Διονύσης Φωτόπουλος: Μ' αρέσει να διορθώνω τα όνειρά μου

29.01.2009
Ξεκίνησε ως βοηθός του Γιάννη Τσαρούχη και του αδελφού του (του βραβευμένου με Οσκαρ ενδυματολόγου του «Ζορμπά»), Βασίλη Φωτόπουλου, σε διάφορες ταινίες αν και, όπως λέει, τότε θεωρούσε «τους σκηνοθέτες εντελώς αμόρφωτους και χαμηλού επιπέδου για να συνεργαστεί μαζί τους».

Συνέντευξη στον Ορέστη Ανδρεαδάκη

Ξεκίνησε ως βοηθός του Γιάννη Τσαρούχη και του αδελφού του (του βραβευμένου με Οσκαρ ενδυματολόγου του «Ζορμπά»), Βασίλη Φωτόπουλου, σε διάφορες ταινίες αν και, όπως λέει, τότε θεωρούσε «τους σκηνοθέτες εντελώς αμόρφωτους και χαμηλού επιπέδου για να συνεργαστεί μαζί τους».

Εχει υπογράψει σκηνικά και κοστούμια σε περισσότερες από 350 θεατρικές παραστάσεις κι έχει συνεργαστεί με μερικούς από τους μεγαλύτερους σκηνοθέτες του παγκόσμιου θεάτρου, όπως ο Πίτερ Στάιν , ο Πίτερ Χολ, ο Λούκα Ρονκόνι, ο Αντρέι Σερμπάν και άλλοι. Στο σινεμά, όμως, έχει κάνει λίγες ταινίες. Κι αυτές επιλεγμένων σκηνοθετών -του Νίκου Παναγιωτόπουλου, του Μιχάλη Κακογιάννη, του Ζιλ Ντασέν, του Παντελή Βούλγαρη, του Νίκου Κούνδουρου.

Τώρα υπογράφει την καλιτεχνική διεύθυνση της «Σκόνης Του Χρόνου» του Θόδωρου Αγγελόπουλου. «Αυτό που συμβαίνει με τις- ελληνικές κυρίως- ταινίες που παίρνουν παράταση κι αλλάζουν ημερομηνία γυρίσματος, με έχει εμποδίσει να κάνω περισσότερες δουλειές στο σινεμά, ενώ ήθελα. Να, για παράδειγμα τις «Νύφες» του Βούλγαρη, για τις οποίες δούλευα δύο χρόνια, αναγκάστηκα να τις αφήσω διότι άλλαξαν ημερομηνία γυρίσματος κι εγώ είχα μια άλλη δουλειά που δεν μπορούσα να ακυρώσω.

Το ίδιο είχε γίνει και με το «Μπορντέλο» του Κούνδουρου, γιατί, βλέπεις, τα ξένα φεστιβάλ κλείνουν τουλάχιστον δυο χρόνια πριν τους συνεργάτες τους. Προ καιρού μου ήρθε μια πρόταση από την Μετροπόλιταν Οπερα της Νέας Υόρκης για τον «Μάκβεθ», ο οποίος θα ανεβεί μετά από πέντε χρόνια».

Αυτή είναι η πρώτη φορά που δουλεύεις με τον Θόδωρο Αγγελόπουλο.

