Ζεϊμπέκικο Βαρύ: Ο Κώστας Μπαλαχούτης στο e-go

26.01.2006
Ζεϊμπέκικο Βαρύ... Ένα ξεχωριστό μυθιστόρημα γύρω από το χώρο του λαϊκού τραγουδιού. Οι μαρτυρίες και οι τοποθετήσεις του συγγραφέα μέσα από τους ήρωές του είναι ιδιαίτερα διαφωτιστικές. Ο Κώστας Μπαλαχούτης είναι γνώστης του θέματος, αφού, εκτός από ερευνητής, διατελεί εδώ και χρόνια υπεύθυνος ύλης στο μουσικό περιοδικό «Δίφωνο», ενώ επίσης έχει επενδύσει με στίχους του αγαπημένα τραγούδια: Αρχιπέλαγος, Αερικό, Αψέντι κ.ά. που ερμήνευσαν τραγουδιστές όπως οι Πασχάλης Τερζής, Βασίλης Παπακωνσταντίνου, Γιώργος Μαργαρίτης κ.ά.

Ζεϊμπέκικο Βαρύ... Ένα ξεχωριστό μυθιστόρημα γύρω από το χώρο του λαϊκού τραγουδιού. Οι μαρτυρίες και οι τοποθετήσεις του συγγραφέα μέσα από τους ήρωές του είναι ιδιαίτερα διαφωτιστικές. Ο Κώστας Μπαλαχούτης είναι γνώστης του θέματος, αφού, εκτός από ερευνητής, διατελεί εδώ και χρόνια υπεύθυνος ύλης στο μουσικό περιοδικό «Δίφωνο», ενώ επίσης έχει επενδύσει με στίχους του αγαπημένα τραγούδια: Αρχιπέλαγος, Αερικό, Αψέντι κ.ά. που ερμήνευσαν τραγουδιστές όπως οι Πασχάλης Τερζής, Βασίλης Παπακωνσταντίνου, Γιώργος Μαργαρίτης κ.ά.
Αλλωστε στο «Ζεϊμπέκικο βαρύ...» ο κεντρικός ήρωας, Αρης Ραζής, συνδιαλέγεται με υπαρκτά πρόσωπα του ελληνικού τραγουδιού σαν τους Στράτο Διονυσίου, Χρήστο Νικολόπουλο, Τάκη Σούκα κ.ά., ενώ σε πολλές περιπτώσεις φωτογραφίζονται -χωρίς να αναγράφονται τα αληθινά ονοματεπώνυμά τους- πολλοί από τους νεότερους αστέρες και παράγοντες της ελληνικής δισκογραφίας.
Ο Κώστας Μπαλαχούτης μίλησε στο e-go.gr για το βιβλίο του και όχι μόνο...

Υπάρχουν πολλά βιβλία στην αγορά για την ιστορία του ρεμπέτικου και λαϊκού τραγουδιού, αλλά εσείς αποφασίσατε να γράψετε ένα μυθιστόρημα. Πως προέκυψε αυτή η ιδέα;

Είναι η πρώτη φορά που καταπιάνομαι με τη λογοτεχνία, αν και στο «Ζεϊμπέκικο βαρύ...» στην ουσία έχουμε ένα μυθιστόρημα που ακουμπάει και πάλι στα αγαπημένα μου θέματα, τη μουσική και το τραγούδι, καθώς σε αυτό περιγράφεται η άνοδος και η πτώση ενός λαϊκού ειδώλου. Ενός ερμηνευτή που ήδη από την εφηβεία του έχει ανακηρυχτεί απόλυτος σταρ και συνεχιστής της μεγάλης σχολής των λαϊκών βάρδων και που στα τριάντα του είναι ένα καμένο χαρτί, που βρίσκει με δυσκολία μεροκάματο στα σκυλάδικα της επαρχίας. Το μυθιστόρημα αυτό, πέρα από τα έντονα δραματικά στοιχεία που διαθέτει (έρωτες, μίση, πάθη κ.λπ.), αποτελεί ταυτόχρονα μια διεισδυτική ματιά στον χώρο της τραγουδοποιίας και των αλληλένδετων σχέσεων που υπάρχουν ανάμεσα σε δισκογραφικές εταιρείες και στα μέσα μαζικής ενημέρωσης, αλλά και της νύχτας, των άγραφων κανόνων και των λεπτών ισορροπιών που διέπουν τους χώρους διασκέδασης. Έτσι λοιπόν στο «Ζεϊμπέκικο βαρύ...» παντρεύονται η ιστορία με τη μυθοπλασία κι αυτό ήταν το στοιχείο που με κέντρισε αν θέλετε περισσότερο στο να αποφασίσω να γράψω αυτή τη φορά όχι μια μελέτη η μια βιογραφία αλλά ένα μυθιστόρημα .

