Η Πέτρα της Υπομονής

06.04.2013
H επίσημη υποψηφιότητα του Αφγανιστάν για το Οσκαρ Καλύτερης Ξενόγλωσσης Ταινίας, είναι μια βραδυφλεγής κινηματογραφική παραβολή για την απάνθρωπη καταπίεση που βιώνουν οι γυναίκες στο μουσουλμανικό κόσμο, η οποία όμως πέρα από το καυτό της θέμα, αποτυγχάνει τελικά να εντυπωσιάσει

Σε μια εμπόλεμη μουσουλμανική χώρα, μια νεαρή μητέρα δύο κοριτσιών βρίσκεται εγκλωβισμένη στο διαμέρισμά της προσπαθώντας να περιθάλψει τον πολεμιστή σύζυγό της που έχει πέσει σε κώμα εξαιτίας μιας σφαίρας που τον έχει πληγώσει στο λαιμό. Ο άνδρας δεν έχει την παραμικρή επαφή με το περιβάλλον και μόνο η ανάσα του προδίδει ότι είναι ζωντανός.

Η νεαρή σύζυγός του, εν μέσω εχθροπραξιών και πολεμικών καταδρομών, προσπαθεί με κάθε τρόπο να τον κρατήσει στη ζωή, κατασκευάζοντας αυτοσχέδιους ορούς και κρατώντας το κορμί του καθαρό. Καθώς οι μέρες περνούν, απελπισμένη από τις μάχες που μαίνονται γύρω της και κουρασμένη από τα μηδενικά σημάδια βελτίωσης του άνδρα της, ξεκινά μια άνευ όρων εξομολόγηση προς το ακίνητο σώμα του συζύγου της, κατά τη διάρκεια της οποίας αποκαλύπτονται σταδιακά τα πιο βαθιά της μυστικά. Ο κόσμος της όμως, αλλάζει εντελώς όταν ένας νεαρός στρατιώτης εισβάλει στο σπίτι προκαλώντας αναταράξεις στη ζωή της.

Στην περσική μυθολογία, η πέτρα της υπομονής είναι μια μαγική πέτρα που τοποθετείς μπροστά σου και καθώς της μιλάς, αυτή απορροφά όλα τα βάσανα και τις δυστυχίες που σε ταλαιπωρούν. Η στιγμή που η πέτρα σπάει είναι και η στιγμή της λύτρωσης. Στο φιλμ, η νεαρή μουσουλμάνα προβάλλει στο ακινητοποιημένο σώμα του άνδρα της τη δικιά της πέτρα της υπομονής. Ο άνδρας της, αν και ευρισκόμενος σε κατάσταση καταστολής εξελίσσεται στον προσωπικό της εξομολογητή, πάντα με την ασφάλεια που της παρέχει η σιωπή του. Σε έναν ακραία καταπιεστικό για τις γυναίκες περιβάλλον, η νεαρή βρίσκει την ευκαιρία να μιλήσει για πρώτη φορά με ειλικρίνεια στον σύντροφό της, να ξεστομίσει λόγια που υπό άλλες συνθήκες θα παρέμεναν σκέψεις.

Η εξόριστη απ' το Ιράν, Γκολσίφτεχ Φαραχανί («Κοτόπουλο με Δαμάσκηνα») ερμηνεύει έναν ρόλο που συνοψίζεται στην απεγνωσμένη κραυγή αγωνίας μιας γυναίκας που νιώθει προδομένη από ότι μέχρι πρότινος θεωρούσε ιερό, και τελικά αποφασίζει να κάνει την εσωτερική της επανάσταση ενάντια σε προκαταλήψεις, αιώνια ριζωμένες στον πυρήνα της ισλαμικής κοινωνίας.

Ο πολιτικός πρόσφυγας απ’ το Αφγανιστάν και κάτοικος Γαλλίας πλέον, Ατίκ Ραχίμι, μεταφέρει το επιτυχημένο ομότιτλο μυθιστόρημά του στη μεγάλη οθόνη, αλλά οι λογοτεχνικές συμβάσεις του βιβλίου του αποτυγχάνουν να βρουν πρακτικά σημεία εφαρμογής στην ταινία. Ο Ραχίμι βασίζεται στους εσωτερικούς και εξωτερικούς μονολόγους της ηρωίδας του για να μεταφέρει στον θεατή τις απαραίτητες πληροφορίες της ιστορίας αλλά η συγκεκριμένη επιλογή στερεί από την αφήγηση τις μυθοπλαστικές δυνατότητες της εικόνας και του ήχου και επικαλείται μια στείρα κινηματογραφική γλώσσα που δεν συγκινεί.

Στον αντίποδα όμως, ο Αφγανός σκηνοθέτης με τη δεύτερη μεγάλου μήκους ταινία του, επιτυγχάνει να εγκλωβίσει στα κάδρα του την ωμότητα και την καθημερινή αγριότητα ενός πολέμου καταγράφοντας με επιτυχία στο σελιλόιντ όχι μόνο την φρίκη της βίας αλλά και το τρομακτικό αδιέξοδο μιας κοινωνίας που βασισμένη σε απαρχαιωμένα θρησκευτικά και φυλετικά στερεότυπα έχει εγκλωβιστεί στην απαξίωση του γυναικείου φύλου και κατά συνέπεια στην υποτίμηση της ίδιας της ανθρώπινης ζωής.