Ναι. Η κουβέντα, όμως, για μια πιθανή συνεργασία είχε αρχίσει το 1975. Θυμάμαι είχε έρθει στα γυρίσματα του «Λάθους» (σ.σ. από το βιβλίο του Αντώνη Σαμαράκη) που σκηνοθετούσε ο Πίτερ Φλάισμαν, μια από τις πρώτες ταινίες που δούλεψα. Συζητώντας για το πότε θα συνεργαστούμε μαζί είπαμε «κάποια στιγμή θα βρεθεί». Φαντάσου, όμως, ότι τότε, στο «Λάθος», πρωταγωνιστούσε ο Μισέλ Πικολί, ο οποίος είναι ένας από τους ηθοποιούς της «Σκόνης Του Χρόνου», 32 χρόνια μετά. Κατά καιρούς, λοιπόν, την ξαναφέρναμε την κουβέντα, αλλά πάντα κάτι άλλο συνέβαινε. Και τώρα, πάλι παραλίγο να μην γίνει η συνεργασία μας, διότι ήθελα πάρα πολύ να τελειώσω ένα βιβλίο και μια έκθεση που έκανα για τον αδελφό μου, ο οποίος είχε φύγει τον προηγούμενο χρόνο, στο Μουσείο Μπενάκη. Ετσι, λοιπόν, ζητήσαμε και τη συνεργασία ενός πολύ καλού Ιταλού σκηνογράφου, του Αντρέα Κρισάντι, ο οποίος έχει δουλέψει πολύ με τον Φραντσέσκο Ρόζι κι έχει κάνει την «Ταυτότητα Μιας Γυναίκας» του Αντονιόνι και τη «Νοσταλγία» του Ταρκόφσκι. Ετσι είμαστε οι δύο art director στην ταινία.

Τα πολύπλοκα ντεκόρ που έγιναν στην Αθήνα, μέσα σε τολ συντήρησης αεροπλάνων στο παλιό αεροδρόμιο και σε αποθήκες στην Πειραιώς, δεν θα είχαν πραγματοποιηθεί χωρίς τη συμβολή των συνεργατών μου (Στέλλα Ροτσίου στα σκηνικά και Μαρία Καραπούλιου στα κοστούμια) και βέβαια την αποτελεσματικότητα του παραγωγού Κώστα Λαμπρόπουλου, ο οποίος φρόντισε για τα πάντα. Γνωρίζεις, όμως, πολύ καλά πόσο το ντεκόρ εξαρτάται από τον σκηνοθέτη και τον διευθυντή φωτογραφίας. Διότι ένας λάθος φωτισμός μπορεί να καταστρέψει την ατμόσφαιρα και να βγάλει κάτι εντελώς διαφορετικό από αυτό που έχεις φανταστεί. Πιστεύω ότι ο Αντρέας Σινάνος βοήθησε αφάνταστα στην ατμόσφαιρα της ταινίας.

Εχεις κάνει σχεδόν όλες τις ταινίες του Παναγιωτόπουλου και μία του Αγγελόπουλου. Σε ποιο στυλ κινηματογράφου είσαι πιο κοντά;

Κοίτα να δεις, μέσα στα δύσκολα του σκηνογράφου είναι να προσαρμόζεται και να βρίσκει τρόπους να εξυπηρετεί τα διαφορετικά στυλ των σκηνοθετών. Με τον Παναγιωτόπουλο έχουμε δουλέψει από την αρχή, ως παιδιά. Ξεκινήσαμε με «Τα Χρώματα Της Ιριδος», τους «Τεμπέληδες», το «Μελόδραμα» και φτάνουμε μέχρι το «Delivery». Τώρα πια ξέρουμε πώς να συνεννοηθούμε με τα μάτια. Είναι τμήμα της ζωής μου ο Παναγιωτόπουλος, φίλος μου μετά από 30 χρόνια συνεργασίας, σπουδαίος σκηνοθέτης, ανήσυχος, αναζητώντας κάθε φορά να βρει το ιδιαίτερο στυλ κινηματογράφησης που ταιριάζει στο θέμα του. Αλλά, τι να κάνουμε, κάποια στιγμή οι αντοχές του σκηνογράφου εξαντλούνται.