Που τοποθετείτε το ρεμπέτικο και λαϊκό τραγούδι -με την κλασική έννοια του όρου- στις αρχές του 21ου αιώνα;

Νομίζω ότι ακόμα και σήμερα τόσο στα προγράμματα των νυχτερινών μαγαζιών όσο και στο ραδιόφωνο, αλλά και τις μουσικές τηλεοπτικές εκπομπές το ρεμπέτικο και το κλασικό λαϊκό τραγούδι είναι αυτό που «καθαρίζει», δίνει λύσεις, στις δύσκολες στιγμές. Επίσης τα τραγούδια αυτά αποτελούν το σκαλοπάτι για να γραφτούν, όπως και συμβαίνει, νέες δημιουργίες. Λαϊκό τραγούδι μπορεί να είναι μια μπαλλάντα ή μια μελωδία χωρίς μπουζούκι. Βέβαια στο πέρασμα των καιρών έχουμε ταυτίσει την έννοια λαϊκό με το τραγούδι όπου τον πρώτο ρόλο έχουν οι μπουζουκομπαγλαμάδες. Και δικαιολογημένα αφού μέσα από αυτό το είδος βγήκαν πολλά και διαχρονικά αριστουργήματα. Αλλά απ’ την άλλη τα τραγούδια του Τούντα, του Παπάζογλου και άλλων μεγάλων που έδρασαν στις πρώτες δεκαετίες του περασμένου αιώνα και βασίστηκαν ηχητικά στα σαντουροβιόλια δεν ήταν λαϊκά.

Ασχολείστε με τη μελέτη και τη καταγραφή του λαϊκού τραγουδιού. Τι είναι αυτό που σας γοητεύει;

Η αγάπη για το τραγούδι. Παράλληλα με ενοχλεί, αλλά και με κεντρίζει δημιουργικά η ελλειπής βιβλιογραφία γύρω από θέματα και πρόσωπα του λαϊκού τραγουδιού, κάτι που δεν συμβαίνει σχεδόν σε καμία άλλη ευρωπαϊκή τουλάχιστον χώρα. Επίσης, η «παραπληροφόρηση» που υπάρχει και οι διαστρεβλωμένες αλήθειες -από άγνοια ή σκοπιμότητα- στην πενιχρή αυτή βιβλιογραφία, αλλά και σε πολλά δημοσιογραφικά κείμενα γύρω από το αντικείμενο.

Πιστεύετε ότι το λαϊκό τραγούδι μπορεί να έχει απήχηση στις ψυχές των νέων ανθρώπων δεδομένου ότι η αγορά κατακλύζεται από άλλου είδους ακούσματα;

Είχε, έχει και θα έχει. Το λαϊκό -με την ευρύτερη έννοια- τραγούδι στην Ελλάδα είναι διαχρονική αξία παρά τα επικίνδυνα «ρεύματα» και τις άρπα-κόλλα λογικές και νοοτροπίες των σύγχρονων καιρών που διέπουν ένα μεγάλο μέρος της βιομηχανίας του δίσκου.

Σκιαγραφήσατε την προσωπικότητα του ήρωά σας, Άρη Ραζή, με βάση ένα υπαρκτό πρόσωπο της ιστορίας του λαϊκού τραγουδιού ή είναι απλώς ένα φανταστικό πρόσωπο;

Ο Άρης Ραζής είναι ένα φανταστικό πρόσωπο. Ένας αλήτης με αγάπη και παιδεία γύρω απ’ το τραγούδι. Γεννιέται σε μια ταπεινή γειτονιά της Κοκκινιάς. Ο πατέρας του τον μυεί από παιδάκι στα ναρκωτικά. Στα 20 του χρόνια είναι ο απόλυτος σταρ και στα 30 του ένα καμένο χαρτί. Φύση αυτοκαταστροφική και ανυπότακτη. Ότι αγγίζει το καίει και μαζί καίγεται κι αυτός. Αλλά είναι τραγουδισταράς. Λαϊκός με τη σημασία της λέξης. Κάποια στιγμή προσπαθεί για μία και μοναδική φορά να ντριμπλάρει τη μοίρα του και να φτιάξει τη ζωή του στο πλευρό της παρτενέρ του Μαρίας Σμυρναίου. Τότε είναι που τα συμφέροντα που έχουν χτιστεί γύρω του την απομακρύνουν από κοντά του κι αυτό θα τον σημαδέψει για πάντα. Γι’ αυτό και στα τελειώματά του, όταν θα έρεθι η κατάλληλη στιγμή, δεν θα διστάσει να εκδικηθεί.

Η γλώσσα που χρησιμοποιείτε είναι αληθινή, αλλά ταυτόχρονα «άγρια»...

Ήταν απαραίτητο λόγω του περιβάλλοντος της νύχτας όπου εξελίσσεται η ιστορία. Η νύχτα έχει τη δική της γοητεία αλλά και τη δική της γλώσσα. Η γραφή είναι σε ορισμένες περιπτώσεις αθυρόστομη αλλά παραστατική και πέρα για πέρα αληθινή. Ταιριαστή απόλυτα με τη θεματολογία και το περιβάλλον που πραγματεύομαι, την αυτοκαταστροφική φύση, τη μαγκιά αλλά και αξιοπρέπεια του κεντρικού ήρωά μου, του Άρη Ραζή, που αγαπάει να τραγουδάει ζεϊμπέκικα και να χορεύει, τις μικρές ώρες, στην άδεια πίστα Ζεϊμπέκικο Βαρύ...



Γεωργία Οικονόμου