδριάνα νομίζω ότι με το industrial punk look της σχολίασε περισσότερο το πρόγραμμα παρά "συμμετείχε" σ’ αυτό (τρία τραγούδια ολόκληρα είπε (με την όμορφη φωνή της) και ένα μισό -ντουέτο με τον Γιώργο Νταλάρα).
2. Μάνος Πυροβολάκης:
Το "διαβολεμένο βιολόλυρό" το είχα δει ν’ ανάβει φωτιές πριν ένα μήνα στο Σταυρό του Νότου σ’ ένα εξαιρετικό πρόγραμμα μαζί με τον Κώστα Λειβαδά και τον Στάθη Δρογώση.
Εδώ το είδα παγωμένο και αμήχανο να μην ξέρει προς τα πού να πάει και σε ποιον να πει τι.
3. Γρηγόρης Πετράκος:
Ο γνωστός Φεϊμστορίτης που είχε την ατυχή ιδέα να πει ως πρώτο, ένα τραγούδι με τέσσερα σίγμα σε κάθε στίχο: «ώΣπου Στα μάτια Σου να δω φωτιέΣΣπου το φωΣ να γίνει Σκοτεινιά/θα Σ’ αγαπώ» κ.λπ. Αστοχη επιλογή. Κέρδισαν τα σίγμα.
4. Ναταλί:
Ένα τραγούδι είπε και το μόνο που πρόλαβα να καταλάβω σχετικά με την πολυσυζητημένη ιδιαίτερη φωνή της, ήταν ότι το είπε ξυπόλητη(?).
5. Tamta:
Η γνωστή Σουπεραϊντολάτρισσα, πάρα πολύ αδύνατη, συμπαθέστατη και καλλίφωνη.
6. Ελεονώρα Ζουγανέλη:
Καλή φωνή, συμπαθής παρουσία.
7. Μανώλης Πασχαλίδης και
8. Θάνος Τζάνης:
Και τα δύο αυτά νεαρά αγόρια ήταν συμπαθή αλλά ο χώρος κατάπιε τη σεμνή και χαμηλότονη παρουσία τους με μια χαψιά. Αρα, παύλα.

Γεωργία Λαιμού.
Ησουν κι εσύ εκεί; Πες μου τι είδες μ' ένα mail...: [email protected]