Ο Αγγελόπουλος από την άλλη είναι ένας σκηνοθέτης που, θες δε θες, έχει μια ολόκληρη σχολή. Εχει πολύ προσωπικούς εφιάλτες, πολύ προσωπικά όνειρα και πολύ δικές του έμμονες και αγωνίες τις οποίες καλείσαι να υπηρετήσεις. Κατά ένα περίεργο τρόπο είναι πολύ σαφείς οι έμμονές του. Από εκεί μπορείς να βοηθήσεις και να εξελίξεις το στυλ του. Αυτό που με γοήτευσε στην τελευταία του ταινία είναι ότι, για πρώτη ίσως φορά, ταξίδεψε και ερμήνευσε καταστάσεις πάνω σε τοπία ανθρώπινων προσώπων, χωρίς να παραιτηθεί από μεγάλα μονοπλάνα του. Αυτό που δεν μπορείς να μη σεβαστείς στον Αγγελόπουλο είναι η εμμονή του να πετύχει το μάξιμουμ σε ό,τι οραματίζεται.

Σε ρώτησα, όμως, ποιο στυλ σού πηγαίνει εσένα καλύτερα...

Εγώ είμαι ένα σκηνογράφος που μου αρέσει ο «μεταφυσικός νατουραλισμός». Μου αρέσουν οι σκηνοθέτες όπως ο Μπέργκμαν, ο Ταρκόφσκι, ο Τρίερ. Οι στιγμές τους που με γοητεύουν είναι αυτές που μπορώ να δω μέσα από νατούρα πράγματα που θα μπορούσαν να είναι εντελώς μεταφυσικά.

Ερχεσαι σε επαφή με τους νέους σκηνοθέτες του κινηματογράφου;

Οχι πάρα πολύ. Μέχρι πριν καιρό, ερχόντουσαν εδώ και συζητούσαμε ή τους έβλεπα σε παρέες, γιατί οι παρέες μου είναι νέοι άνθρωποι, αλλά τα τελευταία χρόνια έχω αρχίσει να καταλαγιάζω αυτή την αγωνία τού να πλησιάζουμε τους νέους. Στα 50 μου υπήρχε αυτή η διάθεση. Τώρα μου αρέσει πάρα πολύ να βλέπω τις δουλειές τους, ξέρω πάρα πολύ καλά, όμως, ότι αντί να τους βοηθήσω θα τους είμαι τροχοπέδη.

Γιατί;

Γιατί όπως και να το κάνουμε, θέλουμε δε θέλουμε να το παραδεχτούμε, όσο και να ζητάμε να τους δώσουμε τις γνώσεις μας και αυτοί να μας δώσουν την ενέργειά τους και τα όνειρά τους, είμαστε άλλες γενιές. Μου αρέσει πάρα πολύ να βλέπω τα νέα παιδιά να δουλεύουν, να πραγματοποιούν τα όνειρά τους. Μπορώ να μιλήσω για προσωπικές αγωνίες και να τους πω τη δική μου άποψη, αλλά δεν θα μπορούσα με τίποτα να γίνω νέος.

Αλλά όλες σου οι παρέες είναι νέοι...

Και βέβαια είναι νέοι! Περνάμε θαυμάσια, αλλά αυτό δεν σημαίνει ότι εγώ θα μπορώ να ζω με την αντίληψη της δικής τους ματιάς, την εικόνα που θέλουν. Αυτή η υπερπροσπάθεια κάποιων, σε μια ηλικία προχωρημένη, να φαίνονται νέοι είναι λίγο περίεργη. Είναι σαν να βάφεις τα μαλλιά σου κι εγώ δεν τα βάφω.

Ξέρω ότι είσαι πάρα πολύ αυστηρός άνθρωπος. Κάποιοι λένε ότι είσαι και κυνικός. Είσαι;

Δεν ξέρω αν είμαι κυνικός, αλλά μερικές φορές ίσως δεν υπολογίζω, μέσα στη φόρα της ζωής, το πόσο μπορεί να πληγώσω κάποιον άνθρωπο ή τι μπορεί να του δημιουργήσει μια λέξη που θα πω. Αλλά απ την άλλη μου αρέσει πάρα πολύ να λέω τα πράγματα με το όνομά τους και να κατανοούν οι άλλοι καθαρά τι θέλω να πω.

