Banksy: Η Τέχνη Στο Δρόμο

31.10.2012
Ο θρυλικός Μπάνκσι χρησιμοποιεί την αναπάντεχη πορεία ενός επίδοξου καλλιτέχνη ως την ιδανική αφορμή για εύστοχο, πανέξυπνο και διασκεδαστικότατο σχολιασμό του κόσμου της τέχνης.

Πρωτοπόρος, εύστοχος και καυστικός, και πάνω απ' όλα μυστηριώδης: όσο και αν ο Μπάνκσι συνεχίζει ακούραστος να θέτει νέα στάνταρ για την τέχνη και να προκαλεί - με την καλή έννοια - τη σκέψη, άλλο τόσο μοιάζει αποφασισμένος να το κάνει διατηρώντας την ανωνυμία του. Μπορεί αυτό να είναι ακόμη ένα κομμάτι της περσόνας του ή απλώς μια προσωπική επιλογή - όπως λέει και ο ίδιος άλλωστε, δεν είναι ακριβώς νόμιμα όλα αυτά που κάνει. Tο σημαντικό είναι ότι σε μια εποχή που σχεδόν όλοι είναι μόλις ένα κλικ μακριά, εκείνος, αόρατος, συνεχίζει τις ανίερες αλλά πάντα με ουσία παρεμβάσεις του σε δημόσιους χώρους.

Και αυτό φυσικά δεν επρόκειτο να αλλάξει επειδή κάποιος θέλησε να κάνει ένα ντοκιμαντέρ για αυτόν: ο Τιερί Γκετά τον προσέγγισε στο πλαίσιο του ντοκιμαντέρ που (έλεγε ότι) προετοίμαζε σχετικά με την τέχνη του δρόμου, και τελικά είδε την κάμερα να στρέφεται επάνω του και η ταινία να αφορά εκείνον.

Ο Γκετά είναι βέβαια ο ιδανικός πρωταγωνιστής. Ομιλητικός χωρίς να έχει συνείδηση του τι ακριβώς μοιράζεται, με μια ζωή αρκετά ενδιαφέρουσα μέσα στις παραξενιές της, ο συμπαθής αλλά χωρίς αξιοσημείωτο ταλέντο Γκετά ανοίγεται για τη ζωή και την αναπάντεχη τροπή στην καριέρα του. Δίνει έτσι την τέλεια τροφή για τον Μπάνκσι για να δημιουργήσει μια ιδανική ιστορία/αλληγορία για το πώς ορίζεται η τέχνη, το αν η εμπορική επιτυχία μπορεί να την σκοτώσει, το αν τελικά μπορεί και πρέπει ο καθένας να δημιουργήσει τέχνη.

Ο πρωταγωνιστής του είναι σχεδόν υπερβολικά ιδανικός. Με το παρελθόν του ιδιοφυούς σε τέτοια εγχειρήματα Μπάνκσι, δεν είναι να απορεί κανείς που κάποιοι αναρωτήθηκαν αν ο Βρετανός καλλιτέχνης 'δημιούργησε' την περσόνα του Γκετά για να δείξει την ειρωνεία στην απόσταση ανάμεσα στις καθαρά απότοκες, ανέμπνευστες δημιουργίες του και την επακόλουθη διασημότητα, την ψευτιά και υποκρισία που κρύβει ο καλλιτεχνικός κόσμος σε όλα του τα επίπεδα - όχι μόνο σε επίπεδο καλλιτέχνη αλλά και σε επίπεδο αγοραστή, συλλέκτη ή γενικότερου πελάτη (ιδανικό το υστερόγραφο που αναφέρει την - εμμονική με ό,τι μπορεί να θεωρηθεί της μόδας - Μαντόνα). Ο Μπάνκσι, άλλωστε, ποτέ δεν έπασχε από έλλειψη φιλοδοξίας και αυτό θα μπορούσε να είναι το μεγαλύτερό του έργο, ένα έργο που έχει πείσει εκατοντάδες χιλιάδες να το πάρουν στα σοβαρά.

Αληθινός ή ψεύτικος ο πρωταγωνιστής, πάντως, το επιχείρημα του Μπάνκσι περνά, και μάλιστα με τον πιο διασκεδαστικό τρόπο: χωρίς να μπλέκεται σε δήθεν αναλύσεις, βαρετές επεξηγήσεις ή επιθέσεις κάτω από τη ζώνη, το ντοκιμαντέρ αφήνει τον Γκετά να χάσει μόνος του την καλλιτεχνική του αξιοπρέπεια, θέτοντας έτσι (κυνικά αλλά πέρα για πέρα ουσιαστικά) ερωτήματα για την αυθεντικότητα της τέχνης (του δρόμου αλλά όχι μόνο) και το πόσο αυτή διυλίζεται όταν φύγει από το φυσικό της περιβάλλον, μπει σε κουτιά και πουληθεί σε όσους δεν καταλαβαίνουν ότι αυτή ανήκει στους δημόσιους χώρους και όχι στους τοίχους των σπιτιών τους.

Στην πορεία, η τέχνη του δρόμου, η πιο εφήμερη και υποτιμημένη από όλες τις τέχνες (ακόμη και οι ίδιοι οι καλλιτέχνες παραδέχονται ότι η δουλειά τους χρειάζεται κάποιον να την καταγράψει ακριβώς επειδή ανταγωνίζεται τόσα για τον ζωτικό της χώρο), έχει μια σύντομη ευκαιρία να δείξει κάποιο από τον πλούτο των ιδεών στην φοβερά ενδιαφέρουσα αρχή αλλά μετά κάνει στην άκρη για να αναδειχθεί η αμφιλεγόμενη φιγούρα του Γκετά και η παράλογη κατακόρυφη άνοδος ενός μέτριου στην καλύτερη περίπτωση ταλέντου - και ίσως αυτό να είναι και το πιο καυστικό σχόλιο της ταινίας.