Σινεμά ο Παράδεισος (του πορνό)

01.08.2008
Ο αντώνης Φραντζής, Ιδιοκτήτης του κινηματογράφου «ΣΤΑΡ» ΣΤΗΝ ΟΜΟΝΟΙΑ, μιλά στον Κωνσταντίνο Σαμαρά

«Θυμάσαι την ταινία Σινεμά Ο Παράδεισος»; Πριν από λίγες μέρες την έβλεπα ξανά με τη μητέρα μου και της ανέπτυσσα την εξής θεωρία: αν δεν υπήρχε ο επαρχιώτικος πουριτανισμός των κατοίκων του χωριού, ο κινηματογράφος θα είχε γίνει σινεμά πορνό, κι έτσι θα είχε σωθεί και όλοι θα ήταν ευχαριστημένοι». Χωρίς να ανταποκρίνεται σε κανένα από τα στερεότυπα που βλακωδώς περίμενα να συναντήσω, ο 39χρονος ιδιοκτήτης του θρυλικού σινεμά πορνό «Σταρ», Αντώνης Φραντζής, με υποδέχεται στο γραφείο του (που θυμίζει ταινία του Λιντς και προδίδει την ιδιότητά του ως σκηνογράφου), καπνίζει τα ακριβά τσιγάρα του και φιλοσοφεί πάνω στο πέρασμα του χρόνου από την οπτική γωνία της «βρόμικης» ιδιότητάς του. Μου δηλώνει ορθά κοφτά ότι απεχθάνεται κάθε είδους νοσταλγία ως προς την πολυτάραχη πορεία του «Σταρ» που ξεκίνησε ως κινηματοθέατρο, μετατράπηκε σε ελληνική εκδοχή του grindhouse, αποθεώθηκε στις «χρυσές εποχές» του πορνό και καταφέρνει να παραμένει κραταιό (γύρω στις πέντε εκατοντάδες άνθρωποι τρυπώνουν κάθε μέρα στις αίθουσές του) στην επέλαση του DVD και του ίντερνετ. «Σίγουρα έχουν αλλάξει οι εποχές και το φαινόμενο δεν είναι τόσο μαζικό πια, δεν έρχονται πια μεγάλες παρέες για να κάνουν την πλάκα τους, να το κανιβαλίσουν. Από την άλλη όμως υπάρχουν μόνιμοι πελάτες, άνθρωποι που έρχονται τακτικά εδώ γιατί το βλέπουν σαν μια κοινωνικοποίηση, σαν μια παρέα. Βλέπεις μοναχικούς πενηντάρηδες, μετανάστες, διάφορες περιπτώσεις ανθρώπων που πραγματικά αναρωτιέσαι από πού ξεπήδησαν. Και μέσα σε όλα αυτά, φυσικά, ευνοείται και η προσέγγιση μεταξύ ομοφυλόφιλων, κάτι που μου φαίνεται σχεδόν ρομαντικό. Οπως κάθε τι που ενέχει ακόμα τα στοιχεία της ντροπής και του φόβου, και ευνοείται μέσα στις αίθουσες αυτού του σινεμά».

Αυτές τις δύο λέξεις, την ντροπή και τον φόβο, ο Αντώνης θα τις επαναλάβει πολλές φορές στη συζήτησή μας. Πρόκειται για τα συστατικά στοιχεία ενός χώρου που ο ίδιος αντιμετωπίζει χωρίς άσκοπους συναισθηματισμούς, αλλά με τη γενναιότητα ενός καπετάνιου. Είναι τα συστατικά στοιχεία των τοίχων αυτής της αίθουσας, όπου με ξεναγεί, ενώ o μεγάλος προτζέκτορας παίζει μια αμερικάνικη τσόντα και τα ακροβολισμένα μόνιτορ προσφέρουν εναλλακτικά θεάματα, μερικά εκ των οποίων γκέι προσανατολισμού. «Τους βλέπεις αυτούς τους τοίχους; Παρ όλο που έχω φροντίσει ώστε το σινεμά να είναι πεντακάθαρο, εγώ νιώθω ότι μυρίζουν υγρασία. Είναι η υγρασία που φέρνουν οι θαμώνες του σινεμά. Γι αυτό κι εγώ νιώθω σαν καπετάνιος ενός πλοίου: το περιβάλλον γύρω του είναι υγρό, το πλήρωμά του είναι η οικογένειά μου, οι επιβάτες του είναι κάθε καρυδιάς καρύδι. Κι αν τα πράγματα αρχίσουν να μην πηγαίνουν και πολύ καλά, το πολύ πολύ το πλοίο να βουλιάξει». Ενώ απέναντί μου μια ξανθιά Αμερικανίδα με παραφουσκωμένα στήθη τα δίνει όλα, δίπλα μου ένας ζεν μάστερ εποπτεύει το υγρό βασίλειό του.

Το «Σταρ» ξεκίνησε ως κινηματοθέατρο, μετατράπηκε σε ελληνική εκδοχή του grindhouse, αποθεώθηκε στις «χρυσές εποχές» του πορνό και καταφέρνει να παραμένει κραταιό.