Σε έχω ακούσει να μιλάς -ακόμα και σε φίλους σου σκηνοθέτες, ηθοποιούς, σκηνογράφους- πολύ αυστηρά για τις δουλειές τους. Πιστεύεις ότι αυτό τους βοηθάει ή τους πληγώνει;

Φαντάζομαι ότι όταν περάσει η πληγή, τους βοηθάει. Δεν μπορούμε να ακούμε μονάχα καλά λόγια. Πολλές φορές, βέβαια, το αποφεύγω. Ας πούμε σε πρεμιέρες δεν πάω ποτέ στα καμαρίνια. Δεν θέλω ποτέ να λέω τη γνώμη μου εν θερμώ. Θέλω να το σκεφτώ κι εγώ ο ίδιος. Να βρω την κατάλληλη στιγμή να το πω για να είναι χρήσιμο για τον άλλο. Αλλά ξέρεις, τα νεύρα σου μερικές φορές δεν σε αφήνουν. Παρ όλη τη φαινομενική ηρεμία μου, μέσα μου συμβαίνει μεγάλη φασαρία. Μου έρχεται στο νου μια φράση του Ζαν Κοκτό που είχε γράψει σε μια αυτοπροσωπογραφία του: «Πάντα τα μαλλιά μου φυτρώνουν προς πολλές κατευθύνσεις, όπως τα δόντια και τα γένια μου. Ετσι ανάκατα πρέπει να φυτρώνουν και τα νεύρα της ψυχής».

Τώρα που μεγαλώνεις, τι σε ενοχλεί περισσότερο;

Να σου πω ότι δεν με ενοχλεί τίποτα! Μου αρέσει τόσο πολύ που μεγαλώνω! Ακουγα προχτές αργά μια συνέντευξη στην τηλεόραση που κάποιος μιλούσε με τόσο πόνο για τις ηλικίες. Μου είναι αδιανόητο αυτό το πράγμα. Εγώ θεωρώ ότι η ζωή είναι ένα αστείο. Ηρθαμε γνωρίζοντας ότι θα φύγουμε. Είμαι ένας άνθρωπος που έχω περάσει πάρα πολύ ωραία στη ζωή μου, με πάρα πολύ δύσκολες στιγμές, με πάρα πολύ αγωνία. Εχω ζήσει επιτυχίες και αναγνώριση, έχω χαρεί ώρες και ώρες μουσικής, βιβλίων και τρυφερών υπάρξεων, έχω χαρεί ατελείωτες νύχτες με σημαντικούς σκηνοθέτες και ανθρώπους που θαύμαζα αναλύοντας τα μυστικά των κειμένων, έχω συνεπαρθεί με τη μοναξιά, το καλό ποτό και τον καλό καπνό.

Ποια είναι η μεγαλύτερη αγωνία σου;

Δυο πράγματα με φοβίζουν πάρα πολύ. Το ένα είναι το τέλος με ανημπόρια, ένας φόβος που προήλθε από το τέλος του αδελφού μου. Και το άλλο που θεωρώ απαράδεκτο για έναν άνθρωπο ο οποίος έχει συλλέξει εμπειρίες και έχει φορτιστεί από όλα τα καλά που του δίνει η ηλικία, είναι να μην παραδίδεται σε τρέλες.

Δηλαδή πιστεύεις ότι εσύ δεν έχεις κάνει αρκετές τρέλες;

Πρέπει να ορίσουμε τι εννοούμε με τη λέξη «τρέλα»...

Νομίζω ότι τρέλα είναι για τον καθένα η φυγή από την κανονικότητα που ο ίδιος έχει ορίσει.

Υπό αυτή την έννοια λοιπόν δεν έχω κάνει όσες τρέλες θα ήθελα. Βέβαια δεν ήμουν ποτέ πολύ τολμηρός, γιατί πάντα είχα ένα φόβο μην ενοχλήσω τους άλλους. Αλλά το καλό μου ήταν ότι δεν φοβόμουν να τολμήσω πράγματα που αφορούσαν τον εαυτό μου. Ο τρόπος ζωής μου ήταν πάντοτε καθαρές επιλογές μου.

Εχεις σχεδιάσει υπέροχα κοστούμια, έχεις ντύσει πολύ κομψούς ηθοποιούς, έχεις φτιάξει ρούχα μαγικά. Στην καθημερινή σου ζωή όμως εσύ φοράς πάντα μια στολή, μονότονη, μονόχρωμη και, επίτρεψέ μου, κάπως βαρετή. Γιατί;

Διότι τα κοστούμια που έφτιαξα, τα έφτιαξα για ρόλους που έπρεπε να γοητεύσουν, ενώ εμένα στη ζωή μού αρέσουν τα πρακτικά πράγματα. Μου αρέσουν τα μαλακά άνετα ρούχα, οι μεγάλες τσέπες... Αν υπάρχει λόγος, όμως, θα φορέσω και σμόκιν. Βρήκα προχτές μια φωτογραφία με τον Κουστουρίτσα που ήμασταν με σμόκιν. Αν το σμόκιν το φοράς, θεωρώντας ότι είναι κι αυτό ένας είδους μπλου τζιν, είναι μια χαρά. Αν αρχίσεις και το φοράς όπως ένας Ελληνας βλάχος που παίζει τον Εγγλέζο υπηρέτη, είναι δράμα. (γελά)

Ποιους μεγάλους σκηνογράφους και ενδυματολόγους θεωρείς δασκάλους σου;

Κοίταξε υπάρχουν άνθρωποι όπως ο Πιέρο Τόζι που είναι ο τελευταίος των Μοϊκανών (σ.σ. έχει προταθεί 5 φορές για το Οσκαρ ενδυματολογίας). Εχει κάνει τα κοστούμια σε όλες σχεδόν τις ταινίες του Βισκόντι, από το «Ρόκο Και Τα Αδέλφια του», μέχρι τον «Γατόπαρδο», το «Λυκόφως Των Θεών» τον «Θάνατο Στη Βενετία». Αλλά και τη «Μήδεια» του Παζολίνι, μέχρι και το «Κλουβί Με Τις Τρελές» και το «Γάμος Α λα Ιταλικά» του Ντε Σίκα. Σ αυτή την ταινία μάλιστα έφτιαξε, για τη Σοφία Λόρεν, ένα λευκό εφαρμοστό φόρεμα με μαύρα λουλούδια, αξέχαστο. Τώρα τελευταία που την είδα στη Ρώμη και τα λέγαμε μιλούσαμε γι αυτό το φόρεμα. Κι η Ιταλίδα Λίλα ντε Νόμπιλι συνεργάστηκε με τον Βισκόντι, αλλά στο θέατρο και στη Σκάλα του Μιλάνο. Μεγάλη δασκάλα για πολλούς σκηνογράφους. Υπάρχουν κι άλλοι, όμως, όπως ο Ραλφ Κολτάι, ένας Γερμανός που δουλεύει στο Λονδίνο κι έχει κάνει μαγικά πράγματα στο θέατρο και την όπερα και είναι και πολύ φίλος μου. Ο μεγάλος Τσέχος σκηνογράφος του θεάτρου, Τζόζεφ Σβόμποτα, που πέθανε πριν από πέντε χρόνια. Ο Ντανίλο Ντονάτι που έχει πάρει δύο Οσκαρ, για το «Ρωμαίος Και Ιουλιέτα» του Τζεφιρέλι και τον «Καζανόβα» του Φεντερίκο Φελίνι. Κι αυτός έχει πεθάνει εδώ και πολλά χρόνια. Μεγάλης γοητείας άνθρωποι με τεράστια τεχνική και ταλέντο που είχαν την τύχη να συναντηθούν με μεγάλους σκηνοθέτες, φίλοι μου για πολλά χρόνια. Συγκινήθηκα που στα γυρίσματα της «Σκόνης Του Χρόνου» στη Ρώμη, ο Πιέρο Τόζι ήρθε να με συναντήσει και περάσαμε μαζί ένα όμορφο απόγευμα, όπως παλιά. Βέβαια υπάρχουν κι ένα σωρό Ελληνες που διαπρέπουν στο εξωτερικό.

Ποιοι πιστεύεις είναι οι μαθητές σου;

Δεν έχω μαθητές. Εγώ δίνω τη δουλειά μου και όποιος θέλει παίρνει κάτι χρήσιμο από αυτή και προχωράει.

Δεν ξέρεις αν υπάρχουν άνθρωποι που έχουν επηρεαστεί από σένα;

Δεν ξέρω, γι αυτό θα πρέπει να ρωτήσεις αυτούς.

Μα καλά, δεν βλέπεις δουλειές νέων ανθρώπων; Δεν καταλαβαίνεις αν τους έχεις επηρεάσει ή όχι;

Για πολλά χρόνια στενή μου συνεργάτης ήταν η Λίλη Πεζανού, κι αργότερα η Ελλη Παπαγεωργακοπούλου, η Εύα Νάθενα κι άλλα νεότερα παιδιά. Ολα τους έχουν ταλέντο και προσωπικότητα κι έχουν δημιουργήσει το δικό τους στυλ. Δεν μπορείς να φανταστείς τι χαρά μου δίνει όταν βλέπω τις πετυχημένες δουλειές τους. Σχεδόν ντρέπομαι που είμαι κι εγώ στην αγορά!

Θεωρείς τον εαυτό σου συντηρητικό ή προοδευτικό;

Ελα τώρα, τι προοδευτικό; Ούτε συντηρητικό ούτε προοδευτικό. Εγώ είμαι ένας άνθρωπος που ταξιδεύω πολύ, που γυρίζω πολύ, που μπορεί να κάνω έργα και παραστάσεις που να θεωρούνται και σύγχρονες και παλιές και οτιδήποτε, ανάλογα με το τι πιστεύω ότι θέλει το κείμενο και ο σκηνοθέτης.

Οταν σχεδιάζεις, έχεις στο νου σου το κοινό που θα δει τα κοστούμια και τα σκηνικά σου;

Δεν έχω κάνει τίποτα για τον κόσμο, τα έχω κάνει όλα για τον εαυτό μου. Ετσι, για να συνεννοούμεθα, γιατί μερικές φορές αυτά τα πράγματα παρεξηγούνται. Αν εγώ δεν ευχαριστιέμαι αυτό το πράγμα που γίνεται, δεν με ενδιαφέρει καθόλου ο κόσμος. Μακάρι να μπορεί να χαίρεται κι αυτός και να γλεντάει και να καταλαβαίνει καλύτερα και το κείμενο και τις εικόνες και την ποίηση. Αλλά στην πραγματικότητα όλα έγιναν για μένα από μένα.

Πώς σου φαίνεται το νέο ελληνικό σινεμά;

Θεωρώ ότι δεν γίνονται τόσες πειραματικές ταινίες όσες θα ήθελα - και «πειραματικές» εννοώ αυτές που δεν έχουν το άγχος το εμπορικό. Δεν δίνεται η ευκαιρία, αλλά νομίζω ότι και τα παιδιά δεν τη ζητάνε. Είδα νέους σκηνοθέτες με τους οποίους διαφώνησα γιατί περίμεναν στα 35 και τα 40 τους να μαζέψουν τόσα εκατομμύρια για να κάνουν μια ταινία.

Θες να πεις γιατί δεν πήραν μια ψηφιακή κάμερα να βγουν στο δρόμο;

Ναι! Αυτά τα πράγματα μου λείπουν πολύ. Κι ακόμη κι αν κάνουν λάθη, τα χαίρομαι περισσότερο. Δεν μπορώ να καταλάβω γιατί ο πιτσιρικάς να πρέπει να ανταγωνιστεί τον Κακογιάννη.

Εσύ όταν πηγαίνεις στο σινεμά, τι ταινίες διαλέγεις να δεις; Τι βλέπεις σε DVD;

Δεν μου αρέσουν οι ταινίες σε DVD.

Πας στο σινεμά;

Πρέπει να ακούσω ότι μια ταινία είναι καλή ή να είναι κάποιου σκηνοθέτη που ξέρω. Μία ταινία του Τρίερ θα θέλω να τη δω. Μια ταινία του Βέντερς - παρ όλο που έχει κάνει και πράγματα που δεν με ενδιαφέρουν - θα τη δω.

Αμερικανικό σινεμά δε βλέπεις;

Είναι δυνατόν να μη δεις αμερικανικό σινεμά;

Βλέπεις τα μεγάλα μπλοκμπάστερ; Τον Τζέιμς Μπόντ, τον Βatman...

Τον τελευταίο Τζέιμς Μπόντ δεν τον έχω δει ακόμα. Το «Βatman» δεν θα πήγαινα να τον δω σε κινηματογράφο, αλλά δεν θα με πείραζε καθόλου να τον έβλεπα στην τηλεόραση.

Ο Ταραντίνο σου αρέσει;

Πολύ! Παρ όλο που δεν είναι μέσα στις ταινίες του στυλ Ταρκόσφκι που αγαπώ. Ταρκόφσκι στην τηλεόραση μού είναι αδύνατον να δω. Μπέργκμαν στην τηλεόραση μού είναι αδύνατον να δω, αλλά Ταραντίνο δεν θα με πείραζε να δω στην τηλεόραση, παρ όλο που θεωρώ ότι είναι εντελώς άλλης κλάσεως από το «Βatman». Στον Ταραντίνο με ενδιαφέρουν κι άλλα πράγματα, όχι μόνο η επιφάνεια.

Τις καινούργιες γενιές των Ασιατών τις παρακολουθείς, όπως τον Παρκ Τσαν Γουκ που έκανε το «Οldboy» για παράδειγμα;

Κοίταξε, τους παρακολουθώ, με συγκλονίζουν, αλλά δεν είμαι σίγουρος αν θα θελα να δω άλλο. Θα δω από περιέργεια. Δεν είναι η πρώτη μου επιλογή.

Θα προτιμούσες, δηλαδή, να ξαναδείς μια ταινία του Μπέργκμαν και του Ταρκόφσκι, παρά την καινούργια ταινία του Παρκ Τσαν Γουκ;

Οχι, δεν είναι έτσι. Θα ήθελα να ενημερωθώ για τον καινούργιο Παρκ Τσαν Γουκ, αλλά, σε ώρες μεγάλης αγαλλίασης, να δω τον Ταρκόφσκι ή τον Μπέργκμαν. Μπορώ να ευχαριστηθώ από καλή hard rock μουσική, αλλά ένα παλιό rock ή μια ενδιαφέρουσα εκτέλεση κλασικής μουσικής είναι αυτά που θα επιλέξω στις ώρες της δικής μου ονειροπόλησης.

Ονειρεύεσαι;

Τα έχω πραγματοποιήσει όλα τα όνειρά μου, από τα 30 μου. Από κει και μετά η ζωή μου έγινε για καλυτέρευση των ονείρων. Μ αρέσει πολύ να «διορθώνω» τα όνειρά μου. Δεν υπάρχουν και πολλά πράγματα που δεν έχω κάνει. Απλώς μπορούν να γίνουν και μερικά ακόμα. Εχω ταξιδέψει πολύ, έχω ερωτευτεί πολύ, έχω δουλέψει πολύ. Κάθε μου μέρα είναι κι ένα τμήμα ενός νέου ονείρου.